Έτσι απλά χωρίς εξηγήσεις, η φράση αυτή μπορούσε να δικαιολογήσει όλα τα αξιοπερίεργα που μας απασχολούσαν.
Η ανασφάλεια είναι ένα συστατικό που όπου υπάρχει αλλάζει τη συνταγή, έτσι κατάλαβα.
Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απο την αβεβαιότητα για το κάθε τι γύρω σου.
Tη σχέση σου, τη δουλεία σου, την υγεία σου.
Το πιο τρομακτικό από όλα είναι ότι ο άνθρωπος γίνεται ευάλωτος όταν είναι ανασφαλής και επιζητά μια ώθηση , ένα χτύπημα στην πλάτη ότι «καλά το πας, κάνε λίγο υπομονή θα φτιάξουν τα πράγματα» ή ακόμα και ότι είναι σε λάθος δρόμο. Αυτή την καθοδήγηση την επιζητούσε από την αρχαιότητα.
Μερόνυχτα ταξίδευαν άρχοντες και στρατηγοί στην Αρχαία Ελλάδα, για να πάρουν τον χρησμό από τα μαντεία, πριν προβούν σε μια ουσιαστική κίνηση.
Η πασίγνωστη Πυθία σε κατάσταση ύπνωσης έδινε ένα χρησμό παραβολικό και όχι ξεκάθαρο και ο εκάστοτε συμβουλευόμενος έπρεπε να τον αποκωδικοποιήσει.
Συνήθως όλα πήγαιναν κατ’ ευχήν, όταν όμως τα λόγια της Πυθίας, δεν ήταν αυτά που επιθυμούσαν, γινόταν λόγος για παρερμήνευση του χρησμού.
Σήμερα δόξα τω Θεώ έχουμε πληθώρα επιλογών και μικρομαντεία μέσα στα πόδια μας, που κάποιοι συμβουλεύονται για χαβαλέ και κάποιοι άλλοι έχουν πάρει πολύ σοβαρά.
Ένα σωρό αυθεντίες του είδους, του καφέ, του χεριού, των Ταρώ, του αβγού, ακόμη και του σουτιέν, δίνουν αυτό το χτύπημα στην πλάτη και σ’ αφήνουν να κοιτάξεις από την κλειδαρότρυπα για λίγο το τι έπεται.
Η διαδικασία αλλάζει. Ο σκοπός όμως και η αιτία που μπαίνουμε σε αυτή από τότε έως και σήμερα παραμένουν αναλλοίωτα. Ώθηση, ανακούφιση, απόφαση.
Από μικρή ένιωθα ένα δέος για τη μαγεία, παρακολουθούσα σόου μάγων και ανατρίχιαζα, πίστευα ότι υπάρχει κάτι βαθύτερο, μια υπέρτατη δύναμη που χαρίζεται απλόχερα σε εκλεκτούς ανθρώπους.
Σήμερα το πρωί, έθιξα το ζήτημα σε δύο απ’τις φίλες μου.
Η μία από αυτές ανήκει σε εκείνους που πιστεύουν ότι οι ταχυδακτυλουργοί είναι μάγοι, ενώ η άλλη στους συνειδητοποιημένους, που θα πλήρωναν όμως ένα εισιτήριο για να δουν την παράσταση.
«Γιατί πιστεύεις στη χειρομαντεία;», ρώτησα την πρώτη ενώ η κουβέντα είχε πάει πια για τα καλά στη μεταφυσική.
«Γιατί όλα όσα μου χουν ‘πει, βγήκαν!» είπε και ξεκίνησε να απαριθμεί παραδείγματα.
«Είναι κάποιοι που έχουν το χάρισμα..», συνέχισε.
«Μια μάνα που το κληροδοτεί στην κόρη ή και συμπτωματικά. Κάποιοι που απλώς είναι οι εκλεκτοί.
Όχι οτι είναι κι όλοι. Σαφώς υπάρχουν και εδώ λαμόγια.»
Πόσο όμως η πίστη σε ένα πιθανό μελλούμενο, επηρεάζει το καλό;
Και πως ξέρουμε οτι ο χρησμός που επιβεβαιώνεται, δεν είναι απλώς αυθυποβολή;
H φίλη μου ξαφνικά, άρχισε να μιλάει λογικά. «Ναι κι αυτό συμβαίνει, όμως, δεν το καταλαβαίνεις. Είσαι απελπισμένος όταν πια πας εκεί».
Μέντιουμ – ψυχολόγοι δηλαδή. Μάλιστα.
Απογοητεύτηκα παντελώς.
Όσες φορές και αν διάβασα τον «Αλχημιστή» βρίσκοντας το μήνυμα του Coelho πολύ όμορφο, ποτέ κανένα σύμπαν δε συνωμότησε για μένα αμαχητί.
Η ζωή είναι επιλογές.
Δε σ’ αρέσει εκεί που βρίσκεσαι; Φύγε!
Σήκω φύγε, χώρισε, ξέσπασε, παραιτήσου, μίλα, εκδηλώσου.
Ποτέ κανείς δεν κατάφερε τίποτα με τα χέρια σταυρωμένα.
Πάλεψε τις δικές σου μάγισσες και σταμάτα να επικαλείσαι την κακή σου τύχη.
Εσύ τη χάλασες, εσύ και θα την φτιάξεις.