Τα αγαπάνε οι άνθρωποι τα μεγάλα λόγια, τους αρέσει να τα στολίζουν σαν επιτάφιο Μητρόπολης, να τα γεμίζουν οριακά πριν ξεχειλίσουν, να τα φουσκώνουν σαν περήφανα παγόνια κι ύστερα με άνεση να τα σερβίρουν σε άλλους ανθρώπους -ιδανικά συναισθηματικά νηστικούς και πεινασμένους.

Μόνο που ξεχνάνε πως τα μεγάλα εκείνα λόγια απαιτούν κι αντίστοιχα μεγάλες πράξεις -ή τουλάχιστον πως μόνο κάπως έτσι έχουν πραγματική αξία. Δε βαριέσαι, όμως, κανείς δε θα το καταλάβει κι όταν –κι αν– το προσέξουν πως οι παραφουσκωμένες υποσχέσεις δεν ήταν παρά μονάχα αέρας κοπανιστός, εκείνοι θα είναι ήδη αρκετά μακριά για να νοιαστούν για την αυτοδιάψευσή τους.

Έτσι έρχονται με φωτεινά χαμόγελα και τις καλύτερες προθέσεις, κάνουν τα πάντα για να σπάσουν το προστατευτικό σου τείχος κι αφού σε πείσουν πως αξίζουν να τους ανοίξεις την κεντρική είσοδο και να τους φιλέψεις ό,τι καλύτερο έχεις, θυμούνται πως άφησαν το θερμοσίφωνα ανοιχτό ή πως δεν έχουν τελικά τα κότσια να το ζήσουν κι εξαφανίζονται απ’ την πίσω πόρτα.

Δίνουν αγώνες για να σου αποδείξουν πως θα ‘πρεπε να είχαν ήδη κερδίσει την εμπιστοσύνη σου. Μάλιστα με τόσο πείσμα που κι εσύ ακόμα απορείς. Άντε, μωρέ, δε γίνεται να σε κοροϊδεύουν, όχι αυτή τη φορά, δε σε ξεγελάνε, άλλωστε, πια.  Έχεις μάθει να ξεχωρίζεις την αλήθεια, δε γίνεται να είναι τόσο καλοί ηθοποιοί.

Αν ήθελαν να σε πληγώσουν, δε θα ανεχόντουσαν τις τόσες αμφιβολίες και την καχυποψία σου, δε θα έκαναν τόσο κόπο μόνο και μόνο για να σε δουν ξανά στραπατσαρισμένο. Δεν τους έχεις κάνει κάτι, εξάλλου. Γιατί να θέλουν να σε πονέσουν; Αν έψαχναν θύμα, θα έβρισκαν κάτι πιο εύκολο, πιο ανυποψίαστο, δε θα  ΄χαναν τον χρόνο τους μαζί σου.

Αφού στο είπαν κι οι ίδιοι, πως το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν είναι να σε πληγώσουν -δεν το απέκλεισαν βέβαια ολοκληρωτικά απ’ τους στόχους τους. Μα έλα που η υποκριτική δεινότητα είναι μεγάλο προνόμιο των δειλών, γιατί όντως το κακό δε ‘θελαν να το κάνουν σε σένα κι ας σε πήραν πρώτο τα σκάγια. Το μεγαλύτερο κακό το κάνουν στον εαυτό τους που πολλές φορές όντως θέλουν να δώσουν ό,τι καλύτερο, όμως σε κάποια φάση κάτι γίνεται και τα σκατώνουν όλα, αφήνουν και σένα να επιπλέεις στα σκατά τους, τις ανασφάλειες και τους φόβους τους που τους κράτησαν πίσω.

Βλέπεις, ο έρωτας είναι δαίμονας και λογικό να κωλώσουν κάποια στιγμή μπροστά στη δύναμή του, μόνο που αντί να σου πουν πως «ξέρεις, κι εγώ φοβάμαι, κι εγώ τρέμω μην πληγωθώ, κι εγώ έχω πληγές ανοιχτές κι έλα να κάνουμε ένα αμοιβαίο συμβόλαιο πως μαζί θα γιατρέψουμε τα τραύματα» ξυπνάνε το αίσθημα της αυτοσυντήρησης και σκοτώνουν εσένα για να μην παραδεχτούν πως αρχίζουν να νεκρώνουν μέσα τους.

Περισσότερο μας διέλυσαν εκείνοι που μας έταξαν πως ποτέ δε θα μας πληγώσουν κι αυτό γιατί έκαναν τα πάντα για να μας πείσουν να αφεθούμε κι αφού χαλαρώσαμε τόσο ώστε να πετάξουμε μάσκες και σωσίβια, εκείνοι την έκαναν κι εμείς μείναμε να κάνουμε βουτιά κατευθείαν στον πάτο απ’ το βάρος των προσδοκιών μας.

Ξεχάσαμε, βέβαια, πως κι εκείνοι τα ίδια θέλανε να ακούσουν κι ίσως να ήταν πιο αδύναμοι κι από μας. Γι’ αυτό κι όλος ο ντόρος, για να σιγουρευτούν πως εμείς δε θα τους κάνουμε την πουστιά. Μα το ότι εμείς όντως δεν τους τη φέραμε δεν τους εμπόδισε απ’ το να μας τη φέρουν εκείνοι.

Τους λιγουλάκι χαμένους, αυτούς που δε μας τάζουν ουρανούς με άστρα, αλλά μας υπόσχονται να τα χαζεύουμε μαζί δίπλα σε ένα φάρο όσο θα ανοίγουμε ψυχές και κουτάκια μπίρας, δε θα ΄πρεπε να τους φοβόμαστε γιατί μας μοιάζουν και κάπως θα καταφέρναμε να βγάλουμε συνεννόηση. Παρ΄όλα αυτά επιμένουμε να επιλέγουμε τους δήθεν δυνατούς που στην πραγματικότητα είναι οι πιο δειλοί και το μόνο που ζητούν από μας είναι επιβεβαίωση.

Περισσότερο μας πόνεσαν τα μεγάλα τους λόγια που στην πρώτη στραβή μας απέδειξαν πόσο μικροί ήταν οι ίδιοι, ανίκανοι να τα υποστηρίξουν, χτίζοντας ουρανοξύστες υποσχέσεων για να μην προδώσουν το συναισθηματικό τους καλυβάκι.

Ανθρώπους που λένε λίγα και δίνουν πολλά θέλουμε, οι άλλοι ας κυνηγήσουν το υποκριτικό τους ταλέντο, τουλάχιστον στο σανίδι θα πάρουν το χειροκρότημα που τους αναλογεί.

 

Συντάκτης: Πωλίνα Πανέρη