Είχε στραπατσαριστεί. Είχε σκιστεί. Της είχε φύγει και το ένα ροδάκι. Κουτσή δηλαδή. 

Αλλά δεν την πείραζε και δεν την άλλαζε για κανένα λόγο.

Μαζί της είχε πάει σε όλα τα μέρη που ήθελε. Μόνη και με παρέα. Με δάκρυα και με γέλια.
Στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Είχε στραπατσαριστεί απ’όλες εκείνες τις φορές που την είχαν πετάξει στον ιμάντα μαζί με τις υπόλοιπες αποσκευές. Είχε σκιστεί από ένα καρφί που γαντζώθηκε πάνω της.

Το δεξί ροδάκι της το έχασε όταν την τραβούσε τρέχοντας σε ένα στενάκι στους Αμπελόκηπους για να προλάβει το Χ95.

Γύρισε απ’το Παρίσι, την άφησε μισάνοιχτη στο τραπέζι και μπήκε για μπάνιο. 
Πάντα πίστευε ότι οι αποσκευές, οι βαλίτσες και τα σακ βουαγιάζ «τα λένε» μεταξύ τους.

Ότι επικοινωνούν με κάποιο περίεργο τρόπο. Ανταλλάσσουν αναμνήσεις και εμπειρίες.

Αυτή η κόκκινη βαλίτσα αν όντως μιλούσε θα είχε πολλά να πει.

Θα έλεγε για εκείνη τη νύχτα στη Θεσσαλονίκη που έγινε μούσκεμα απ’τη βροχή και δεν πρόλαβε να αδειάσει, απ’τη λαχτάρα της κατόχου της να κάνει σεξ με τον εραστή της.

Για τα τσαλακωμένα ρούχα που μπήκαν μέσα της κακήν κακώς κι εκείνη τ’αγκάλιασε και τα προφύλαξε, όπως πάντα.

Για την άφιξη της στο Heathrow και για την άγαρμπη πτώση απ’τα χέρια της όταν είδε την ανθοδέσμη του καλού της.

Για τις μέρες που ξεχάστηκε στο σκοτεινό δωμάτιο με τις αποσκευές που «χάνουν» το δρόμο για το σπίτι. Κάποιες φορές, επίτηδες. Εκεί τα είχε τακιμιάσει με μια παλιά, γέρικη, vintage Louis Vuitton μέχρι που η κάτοχός της τους «χώρισε».

Θα έλεγε για τον kinky δονητή απ’το sex shop στο Μοναστηράκι που ήταν καλά κρυμμένος σε μία απ’τις εσωτερικές θήκες της, τυλιγμένος με πασμίνες και κασκόλ και για το λουκέτο στο φερμουάρ της, που έσπασε επειδή δεν χωρούσε άλλα ρούχα και βιβλία.

Δε θα ξεχνούσε να μιλήσει και για το τελευταίο ταξίδι της στο Παρίσι. Τη χαρά της προσγείωσης στο Charles de Gaulle και τα κλάματα στο λεωφορείο καθώς άφηνε πίσω την πόλη της.

Οι βαλίτσες μας είναι από εκείνα τα άψυχα αντικείμενα που αποθηκεύουμε στη ντουλάπα, στο πατάρι, στην αποθήκη και με το που κλείσουμε εισιτήρια είναι σα να τους χαρίζουμε ξανά ζωή και φως.

Ευτυχώς για όλους μας, κρατάνε καλά φυλαγμένα τα μυστικά όσων τις γεμίζουν και τις έχουν πάντα μισογεμάτες και «ετοιμοπόλεμες» κάτω απ’το κρεββάτι.

Και είμαι σίγουρη πως όταν στριμώχνονται όλες μαζί μέσα σε αεροπλάνα, τρένα και λεωφορεία ανοίγουν κουβέντες ταξιδιάρικες που θα μπορούσαν να γεμίσουν ολόκληρους τόμους βιβλίων. 

 

Συντάκτης: Γεωργία Χατζηγεωργίου