Πρωί Σαββάτου 13 Ιουλίου 2024 και σήμερα ήρθαμε αντιμέτωποι με ένα διπλό έγκλημα αυτή τη φορά. Τριπλό θα έλεγα εγώ, αν υπολογίσουμε κι όσους μένουν πίσω. Σύμφωνα λοιπόν, με την επίσημη αναλυτική ανακοίνωση:

«Πρώτες πρωινές ώρες σήμερα, Σάββατο 13 Ιουλίου 2024, ανευρέθηκαν νεκροί στην περιοχή της Αμφιλοχίας 36χρονη γυναίκα και 43χρονος άνδρας, οι οποίοι έφεραν τραύμα από κυνηγετικό όπλο. Όπως προέκυψε από τα πρώτα στοιχεία, ο 43χρονος πυροβόλησε την 36χρονη εν διαστάσει σύζυγό του, η οποία βρέθηκε νεκρή εντός οχήματος και κατόπιν αυτ@κτόνησε λίγα μέτρα μακριά από το όχημα με το ίδιο όπλο, το οποίο βρέθηκε δίπλα του.

Επισημαίνεται ότι η 36χρονη την Πέμπτη, 11 Ιουλίου 2024 είχε υποβάλλει μήνυση σε βάρος του 43χρονου για ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή, που έλαβαν χώρα την 10 Ιουλίου 2024, πλην όμως δεν κατέστη δυνατή η σύλληψή του εντός των ορίων του αυτοφώρου, ενώ η παθούσα δεν επιθυμούσε να μεταφερθεί σε δομή, ούτε να της χορηγηθεί η εφαρμογή του «panic button».

Επίσης, στις 12 Μαΐου 2024, ο 43χρονος κατόπιν υποβολής μηνύσεως της 36χρονης είχε συλληφθεί εντός των ορίων του αυτοφώρου για ενδοοικογενειακή βία, εξύβριση, απειλή και σωματικές βλάβες, ενώ υπέβαλε στη συνέχεια σε βάρος της 36χρονης μήνυση για ενδοοικογενειακή βία.

Οι δυο συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον αρμόδιο Εισαγγελέα και στη συνέχεια αθωώθηκαν κατά την εκδίκαση της υπόθεσης.»

 



 

Καρτέρι θανάτου, επομένως, αφού πρόκειται για πράξη προμελετημένη και προσχεδιασμένη, με τον δράστη να καραδοκεί την επιστροφή της εν διαστάσει συζύγου του στο σπίτι της. Της οποίας δυο μέρες πριν, της είχε κόψει τα φρένα από το μηχανάκι. Η οποία δυο μέρες πριν τον κατήγγειλε κι αφέθηκε ελεύθερος. Ο οποίος την κακοποιούσε για χρόνια ολόκληρα, την εκβίαζε, την περίμενε κάτω από το σπίτι της, όπως λένε οι γείτονες.

Μετρούμε ακόμα μια γυναικοκτονία ανάμεσα στις πολλές. Ακόμα ένα έγκλημα σε βάρος μια γυναίκας που βρισκόταν σε διάσταση με τον σύζυγό της, αλλά ο ίδιος εξακολουθούσε να τη θεωρεί κτήμα του. Για ακόμα μία που ήθελε να φύγει μα δεν την άφησε ποτέ. Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ακόμα ένα έγκλημα σε βάρος δύο ανήλικων παιδιών που αυτή τη φορά χάνουν μητέρα αλλά και πατέρα ταυτόχρονα, αφού ο δράστης μετά την πράξη του, οδηγήθηκε στην αυτοχειρία.

Η γυναικοκτονία ως μορφή βίας συνδέεται με τις βαθιά ριζωμένες πατριαρχικές αντιλήψεις που υποβιβάζουν τη γυναίκα και την καθιστούν αντικείμενο ελέγχου κι υποταγής. Πρόκειται για την πιο ακραία έκφραση εξουσίας που ασκεί ένας άνδρας σε μια γυναίκα. Ενώ στη ρίζα αυτής της πράξης, βρίσκεται η επιθυμία του άνδρα να ελέγχει τη ζωή και τις επιλογές της γυναίκας. Κι αφού δεν υπάρχει άλλος τρόπος, αφού αντιλαμβάνεται πως ο λόγος του δεν έχει καμία ισχύ και καθίσταται ανίκανος να δεχθεί πως οι άνθρωποι δεν είναι άβουλα όντα στα κακοποιητικά μας χέρια, αποφασίζει ο ίδιος να πάρει στα χέρια του και ν’ ασκήσει τον «έλεγχο» που τόσο ποθεί, καταστρέφοντας ζωές. Στην προκειμένη περίπτωση αφαιρώντας τη ζωή της συζύγου του και δίνοντας τέλος στη δική του ζωή.

Στο παρελθόν όπως και τώρα, έχουμε ξαναδεί περιπτώσεις όπου ο δράστης βάζει τέλος στη ζωή του μετά από την πράξη του για ν’ αποφύγει τη δική του τιμωρία. Φαίνεται λοιπόν, σε πόσο ακραία επίπεδα κυριαρχεί στο μυαλό του η τάση του για έλεγχο, ώστε δεν μπορεί να δεχθεί ούτε τις συνέπειες και την τιμωρία της πράξης του, αλλά επιθυμεί να είναι ο ίδιος αυτός που θα ορίσει ως δική του τιμωρία και δικό του φινάλε. Επιβάλλει τον αρρωστημένο έλεγχό του παντού, με το συγχωροχάρτι που του έδωσε η ίδια η ελληνική κοινωνία.

Πρόκειται για περιστατικά που προκαλούν βαθιά θλίψη και οργή. Για περιστατικά για τα οποία έχουμε ανοίξει τον διάλογο πάμπολλες φορές, μα έρχονται δυστυχώς ξανά εκείνα τα πρωινά που μετράμε ακόμα ένα στη λίστα. Μια ακόμα περίπτωση -κι αυτή- που στο παρελθόν είχε προηγηθεί καταγγελία -μόλις 2 μέρες πριν- και που κανένας κρατικός μηχανισμός δεν κατάφερε ν’ αποτρέψει το έγκλημα που τελικά ακολούθησε. Κρούεται και πάλι ένα ηχηρό καμπανάκι –μα δεν ξέρω κατά πόσο θ’ ακουστεί κι αυτή τη φορά ο ήχος του-  όχι μόνο για την κρατική μέριμνα και τη λειτουργία του ευρύτερου κρατικού μηχανισμού αλλά και για όλα όσα καλλιεργούν στο μυαλό και στην ψυχή των δραστών αισθήματα χειρισμού και κτητικότητας σε σημείο που τους οδηγούν σε εγκλήματα που η βάση τους είναι η ανικανότητά τους να δεχθούν πως δεν είναι κύριοι του σύμπαντος. Πόσες ακόμα λοιπόν, θα μιλήσουν, μέχρι να τις ακούσετε, πριν βρεθούν σκοτwμένες;

 



 

Συντάκτης: Έλενα Τσιολάκη