Συγγνώμη. Λέξη καραμέλα μιας εποχής που έμαθε να φτύνει γρήγορα ό,τι της χαλάει τη γεύση. «Λέξη που χρησιμοποιείται για να δηλώσει μετάνοια», λέει το λεξικό. Αναφέρει όμως και κάτι ακόμα: «Λέξη που χρησιμοποιείται για να προειδοποιήσουμε τους άλλους ότι πρόκειται να τους ενοχλήσουμε ή να τους διακόψουμε».

Κι η αλήθεια είναι πως μάλλον περισσότερο ενοχλεί παρά μετανιώνει όποιος μοιράζει συγγνώμες πεπεισμένος πως βρήκε την πανάκεια σε κάθε του λάθος. Κι αν οι υποκριτικές του ικανότητες του το επιτρέψουν θα τη στολίσει με ένα θλιμμένο βλέμμα, παρέα με κάτι υποσχέσεις.

Υποσχέσεις που δε θα βρουν ποτέ τον τρόπο να εκπληρωθούν, γιατί ο ιδιοκτήτης τους ποτέ δε νοιάστηκε πραγματικά για να τον αναζητήσει. Βολεύτηκε πίσω απ’ τη συγγνώμη του, χτυπήθηκε ώσπου να πείσει για τη μετάνοιά του κι όταν πια σιγουρεύτηκε πως πήρε την πολυπόθητη συγχώρεση, συνέχισε κανονικά, σαν να μην πλήγωσε ποτέ, σαν να μην πρόδωσε κανέναν.

Μα καμία συγγνώμη που ειπώθηκε απλώς για να κρύψει το κενό της σιωπής, δε διόρθωσε ποτέ τίποτα, δεν έκλεισε πληγές ούτε σκούπισε δάκρυα, δε γέμισε κενά ούτε γιάτρεψε τον πόνο. Η προδοσία παρέμεινε προδοσία και το παράπονο έμεινε εκεί να μεγαλώνει και να μαραζώνει αυτόν που αφελώς βιάστηκε να πιστέψει.

Βλέπεις, είναι πολλές οι φορές που κρεμόμαστε πίσω από κούφιες συγγνώμες και συγχωρούμε απερίσκεπτα ανθρώπους, απλά και μόνο γιατί δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να τους χάσουμε απ’ τη ζωή μας. Στην πραγματικότητα ανυπομονούμε να τη ζητήσουν γιατί λαχταράμε να τους δώσουμε μία ακόμα ευκαιρία κι η θέση τους ακλόνητη. Όχι από αφέλεια, αλλά από αγάπη -που συχνά είναι το ίδιο.

Κι εκείνοι ξέρουν να εκμεταλλεύονται την αδυναμία μας. Να πατάνε στο χώρο που τους προσφέρουμε με τόση χαρά και μόλις συνειδητοποιήσουν πως είναι ακόμα ευπρόσδεκτοι, θα μπουν με τα παπούτσια και θα λερώσουν τους καναπέδες και στην πρώτη ευκαιρία, θα λερώσουν και τη φωλιά τους. Το έκαναν και στο παρελθόν και καθάρισαν απλώς με μια λέξη, που ούτε καν την εννοούσαν.

Μα η «συγγνώμη» δεν πείθει κανέναν με θεατρινισμούς, κροκοδείλια δάκρυα, καρτούλες και σοκολατάκια. Κανείς δεν ξέχασε με ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα, καμία πληγή δεν έκλεισε με λούτρινα αρκουδάκια και σίγουρα κανείς δε μετάνιωσε με ακριβά δώρα και φτηνές υποσχέσεις. Υποσχέσεις που θα αναιρεθούν στην πρώτη ευκαιρία, πληγές που μια συγγνώμη-τσιρότο δεν πρόλαβε να καλύψει κι άνοιξαν πάλι.

Να τη λες τη συγγνώμη με λέξεις μα κυρίως να τη δείχνεις με πράξεις. Με ειλικρίνεια και συνειδητοποίηση. Με ωριμότητα κι υπευθυνότητα. Να τη ζητάς και να την τιμάς. Καλύτερη συγγνώμη απ’ την αλλαγή συμπεριφοράς δεν υπάρχει και στην τελική, είναι κι η μοναδική που αξίζει. Η μόνη που θα μείνει κι εκείνη που θα κάνει όσους πρόδωσαν να μετανιώσουν κι όσους προδόθηκαν να ωριμάσουν.

Μακριά από αμφιβολίες και κακίες, μούτρα, εκβιασμούς και τελεσίγραφα. Γιατί όσο λάθος είναι να ζητάς συγγνώμη χωρίς να την εννοείς, αλλά τόσο είναι να λες πως συγχωρείς μα να στέκεσαι στη γωνιά και να καρτερείς το πρώτο στραβοπάτημα για να δικάσεις και πάλι τον «κατηγορούμενο».

Είναι ωραίο, βλέπεις, να ζητάς συγγνώμη, αρκεί να τη συνοδεύεις με τη μαγική φράση «Δε θα ξανασυμβεί» -κι αν όντως το εννοείς, τότε ναι, είναι επίσης όμορφο και το να συγχωρείς. Γιατί οι σχέσεις είναι για να γκρεμίζονται και να χτίζονται πάλι απ’ την αρχή, οι έρωτες για να πληγώνουν, οι άνθρωποι για να τσαλακώνονται και τα λάθη για να τους ενώνουν.

 

Συντάκτης: Πωλίνα Πανέρη