Μία φορά στη ζωή σου –και μόνο αν είσαι πολύ τυχερός ίσως και καμιά ακόμη– θα γνωρίσεις έναν άνθρωπο που θα μπει τόσο απρόοπτα στην καθημερινότητά σου και θα σου αλλάξει κάθε άποψη που είχες έως τώρα για τον έρωτα, που θα σε κάνει να απορείς αν όντως αυτό που νιώθεις είναι αληθινό.
Από ‘κείνες τις ιστορίες που χρόνια άκουγες, θαύμαζες, ίσως κρυφά να ζήλευες, αλλά σίγουρα ήλπιζες να ζήσεις. Έναν έρωτα σαν να βγήκε από ταινία θέλουμε όλοι μας. Και να που το σενάριο της δικής σου μόλις άρχισε να γράφεται, έτσι στα ξαφνικά κι απ’ το πουθενά. Κανείς δε θα σε ρωτήσει αν είσαι έτοιμος. Καλώς ή κακώς, δεν επιλέγουμε ούτε το ποτέ ούτε το ποιον θα ερωτευτούμε. Δεν προλαβαίνεις να αντιδράσεις, δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς.
Πολλές φορές τα πράγματα δεν έρχονται ακριβώς όπως τα περιμένουμε, όπως ιδανικά θα θέλαμε να είναι. Σίγουρα όλα θα ήταν πολύ πιο εύκολα αν επιλέγαμε το άτομο, τον χρόνο, τις συνθήκες. Όμως σε αυτό το παιχνίδι που ονομάζεται «έρωτας» τους κανόνες δεν τους θέτουμε εμείς. Το αν θα παίξουμε, όμως, είναι όντως απόφαση δική μας. Αυτό είναι το ερώτημα, λοιπόν: Θα τολμήσεις να το ζήσεις;
Συχνά αυτό το δυνατό που νιώθουμε, μας τρομάζει -τόσο που δεν μπορούμε να το διαχειριστούμε. Ή τουλάχιστον έτσι φροντίζουμε να πείσουμε τον εαυτό μας. Πετάμε ένα «γάμησέ το, θα το ζήσω την επόμενη φορά». Αν, όμως, αυτή η επόμενη φορά δεν έρθει ποτέ; Αν δε σε περιμένει μια δεύτερη ευκαιρία; Αν μονίμως βάζεις φρένο στον εαυτό σου; Αν του στερείς όσα, κάτω απ’ το φόβο και την ανασφάλεια, κυνηγάει για να ζήσει; Εσύ θα βγεις χαμένος. Εσύ και ταυτόχρονα ένας ακόμα άνθρωπος, που χάνει την ευκαιρία στον έρωτα, και μάλιστα όχι από δική του απόφαση.
Σίγουρα, κανένας δεν μπορεί να σε κρίνει για τις επιλογές σου. Δική σου η ζωή. Μόνο φρόντισε μην έρθει μια μέρα η στιγμή που θα κοιτάς το παρελθόν και θα χάνεις το μέτρημα μες στις τόσες χαμένες ευκαιρίες και τα «αν». Όταν για μια δειλία της στιγμής εσύ θα έχεις ξεχάσει πώς είναι να ζεις. Να εύχεσαι να μην έρθει αυτή η μέρα. Γιατί θα χτυπάς το κεφάλι σου, μετανιώνοντας για όσα εσύ άφησες να φύγουν απ’ τα χέρια σου. Για θησαυρούς που κρατούσες το κλειδί κι απλά επέλεξες να τους πετάξεις πριν καν τους ανοίξεις, από φόβο μη σου βγουν κάλπικοι.
Γιατί όσο κι αν λέμε πως επιδιώκουμε να ζήσουμε τον απόλυτο έρωτα, κατά βάθος τον φοβόμαστε, τον τρέμουμε κι ύστερα τον αποφεύγουμε. Συμβιβαζόμαστε με κάτι άλλο, πιο βολικό, κι απαγορεύουμε στο έντονο, στο αληθινό, να μπει στη ζωή μας. Πείθουμε τον εαυτό μας ότι δεν είναι δα και κάτι διαφορετικό. Ακόμα κι αν ορισμένες καταστάσεις έχουν ημερομηνία λήξης, ακόμα κι αν νομίζεις πως είναι καταδικασμένες, εσύ επιλέγεις την εύκολη λύση, την άτακτη φυγή.
Παραμυθιάζεις τον εαυτό σου πως έτσι είναι καλύτερα, μα δεν το πιστεύεις ούτε εσύ ο ίδιος. Αφού τρώγεσαι. Αφού το θέλεις. Το ξέρεις. Κανένας, όμως, δε θα σου αλλάξει γνώμη, αν εσύ δεν γκρεμίσεις τις άμυνές σου. Αν δεν το επιτρέψεις στον εαυτό σου να παραδοθεί και να απολαύσει αυτό που τον διεκδικεί με τόση ορμή. Με το ζόρι τίποτα δε γίνεται, κι αν γίνει, λήγει άδοξα. Σκέψου, όμως, το ενδεχόμενο να επιτρέψεις στα «θέλω» σου να αναλάβουν τα ηνία.
Έχεις ακούσει που λένε «Μην αφήνεις για αύριο αυτό που μπορείς να κάνεις σήμερα»; Μπήκες ποτέ στη διαδικασία να το σκεφτείς; Τις περισσότερες φορές αφήνουμε για αύριο πολλά πράγματα θεωρώντας πως δεν είναι δα και τόσο σημαντικά. Και κάπως έτσι κυλάει ο χρόνος, περνάνε οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια κι εμείς ξεχνάμε να ζήσουμε. Μετανιώνουμε για ανθρώπους που αφήσαμε να φύγουν κυριολεκτικά μέσα απ’ τα χέρια μας. Όμως ο χρόνος πίσω δε γυρνά. Είναι το τίμημά του αυτό. Κι εμείς καλούμαστε να το πληρώσουμε. Σου δίνει απλόχερα κάτι που εσύ ίσως θεωρείς πως δεν το θέλεις αρκετά σήμερα, αφήνεις ένα ανοιχτό ενδεχόμενο για αύριο, αλλά όταν θα το αναζητάς, θα στο έχει κλέψει, παίρνοντάς σου τελεσίδικα την ευκαιρία να το διεκδικήσεις. Την ίδια ευκαιρία που κάποτε δεν έδωσες εσύ. Πρώτα στα δικά σου συναισθήματα, που με τόσο κόπο προσπαθείς να καλύψεις, κι έπειτα σε έναν άνθρωπο που ίσως να ‘χε πολλά να σου δώσει.
Ιδιαίτερο και σπάνιο πλέον κάποιος να θέλει να σου τα δώσει όλα, χωρίς καν να τα έχεις ζητήσει. Αλλά στενάχωρο ταυτόχρονα. Στενάχωρο να πέφτει πάνω στους τοίχους που έχεις υπερυψώσει. Να εύχεσαι μόνο να μην έρθει μέρα που εσύ θα θες να τους γκρεμίσεις κι ο άλλος θα έχει φτιάξει τους δικούς του.
Στην τελική, ποιο είναι το νόημα της ζωής; Να φοβόμαστε και να κρυβόμαστε πίσω από τους φόβους μας αυτούς; Να ονομάζομαι ασφάλεια τη δειλία; Ρίσκαρέ το κι ας φας τα μούτρα σου. Ρίξε τις άμυνές σου, μην κατηγορείς τον εαυτό σου για όσα νιώθει. Ζήσε. Στο σήμερα. Γιατί το αύριο είναι αβέβαιο και το χθες ασήμαντο.
«Και ποιοι είμαστε εμείς που θα πάμε κόντρα στο πεπρωμένο; Και ποιοι είμαστε εμείς που προσπαθούμε να χωρέσουμε τη λογική στον έρωτα; Για μια στιγμή σκέψου τι είναι αυτό πραγματικά θέλεις. Μην το πεις πουθενά. Παραδέξου το. Αποδέξου το. Κι άσ’ το να σε κατακλύσει. Όπως του αξίζει. Όπως μας αξίζει» σου είπα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη