Άραγε εσύ ως παιδί πόσα σενάρια επιστημονικής φαντασίας έγραψες, έπαιξες ή έκαψες και πόσες είναι οι φορές που μέχρι σήμερα όταν τα σκέφτεσαι και τα θυμάσαι σε πιάνουν τα γέλια; Τα χρόνια μπορεί να πέρασαν μα κάποιες εικόνες απ’ την παιδική μας ηλικία δε θα σβήσουν ποτέ. Ένα κρεβάτι, ένας καναπές, μια καρέκλα ή ένα σκαμπό, ήταν αρκετά για να εκτοξεύσουν τη φαντασία μας στα ύψη· όλα μέρη της παιδικής παραμυθοπλεκτάνης μας. Όλα κομμάτι της παιδικής ξεγνοιασιάς που σίγουρα -τώρα που μιλάμε γι’ αυτή- και σένα σου λείπει.
Αναπολείς τα χρόνια που κάθε μυθοπλασία σου έπαιρνε σάρκα και οστά κι ένιωθες το πιο ευτυχισμένο παιδί του πλανήτη, σαν κάποιος να πέταξε πάνω σου με φόρα μια χούφτα μαγική χρυσόσκονη και να σου έδωσε ώθηση να πετάξεις για να βρεθείς σ’ έναν άλλο κόσμο -τον μαγικό σου κόσμο- που όταν έφτανες εκεί, δεν έλεγες να φύγεις -και με το δίκιο σου.
Ήταν μια διαφορετική ιστορία κάθε φορά με εσένα τη μία να χοροπηδάς δήθεν πάνω από λαβές μη σε φάνε οι κροκόδειλοι και να πέφτεις πάνω σε σωρούς μαξιλάρια κάνοντας πως είσαι σούπερ ήρωας και την άλλη πως πνίγεσαι ή περνάς γκρεμό κρατώντας την ισορροπία σου. Σενάρια που φτιάχνει μόνο ένα παιδί, όπως το να παριστάνεις βασιλιάδες φορώντας αστεία ρούχα και ψεύτικες κορώνες, να γίνεσαι πειρατής κλείνοντας το μάτι σου με ένα αντικείμενο, μάγος με στιλό για ραβδί και μια σκούπα για μαγικό σκουπόξυλο, ή ακόμα και ντίβα με ρούχα και τα αγαπημένα τακούνια της μαμάς, μιλώντας και καλά στο τηλέφωνο, ενώ προσπαθούσες να μιμηθείς τα χαρακτηριστικά της. Πόσες φορές έκανες πως χτυπήθηκες από βόμβα ενώ γύρω σου γινόταν δήθεν πόλεμος και πόσες άλλες φανταζόσουν πως πολεμούσες με σπαθιά ενώ στα χέρια σου κρατούσες μπαλόνια, καλαμάκια, μέχρι και πλαστικά μπουκάλια ή ακόμα και ρολό από αλουμινόχαρτο; Άλλοτε έφτιαχνες σκηνές από σεντόνια μπαίνοντας μέσα με βιβλία και φωτάκια κάνοντας πως βρίσκεσαι σε κάμπινγκ, άλλοτε διάβαζες παραμύθια και ήθελες να τα ζωντανέψεις φέρνοντάς τα στα μέτρα σου και ζώντας τη μαγεία των λέξεων. Έτσι, γινόσουν μονομιάς ο πρωταγωνιστής τους, ο ήρωας, και έσωζες το κατοικίδιό σου που βρισκόταν σε κίνδυνο κι άλλοτε έδενες τα αδέρφια σου, τα ξαδέρφια σου, τους φίλους σου παίζοντας τον «κακό» της υπόθεσης με κούκλες και αρκούδους να συμπληρώνουν το παραμύθι σου και να παίρνουν μέρος στην παράσταση, ακόμα και μπροστά σε γονείς, παππούδες και θείους, αφήνοντάς τους όλους άναυδους.
Η παιδική θεατρικότητα που σε διακατείχε είναι μέχρι σήμερα η πιο ζωντανή σου ανάμνηση και αισθάνεσαι τυχερός που έζησες κάθε λεπτό απλώς παίζοντας. Θες να γυρίσεις πίσω στην αιώνια παιχνιδοχώρα σου, σ’ αυτόν τον τόσο διαφορετικό κόσμο, στον μικρό σου πλανήτη και ανακαλύπτεις πολλές φορές πως «λείπεις» στο παιδί που έχεις μέσα σου.
Γιατί όλοι μας λίγο πολύ θυμόμαστε το παιδί που έχουμε μέσα μας και στ’ αλήθεια πρέπει να πιστέψουμε πως είμαστε τυχεροί αν ακόμα δεν έχει χαθεί. Αυτό το παιδί που πίστευε στα παραμύθια και ίσως ακόμα να πιστεύει, ανεξάρτητα απ’ το αν κάποιος προσπάθησε να το πείσει πως δεν υπάρχουν και πως οι ιστορίες τους αποτελούν απλώς προϊόν επιστημονικής φαντασίας.
Νοσταλγώντας όλες αυτές τις στιγμές θες να γυρίσεις το χρόνο πίσω, να ξαναζήσεις, μα αυτό είναι αδύνατον να γίνει. Να ξέρεις πως πιο δυνατή καθημερινή υπενθύμιση απ’ την ανάμνηση δεν υπάρχει. Και κάπως έτσι καλείσαι να μπεις σ’ έναν κόσμο που θα επιλέξεις να είσαι για πάντα το «αιώνιο παιδί» και πού ξέρεις αργότερα στο μέλλον, ίσως θελήσεις να μεταλαμπαδεύσεις το «μικρόβιο» και στα δικά σου παιδιά. Τι πιο όμορφο εξάλλου απ’ το να ξαναζωντανέψεις τις σκέψεις σου και αυτή τη φορά να δοκιμαστείς και σ’ άλλους ρόλους;
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.