Μου λείπεις ρε βλάκα. Πολύ.
Δεν το λέω στους φίλους πλέον. Εκεί το παίζω άνετη και υπεράνω. Ούτε στον εαυτό μου δεν το λέω πια. Αρνούμαι να πιστέψω ότι τόσα χρόνια μετά η απουσία σου με επηρεάζει ακόμα. Γι’αυτό το γράφω εδώ.
Πέρασαν κάποιοι απ’τη ζωή μου από τότε που έφυγες. Με κανέναν δεν μπόρεσα να κοιμηθώ όπως με εσένα. Κανένας δεν κούμπωσε στην αγκαλιά μου.
Ξυπνούσα στη μέση της νύχτας κι έπαιζα με το κινητό μου. Κανένα δεν χάζευα όπως εσένα.
Θυμάσαι που κολλούσα το στόμα μου στο στόμα σου όταν κοιμόσουν κι έπαιρνα την ανάσα σου μέσα μου; Άνοιγες τα μάτια και γελούσες και μου ‘λεγες, «Τι κάνεις πάλι βρε χαζό;» κι έλιωνα.
Μου λείπεις ρε βλάκα. Και θέλω να σου λείπω κι εγώ.
Θέλω να μην κουμπώσεις σε άλλη αγκαλιά. Να περισσέυεις ή να είναι πολύ μεγάλη για ‘σένα.
Κακία; Όχι μωρέ. Παράπονο. Απ’ αυτά που με πιάνουν όταν σε σκεφτώ.
Έχω απομυθοποιήσει –υποτίθεται– τον έρωτα εδώ και κάτι χρόνια. «Μεγάλη αξία του δώσαμε», λέω στις παρέες και φουσκώνω από υπερηφάνεια που σκλήρυνα.
Μπούρδες. Όποτε ακούω το «Όπως ξυπνούν οι εραστές», σπάω ρε γαμώτο. Tο έβαζα στο repeat όταν πέφταμε στο κρεβάτι. Ήταν η «εντολή» σου.
Μου λείπουν τα χαρτάκια που μου άφηνες κάθε πρωί πριν φύγεις για δουλειά. Ερωτόλογα και γατιά σχεδιασμένα με το κουτσουρεμένο μολύβι που είχαμε στην κουζίνα. Ένα πρωινό σε σκέφτηκα τόσο έντονα που νευρίασα με ‘μένα και τα πέταξα κι αυτά.
Όποτε βουρκώσω με κανένα τραγούδι ή κάποια ταινία, οι φίλοι με μαλώνουν, «Γεωργία ξεκόλλα, όχι πάλι, ε;»
«Ρε πάτε καλά; Ποιος ασχολείται ακόμα με το μαλάκα;» Ποιος, ε; Εγώ, μαλάκα μου.
Τι χούι κι αυτό, να το παίζω σκληρή και αντράκι. Τελικά δεν ξέρω, τα ζόρια μας κάνουν πιο δυνατούς ή πιο βουτυρένιους, έτοιμους να λιώσουμε στο επόμενο εμπόδιο; Δεν έχω καταλήξει.
Μου λείπεις ρε βλάκα.
Μου λείπουν όλα αυτά που δεν έχω πει πουθενά, γιατί ήταν μόνο δικά μας. Γιατί κανένας δε θα τα καταλάβαινε.
Αυτά τα μικρά, καθημερινά ζευγαρομυστικά. Αυτά που σου κολλάνε ένα χαμόγελο στη μούρη και όλοι καταλαβαίνουν την κατάσταση σου. «Πάει, ερωτεύτηκε κι αυτή», και δώσ’ του κόκκινα μαγουλάκια και μάτια λαμπερά.
Όταν σκάνε οι αναμνήσεις να τις καλοδέχεσαι. Αφού και να τις διώξεις θα ξανάρθουν. Μπορεί και πιο βαρβάτες απ’ ότι πριν. Και μεταξύ μας, δε μπορείς να κάνεις κάτι γι’αυτό.
Παλεύω κι εγώ να μάθω να ζω μαζί τους. Τις περνάω από φίλτρο, κρατάω τις καλύτερες, τις πιο έντονες και οι υπόλοιπες χάνονται κάπου μέσα στο ερωτικό σύμπαν, μαζί με όλες τις άλλες αναμνήσεις όλων εκείνων των σχέσεων που τελείωσαν άδοξα.
Οι μεγάλοι έρωτες που τελειώνουν, πάντα μα πάντα σου αφήνουν ένα κομμάτι καμμένο στην καρδιά σου.
Και παίξ’ το όσο μαγκάκι θες στην παρέα σου. Την αλήθεια την ξέρεις εσύ κι ας κρύβεσαι πίσω από δάχτυλα και άλλους ανθρώπους.