Αν με ρωτήσεις ποιες ήταν οι καλύτερες διακοπές στη ζωή μου -έως τώρα τουλάχιστον- η απάντηση, χωρίς κανένα δισταγμό και με μεγάλη διαφορά, είναι «Κεφαλλονιά 2006». Επιτρέψτε μου να εξηγήσω τους λόγους.
Ήμουν 20 χρονών τότε, φοιτήτρια με μια ομολογουμένως πιο ξέγνοιαστη καθημερινότητα. Όσοι έχετε περάσει ήδη αυτό το στάδιο είμαι σίγουρη ότι αντιλαμβάνεστε ακριβώς γιατί μιλάω κι όσοι δεν το έχετε περάσει ακόμη, σας το εύχομαι -αν είναι αυτό που ζητάτε ασφαλώς.
Δεν ήταν όμως μόνο η ηλικία κι η διάθεση αλλά κι η απίστευτη παρέα που έκαναν μοναδικές αυτές τις διακοπές, αφού για πρώτη φορά καταφέραμε να συντονιστούμε όλα τ’ άτομα της «κλίκας», όπως μας αποκαλούσαμε. Επτά άτομα μαζευτήκαμε, λοιπόν, όλα στην ίδια φάση ζωής κι αποφασίσαμε να πάμε στην Κεφαλλονιά και να μείνουμε σε σπίτι που μας παραχώρησε η θεία του ενός από την κλίκα. Γέλια, μεταμεσονύχτιες αμπελοφιλοσοφίες, ξενύχτια, ποτά, ταβερνάκια, μπάνια, πού και πού μερικά πείσματα και τσακωμοί κι ασφαλώς ατακάρες, πολλές ατακάρες που μέχρι σήμερα αποτελούν τα inside jokes αυτής της παρέας.
Υπήρχε ένα και μοναδικό πρόβλημα. Θέλαμε οι μετακινήσεις μας στο νησί να μας βρίσκουν όλους μαζί κι όχι χωρισμένους σε δύο αμάξια. Τη βρήκαμε όμως την άκρη μας νοικιάζοντας ένα 9θέσιο βανάκι. Κάντε το λίγο εικόνα να σκάμε μύτη σε όποιο μέρος πηγαίναμε, ν’ ανοίγει η πόρτα από το βανάκι και να βγαίνουν επτά τρελαμένα.
Πέρα, λοιπόν, από την καλή παρέα, την όμορφη διάθεση κι όλα αυτά που περιέγραψα ήδη, υπήρχε και μια μικρή τόση δα λεπτομέρεια που έκανε τις διαδρομές με το βανάκι ακόμη πιο υπέροχες· ένα cd σχεδόν αποκλειστικά με τραγούδια του Μιχάλη Ρακιντζή. Έπαιζε ασταμάτητα από τη στιγμή που μπαίναμε το πρωί στο βανάκι έως αργά το βράδυ που γυρίζαμε σπίτι. Και κάπως έτσι ο Ρακιντζής έγινε ο ερμηνευτής της δικής μας κλίκας αλλά κι η αιτία για ένα από τα inside jokes μας, αφού η μια κοπέλα από την παρέα κάποια στιγμή βαρέθηκε ν’ ακούσει σ’ επανάληψη τα ίδια τραγούδια αναφωνώντας «Αγαπάμε Ρακιντζή αλλά αϊ σιχτίρ».
Κι επειδή, λοιπόν, αγαπάμε Ρακιντζή αλλά κι επειδή πλησιάζει ήδη η ώρα των διακοπών αποφάσισα να σκαλίσω αυτές τις ανεπανάληπτες αναμνήσεις, επιλέγοντας μια από τις αγαπημένες μου μπαλάντες του εν λόγω καλλιτέχνη με τίτλο «Έτσι ξαφνικά».
«Έτσι ξαφνικά»
Στίχοι, σύνθεση κι ερμηνεία: Μιχάλης Ρακιντζής
Πάνω που είχα πει
πως θα σε ξεχάσω.
Πάνω που ήμουν έτοιμος
να σε ξεγράψω.
Ήρθες για να πάρεις,
κάτι πράγματά σου
και μου ζήτησες να σκίσω
όλα τα γράμματά σου.
Φάνηκες μπροστά μου έτσι ξαφνικά,
ήσουν όμορφη όπως πάντα.
Έκανα να σ’ αγκαλιάσω
και χαμήλωσες τα μάτια.
Κι ήρθαν στο μυαλό μου
όλες οι στιγμές.
Πώς μπορείς να τις ξεχάσεις;
Και η ειρωνεία είναι
πως φοβόσουν μη με χάσεις.
Έχω κουραστεί να σε περιμένω.
Είναι πια ανώφελο να επιμένω.
Δε θα σου ζητήσω τη γνώμη σου
ν’ αλλάξεις.
Μα έξι χρόνια πώς μπορείς
να τα ξεχάσεις;
Φάνηκες μπροστά μου έτσι ξαφνικά,
ήσουν όμορφη όπως πάντα.
Έκανα να σ’ αγκαλιάσω
και χαμήλωσες τα μάτια.
Κι ήρθαν στο μυαλό μου
όλες οι στιγμές.
Πώς μπορείς να τις ξεχάσεις;
Και η ειρωνεία είναι
πως φοβόσουν μη με χάσεις.