Πριν λίγο καιρό, στις αρχές Ιουλίου,  ένας από τους κολλητούς μου με ξεσήκωσε να κάνουμε μια «καλή έξοδο», δηλαδή μια βραδινή έξοδο μακριά από την περιοχή που μένουμε κι άρα μακριά από τα τετριμμένα της τρέχουσας ρουτίνας μας.

Χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα απάντησα θετικά, αφού με τον συγκεκριμένο κολλητό μου περνάω πάντα υπέροχα κι έτσι κι αλλιώς εμπιστεύομαι το γούστο του κι άρα τις επιλογές του. Επίσης θα ερχόταν κι άλλος ένας πολύ καλός μου φίλος καθώς και κάποια οικεία μου πρόσωπα τα οποία μου είναι όλα πολύ συμπαθή. Συνεπώς δεν υπήρχε ούτε μια περίπτωση να μη δεχτώ. Και δεν το μετάνιωσα καθόλου.

Πήγαμε λοιπόν σ’ ένα μεζεδοπωλείο στη Δάφνη, πάνω σε μια από τις κεντρικές πλατείες της περιοχής. Το αγάπησα από την πρώτη στιγμή που φτάσαμε, αφού το εν λόγω μεζεδοπωλείο μου έβγαζε μια οικειότητα και μου δημιούργησε μια έντονη νοσταλγική διάθεση για τα φοιτητικά μου χρόνια που δεν άφηνα μαγαζί για μαγαζί αυτού του είδους.

Το καλύτερο κομμάτι όμως αυτής της βραδιάς ήταν ο λόγος που έγινε η επιλογή αυτού του μαγαζιού. Θα τραγουδούσε εκείνη τη νύχτα λοιπόν ένα ελληνικό συγκρότημα με όνομα “Concardes”, το οποίο η παρέα του κολλητού μου κι ο ίδιος είχαν ακούσει ξανά κι είχαν αγαπήσει. Κι όχι άδικα.

Τρία νέα παιδιά λοιπόν, η Διονυσία, η Ευτυχία κι ο Μάνος ανέβηκαν στη σκηνή και μας χάρισαν με τις φωνές και το υπέροχο κέφι τους μια υπέροχη βραδιά με τραγούδια των 90’s και 00’s -τραγούδια δηλαδή της γενιάς μου- ενώ ξεκίνησαν το live με το δικό τους τραγούδι το οποίο στηρίζεται σε μια έξυπνη αλληγορία γύρω από τις κονκάρδες- όπως είναι άλλωστε και το όνομά τους. Περιττό να σας πω ότι στο κλείσιμο του live όλο το μαγαζί ζητούσε ν’ ακουστεί ξανά αυτό το τραγούδι -όπως κι έγινε.

Κι επειδή όπως καταλαβαίνετε δεν πρόλαβα να μάθω όλους τους στίχους  αυτού του τραγουδιού, επέλεξα ένα άλλο που ερμήνευσαν τα παιδιά και που μου έμεινε έντονα απ’ αυτήν τη βραδιά. Πρόκειται για ένα τραγούδι το οποίο είχα ν’ ακούσω πολλά χρόνια και στο άκουσμα του ταυτίστηκα με τους στίχους για πολλούς και διάφορους λόγους. Και κάπως έτσι το συνέδεσα άρρηκτα μ’ αυτήν την πολύ όμορφη βραδιά και το ακούω πλέον σχεδόν κάθε μέρα. Ο λόγος για το «Δε με νοιάζει» με ερμηνεύτρια την Ελένη Δήμου.

 

 

Καλλιτέχνης: Δήμου Ελένη
Συνθέτης: Πάζιος Σπύρος
Στιχουργός: Δόξας Γιάννης

Μια ζωή θυσίαζα την αγάπη στη λογική.

Μια ζωή αυτοί που σαν φίλοι συστήνονταν μου έλεγαν τι είναι
σωστό. Κι έτσι εγώ δεν έμαθα τι είναι κακό.
Για εμπειρίες στις αμαρτίες τώρα ψάχνω κι ας καώ.

Δε με νοιάζει αν σε δουν το πρωί που θα φύγεις σαν κλέφτης
και μη γίνεσαι ψεύτης το ξέρουν πως μένεις αλλού.
Δε με νοιάζει αν μας δουν γιατί σ’ όσους χρωστώ έχω δώσει
κι όσοι μ’ έχουν πληγώσει με συνείδηση ήσυχη ζουν.

Μια ζωή εξαίρεση στους κανόνες δεν είχα βρει.
Μα η ζωή που τώρα μπροστά μου ανοίγεται
δε θα ‘ναι ίδια ζωή, επειδή αισθάνομαι πιο δυνατή.
Και με θυσίες στις εμπειρίες θέλω τώρα να χαθώ.

Δε με νοιάζει αν σε δουν το πρωί που θα φύγεις σαν κλέφτης
και μη γίνεσαι ψεύτης το ξέρουν πως μένεις αλλού.
Δε με νοιάζει αν μας δουν γιατί σ’ όσους χρωστώ έχω δώσει
κι όσοι μ’ έχουν πληγώσει με συνείδηση ήσυχη ζουν.

Δε με νοιάζει που ρωτούν για να μάθουνε το παρελθόν σου.
Για χατήρι δικό σου πολεμάω κι αυτοί απορούν.
Δε με νοιάζει που μιλούν και προβλέπουν για μας δυστυχίες,
ατυχείς συγκυρίες που θα γίνουν αρχή του κακού.

 

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό