Αν ένα «Πήρα απλώς για να δω τι κάνεις» μπορεί να καρφιτσώσει ένα πλατύ χαμόγελο και να κάνει ένα ζευγάρι μάτια να λάμψουν, σκέψου τι μπορεί να κάνει ένα «Πήρα απλώς για να σου πω “σ’ αγαπώ”». Κάπου η μέρα θα πλημμυρίσει κόκκινο χρώμα κι η νύχτα θα γεμίσει χρυσόσκονη.
Αγαπάς μα δεν το λες συχνά, σου είπαν πως έτσι χάνει τη μαγεία του. Αγαπάς μα δεν το φωνάζεις, νομίζεις πως έτσι θα τους τρομάξεις κι ίσως και να φύγουν. Αγαπάς μα δεν είσαι σίγουρος πως ξέρεις πώς να το δείξεις. Αγαπάς μα δεν το ξέρει κανείς. Ξέρεις κάτι; Δεν αγαπάς.
Τα αισθήματα, βλέπεις, τα αληθινά –αυτά που αξίζουν να τους αφιερώσεις γραμμές, χρόνο, δάκρυα και ψυχή- βιώνονται ακραία και δυνατά, σπάνε κοντέρ, γκρεμίζουν ζυγαριές, δε χωράνε σε μεζούρες, δεν μπαίνουν σε καλούπια, δεν ταιριάζουν με τα καθώς πρέπει, μονάχα με τα καθώς αισθάνεσαι.
Κι η αγάπη θέλει να την αισθάνεσαι με σιγουριά, να μην την αμφισβητείς. Να μην αμφιβάλλεις ποτέ γι’ αυτήν μα το κυριότερο να μην κάνεις ούτε στιγμή τον άλλον να αμφιβάλλει.
Δεν αντέχει εγωισμούς και καλογυαλισμένες βιτρίνες, δε συμπαθεί τους ατσαλάκωτους και τους comme il faut. Γουστάρει τους χύμα και τους πολυλογάδες, αυτούς που στο όνομά της κάνανε τις μεγαλύτερες τρέλες και τα πιο μακρινά ταξίδια.
Πώς ξέρεις πότε αγαπάς; Είναι απλό, είναι εκείνος ο άνθρωπος που όταν σου συμβεί κάτι άσχημο, ξέρεις πως αν το μοιραστείς μαζί του, αυτομάτως θα μικρύνει και θα πονάει λιγότερο. Εκείνο το πρόσωπο που όταν σου συμβεί κάτι όμορφο, θες να το ζήσετε μαζί. Είναι η πρώτη κι η τελευταία σκέψη, το χαζό χαμόγελο σε άκυρες στιγμές μόνο στη θύμησή του, η ταραχή στο άκουσμα της φωνής του, το βάλσαμο της παρουσίας και το βασανιστήριο της απουσίας του.
Κι αν είναι νύχτα, αξίζει να ξυπνήσεις κάποιον μόνο και μόνο για να του πεις πως τον αγαπάς και ξαγρυπνάς μακριά του. Κι αν είναι μέρα, δυο σου λέξεις αρκούν για να την κάνουν από μουντή και συνηθισμένη, ξεχωριστή. Κι αν είναι μακριά, να στριμώξει δυο ρούχα μαζί με το «σ΄ αγαπώ» σου σε μια βαλίτσα, να μπει στο πρώτο αεροπλάνο και να ‘ρθει να σε βρει. Κι αν είναι κάπου εκεί κοντά, να τρέξει με φόρα πάνω σου.
Γιατί εκείνοι οι –ευτυχώς όχι και τόσο– λίγοι που πιστεύουν ακόμα στα θαύματα, έχουν για καύσιμό τους την αγάπη. Εκείνη μπορεί να τα αλλάξει όλα, να τα φτιάξει όλα.
Κι αν η αγάπη σου δε βρει αντίκρισμα, πάλι εσύ θα είσαι ο κερδισμένος, που ρίσκαρες για ό,τι αξίζει πιο πολύ στη ζωή. Κι ο χρόνος θα φέρει τη λύτρωση κι εκείνη μια νέα αγάπη, αμοιβαία αυτή τη φορά. Κι αν πάλι βρει, τότε μαζί με σένα θα κάνεις και κάποιον άλλον ευτυχισμένο.
Μη στείλεις μήνυμα. Μην του στερήσεις ούτε λίγη απ’ τη μαγεία του, μην το στριμώξεις σε μια οθόνη, μην το μπλέξεις με σύμβολα και μονούς αριθμούς. Όλα τα «σ’ αγαπάω» αυτού του κόσμου πρέπει να ακούγονται δυνατά, μακριά από αμφιβολίες, δειλίες και ντροπές.
Σήκωσε το ακουστικό και πες το. Εκεί έξω κάποιος το περιμένει, κάπου το χρωστάς, κάποιος ξενυχτά γι’ αυτό. Κι αν δεν το ξέρει, τώρα είναι η ώρα να το μάθει. Κι αν το ξέρει, είναι ώρα να του το θυμίσεις. «Σ’ αγαπάω». Έτσι ολόκληρο, μην κόψεις ούτε ένα γράμμα. Γιατί όταν αγαπάς, πας παντού, ανοίγεις πόρτες, σπας παράθυρα, διαλύεις ανασφαλή καταφύγια και χτίζεις νέα.
Σήμερα. Τώρα. Γιατί αύριο ίσως και να ΄ναι αργά. Η ζωή κυλάει και δε σταματάει για κανέναν κι είναι κρίμα να την αφήνεις να φεύγει μέσα σε βολικές σιωπές. Να λες πάντα όσα νιώθεις τη στιγμή που τα νιώθεις –γιατί η αγάπη δε φεύγει, δε σου εγγυάται όμως το ίδιο κι εκείνος που ίσως και να κουράστηκε να την περιμένει. Όμορφα συναισθήματα δεν είναι μόνο τα αμοιβαία, αλλά και τα ταυτόχρονα.
«Πήρα απλώς για να σου πω πως σ’ αγαπάω και, ξέρεις, η αγάπη δεν μπορεί να περιμένει».