Γέλιο, κουβέντες, ατελείωτες ώρες συζητήσεων περί του θαύματος που είναι το σύμπαν, περί θεού και δαιμόνων, περί ζωής και θανάτου. Οι λέξεις να ρέουν και το μυαλό να κυλά μαζί τους, να πλάθει σκέψεις, να θυμάται ιστορίες, ν’ αναπολεί και να μοιράζεται συναισθήματα. Η φωνή ν’ ανεβοκατεβαίνει και να ρυθμίζεται αναλόγως με το θέμα και το ύφος, αναλόγως με την επιθυμία να δώσουμε ή να πάρουμε κι η ενέργεια να πάλλεται γύρω μας, η ατμόσφαιρα να επηρεάζεται, να χρωματίζεται ή να μουνταίνει, να γαργαλά το στομάχι και τα πλευρά ή να το σφίγγει και πικραίνει.
Τι πιο όμορφο απ’ την επικοινωνία με αγαπημένα άτομα; Με άτομα που μπορείς να πεις το καθετί, την κάθε χαζή ή εμπνευσμένη σκέψη και να ξέρεις πως θα την ακούσουν, θα την καταλάβουν κι εκτιμήσουν με τον τρόπο τους; Με άτομα που νιώθεις πιο πολύ ο εαυτός σου απ’ τον οποιονδήποτε γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο; Γιατί μπορείς να εκφραστείς όπως σου κατέβει στο κεφάλι μαζί τους και να μην κριθείς; Κι όμως, υπάρχει και ομορφότερο· το να νιώθεις ελεύθερος κι ελευθερωμένος από τα γνωστά σε όλους μας αόρατα δεσμά κυρίως στη σιωπή.
Γιατί η σιωπή μπορεί να γίνει σουβλερή, βασανιστική, καταραμένα επίπονη, ανελέητη, αβάσταχτη. Έχει τη δύναμη να σε κάνει να νιώσεις πιο μόνος από ποτέ σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο ανθρώπους και να εύχεσαι να εξαφανιζόσουν σε μια στιγμή. Να βρισκόσουν οπουδήποτε από εκείνον τον συνωστισμένο και ταυτόχρονα τόσο άδειο για εσένα χώρο και να εμφανιζόσουν κάπου όπου θα σ’ ένιωθαν. Θα ήθελαν να σε νιώσουν και θα το έκαναν.
Κάπου όπου θα αισθανόσουν γεμάτος με τη σιωπή σας να είναι το αεράκι ανάμεσα στα σώματα που απλώς κάθονται μαζί και κοιτάζουν μια όμορφη θέα ή γέρνει το ένα στο άλλο σε μια ταράτσα στο κέντρο της πόλης ή μπροστά από μία σβηστή τηλεόραση με τον καπνό του τσιγάρου να χορεύει στο ρυθμό της μουσικής που παίζει για φόντο.
Φόντο στο μοίρασμα μιας απλή ηρεμίας και χαλαρότητας ή μιας βαθιάς θλίψης. Μιας ξενέρας ή την άηχη αποτίμηση μιας ολοκληρωτικής ημέρας που ακόμα κάνει την καρδιά να χτυπά χαρούμενα ταραγμένα. Ή φόντο στην αποπνικτική, χωρίς λόγια εξωτερίκευση του πένθους για μια ζωή ή μία σχέση, για συναισθήματα που είναι τόσο πλούσια παρά τη σκοτεινιά τους που τα γράμματα και να ήθελαν να μπουν στη σειρά, οι προτάσεις που θα σχηματίζονταν θα ήταν τόσο φτωχές που θα ήταν κρίμα. Φόντο, λοιπόν, στη σιωπή που μπορεί να πει τα πάντα όπως ακριβώς είναι ή ήταν, όπως ακριβώς συνέβησαν κι όπως ακριβώς τελείωσαν.
