Λένε πως ο έρωτας μπορεί να σε βρει οπουδήποτε, στα πιο περίεργα μέρη, τις πιο ακατάλληλες στιγμές. Εκεί που δεν το περιμένεις. Λες κι αν ξέραμε πού να τον περιμένουμε δε θα στήναμε καρτέρι.
Ως καχύποπτη κι επιφυλακτική εκ φύσεως, δεν πίστεψα ποτέ αυτόν τον «κεραυνοβόλο έρωτα» όπως τον αποκαλούν. Ακόμη κι αν ενθουσιαζόμουν κρατούσα πάντα αυτή την «πισινή», τη λογική δηλαδή και προσπαθούσα πάντα να κρατάω τον έλεγχο· μέχρι που κατάλαβα πως μάλλον με κράταγε αυτός. Όλα αυτά μέχρι που τον συνάντησα.
Ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή.
Θεσσαλονίκη, Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2013. Ώρα 15:45
Περιμένω στη Βενιζέλου το 78 για αεροδρόμιο, κλασσικά έχει καθυστερήσει, βρέχει κι έχει αρχίσει να μαζεύεται κόσμος στη στάση. Αγχώνομαι μήπως δεν προλάβω να μπω. Πέντε λεπτά αργότερα το λεωφορείο φτάνει, γεμίζει σε δευτερόλεπτα. Προσπαθώ να ανεβάσω τη βαλίτσα κι ως άχαρη και κακομαθημένη δυσκολεύομαι. Προσφέρεται να με βοηθήσει. Εγωίστρια εγώ – αρνούμαι.
Καταφέρνω μετά κόπων και βασάνων να μπω, και στριμωγμένη σαν παστή σαρδέλα επιχειρώ να πλησιάσω το μηχάνημα για εισιτήριο. Στο ένα χέρι η βαλίτσα, στο άλλο τσάντα, πορτοφόλι και ψιλά, κι εγώ μετέωρη στο πουθενά, χορεύω προσπαθώντας να ισορροπήσω.
«Δε θα αρνηθείς και δεύτερη φορά τη βοήθειά μου, θα παρεξηγηθώ» είπε και μου πήρε το εισιτήριο για να το χτυπήσει.
Λίγα βλέμματα και μερικά κοφτά χαμόγελα μετά, φτάσαμε στο αεροδρόμιο.
Πίστευα πως ήταν ένας ακόμη άγνωστος απ’ αυτούς που ανταλλάσσουμε αμήχανα βλέμματα και δεν βλέπουμε ποτέ ξανά. Ήμουν άλλωστε τόσο αγχωμένη με το ταξίδι, που το μυαλό μου δεν άφηνε χώρο για δεύτερες σκέψεις.
Η δύναμη των συμπτώσεων τον έφερε πίσω μου στην αναμονή για καφέ έξω απ’ το αεροδρόμιο. «Πάλι μπροστά μου;» είπε χαμογελώντας και τότε συνειδητοποίησα για πρώτη φορά πόσο γοητευτικός ήταν.
Ο ήχος του κινητού μου διέκοψε την κουβέντα μας πριν καν αρχίσει. Απομακρύνθηκα για να μιλήσω κι όμως με την άκρη του ματιού μου ένιωθα το βλέμμα του να με καρφώνει. Η συζήτηση στο τηλέφωνο με απορρόφησε για λίγο και δέκα λεπτά μετά, όταν έστριψα ξανά προς το μέρος του, ο μυστήριος μελαχρινός είχε εξαφανιστεί.
Βαρετή ουρά στον έλεγχο χειραποσκευών και μερικές βόλτες στα duty free με έπεισαν πως ο άγνωστος X είχε ήδη πετάξει πάνω απ’ τα σύννεφα. Αναρωτιόμουν πού μπορεί να πήγαινε.
Η ώρα πέρασε, η πύλη για Πάφο άνοιξε. Επιβιβάστηκα απ’ τους τελευταίους καθώς οι προσφορές στα καλλυντικά με έκαναν να χάσω για λίγο την αίσθηση του χρόνου.
Μπήκα στο αεροπλάνο βιαστικά και πλησιάζοντας τη θέση μου συνειδητοποιώ την τρίτη μοιραία σύμπτωση. 17Α εγώ, 17B αυτός.
Δεν προλάβαμε να δέσουμε τις ζώνες μας και τη θέση των αμήχανων χαμόγελων είχαν ήδη πάρει οικεία βλέμματα κι αληθινά γέλια. Δε σπάσαμε τον πάγο γρήγορα γιατί μάλλον φαίνεται να μην υπήρξε ποτέ. Νιώσαμε να γνωριζόμαστε χρόνια κι ο χρόνος μαζί του έμοιαζε πιο σχετικός από ποτέ.
Μερικά σύννεφα αργότερα είχαμε ήδη ανταλλάξει πολλά παθιασμένα φιλιά. Δεν είχα καταλάβει ποτέ πριν τι θα πει «χημεία» μέχρι που την αισθάνθηκα ως το κόκκαλο. Η ηθική, η λογική κι ό,τι άλλο θα μπορούσε να με απομακρύνει απ’ το άγγιγμά του, είχαν ηττηθεί γιατί όπου υπάρχει αληθινό πάθος, πάντα κυριαρχεί.
Εγώ πήγαινα για πέντε μέρες να συναντήσω την κολλητή μου κι εκείνος μετακόμιζε για δύο χρόνια για μεταπτυχιακό. Αποφάσισα να μην ανταλλάξουμε τηλέφωνα ούτε και κανένα άλλο μέσο επικοινωνίας. Αρνήθηκα να τον ξαναδώ μια από τις επόμενες πέντε μέρες που θα ήμασταν και οι δυο στην ίδια περιοχή, παρά την επιμονή του. Πίστευα πως δεν είχε νόημα κάτι που εξ αρχής θα είχε να τα βάλει με την απόσταση.
Την αλήθεια; Δείλιασα για άλλη μια φορά. Έβαλα μπροστά τον φόβο κι επιστράτευσα τη λογική. Κι όμως εκείνες τις δύο ώρες που την είχα πετάξει απ’ το παράθυρο, αισθάνθηκα πραγματικά ελεύθερη κι ευτυχισμένη. Ήταν η μοναδική φορά που ένιωσα ερωτευμένη.
Ο έρωτας δε χρειάζεται πάντα διάρκεια, μονάχα ένταση. Υπάρχουν έρωτες που κρατάνε λίγες μέρες, ώρες ή και λεπτά. Είναι αυτά τα βλέμματα στο μετρό με αγνώστους που αν κι η συνάντηση σας κράτησε λιγότερο από πέντε λεπτά, θα τη σκέφτεσαι όλη μέρα και θα χαμογελάς.
Δεν είναι ιεροσυλία να ονομάσεις το πάθος της στιγμής έρωτα. Αντίθετα, οι χλιαρές σχέσεις είναι που τον εκφυλίζουν. Υπάρχουν ερωτευμένοι άνθρωποι που δεν ξύπνησαν ποτέ στο ίδιο κρεβάτι και χιλιάδες ξενέρωτοι που ξυπνάνε κάθε μέρα μαζί.
Είναι και κάποια πάθη όμως που αξίζουν την ένταση, την έχουν κερδίσει, τη δικαιούνται. Έτσι όπως σε αξίζω κι εγώ. Πέρασε πάνω από ένας χρόνος κι όμως ανατριχιάζω πάντα στη σκέψη σου και χαμογελώ σα χαζή.
Κανείς δε με άγγιξε όπως εσύ, μυστήριε συνεπιβάτη, κανείς δε με φίλησε όπως εσύ, με κανέναν δεν ένιωσα αυτή την οικειότητα. Μετάνιωσα και κάθε μέρα πληρώνω τον εγωισμό και τη σάπια μου λογική. Σε περιμένω λοιπόν, μην αργείς.
Θεσσαλονίκη, Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015.