Γι’ αυτό είναι πολύτιμο να νιώθεις αποδεσμευμένος κυρίως στη σιωπή. Ελεύθερος από τυπικούς κανόνες ευγένειας που υποδεικνύουν ότι πρέπει να μιλάς για να μην υπάρξει αμηχανία. Ελεύθερος απ’ την αμηχανία που φέρνει η έλλειψη οικειότητας κι αυτοπεποίθησης για το τι υπάρχει ανάμεσα σε ανθρώπους. Ελεύθερος από ανθρώπους που είναι μόνο αυτό κι όχι δικοί σου όταν έχεις ανάγκη να μείνεις σιωπηλός και να «νιώθεις». Είναι πολύτιμο γιατί τα χρώματα κι οι μορφές που μπορεί η σιωπή να ζωγραφίσει, η ατμόσφαιρα κι η ενέργεια που μπορεί να δημιουργήσει, η έντονη σύνδεση που μπορεί να προκαλέσει είναι τόσο ισχυρά, τόσο έντονα υποστηρικτικά και συναισθηματικά που ίσως να μην μπορούν καν να συγκριθούν με τις κουβέντες, το καλαμπούρι ή τη λεπτομερή εξιστόρηση γεγονότων.
Τέτοιους ανθρώπους να έχεις στη ζωή σου. Ανθρώπους που όχι μόνο δε φοβούνται τη σιωπή, που όχι μόνο την αντέχουν, αλλά που την εκτιμούν και την αγαπούν, που την προκαλούν γιατί την έχουν ανάγκη ή γιατί ξέρουν πότε εσύ την έχεις ανάγκη. Ανθρώπους που μπορείς να πεις περισσότερα δίχως λόγια, που μπορείς να νιώσεις καλύτερα δίχως να ακούς τη συμπονετική ή ελπιδοφόρα φωνή τους. Ανθρώπους που μπορούν να σε επηρεάσουν θετικά δίχως να μιλούν με στόμα ή μάτια, δίχως να σε αγκαλιάζουν με λέξεις και χαϊδεύουν με ψιθύρους.
Γιατί κι αυτοί θησαυροί είναι, μα αν δεν εκτιμούν τη σιωπή, τι θα συμβεί όταν το γλωσσάρι τους στερέψει; Τι θα γίνει όταν εσύ έχεις την ανάγκη να μην ακούσεις, να μην κοιτάξεις, να μην αλληλεπιδράσεις ενεργά; Όταν εσύ θα θέλεις να βλέπεις μια ωραία θέα σε μια ταράτσα στο κέντρο της πόλης με τον καπνό να χορεύει στη «μουσική» της σιωπής; Όταν κι εσύ θα θέλεις ν’ αφεθείς στην ενέργεια των σωμάτων, της ανείπωτης συμπόνιας, αλληλοκατανόησης και συναίσθησης; Τι θα γίνει τότε αν δε νιώθετε τη σιωπή με τον ίδιον τρόπο;
Ν’ αγαπάς τη σιωπή και ν’ αγαπάς ακόμα περισσότερο εκείνους που την εκτιμούν, εκείνους που τους αρέσει να χάνονται μέσα της και να βγαίνουν μονάχα όταν νιώθουν έτοιμοι, όταν έχουν πάρει όσα χρειάζονταν από εκείνη κι έχουν γεμίσει οι μπαταρίες. Να τους ψάχνεις και να τους κρατάς άπαξ και τους βρεις γιατί όσοι βλέπουν τη σιωπή γι’ αυτό που είναι, ξέρουν να νιώθουν και θα ξέρουν να σε νιώσουν όταν εσύ απογυμνωθείς κι αφεθείς ευάλωτος και «μικρός» μπροστά τους. Γιατί την έχουν αντικρίσει για όσα είναι κι όσα φέρνει και την αγάπησαν. Γι’ αυτό, να τους κρατάς κοντά και να μην τους αφήσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη