«Ο συνδρομητής που καλέσατε είναι κατειλημμένος. Παρακαλώ καλέστε αργότερα». Είναι η πολλοστή φορά που ακούω αυτό το μήνυμα όταν σε παίρνω τηλέφωνο. Έχουν περάσει τρεις μέρες από τότε που μιλήσαμε για τελευταία φορά. Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι από σένα: «Άλλαξες. Δεν ήσουν έτσι», πριν σηκωθείς, φύγεις και βαρέσεις δυνατά την πόρτα πίσω σου.

Ναι, άλλαξα. Ξέρεις γιατί; Γιατί ήμουν αυτή που έβαζε τα δικά της «θέλω» πάντα κάτω απ’ τα δικά σου. Αυτή που υποχωρούσε συνέχεια, γιατί ήθελε να σε ευχαριστήσει. Ήθελα να σε βλέπω να χαμογελάς, γιατί μαζί σου χαμογελούσα κι εγώ. Δε με πείραζε. Ήμουν διατεθειμένη να κάνω τα πάντα, γιατί σε αγαπούσα. Υποχωρούσα και σε έβαζα πάνω από όλα. Δε με ενοχλούσε να περνάει το δικό σου.

Για μία φορά όμως. Για μία φορά σου ζήτησα να περάσει το δικό μου. Σου εξήγησα πόσο σημαντικό ήταν για μένα και περίμενα να με στηρίξεις. Το θεώρησα αυτονόητο. Όχι επειδή έπρεπε να ανταποδώσεις για τις φορές που σε είχα στηρίξει εγώ. Ήθελα να με στηρίξεις, επειδή εσύ ο ίδιος το ήθελες. Επειδή θα καταλάβαινες μέσα απ’ τα μάτια μου και τα λόγια μου, πόσο σημαντική ήταν αυτή η επιθυμία μου για μένα.

Κι εσύ τι έκανες; Απλά αδιαφόρησες και το εκμηδένισες με τέτοιο τρόπο που ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα μπορούσες. Έπεσα απ’ τα σύννεφα με τη συμπεριφορά σου. Γέλασες με την επιθυμία μου, λες και σου έλεγα κανένα ανέκδοτο. Αλλά αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Είχες το θράσος να με γελοιοποιήσεις που είχα το θάρρος να στο πω… «Μα πώς σου ήρθε αυτό;», ήταν η μόνη απάντηση που πήρα από σένα.

Μόνο οργή για τη συμπεριφορά σου. Οργή, αλλά κι απογοήτευση που δεν έκανες ούτε μια προσπάθεια να με καταλάβεις. Έριξες απλά την απόρριψη και δεν ήσουν διατεθειμένος να το συζητήσεις. Σε μια σχέση, αγάπη μου, όμως, υπάρχουν δύο. Εσύ κι εγώ. Όχι εσύ και το «εγώ» σου.

Ψύχραιμη, σου ανακοίνωσα ότι με ή χωρίς εσένα θα έμενα πιστή στην επιθυμία μου. Σε αποκάλεσα εγωιστή και σε κατηγόρησα ότι σκέφτεσαι μόνο τον εαυτό σου. Παρεξηγήθηκες. Παρεξηγήθηκες, γιατί είδες στο βλέμμα μου, ότι εννοούσα την κάθε λέξη. Με κατηγόρησες ότι άλλαξα… Ότι δεν ήμουν έτσι. Μετά σηκώθηκες κι έφυγες. Χτύπησες την πόρτα πίσω σου κι αυτή είναι η τελευταία ανάμνηση που έχω από σένα.

Ας έβαζες μία φορά τα δικά μου «θέλω» πάνω απ’ τα δικά σου. Μάλλον περίμενες πως θα υποχωρούσα πάλι. Πίστευες ότι μια ζωή θα περνάει το δικό σου. Αναρωτιέμαι γιατί σου ήταν τόσο δύσκολο να υποχωρήσεις; Να αφήσεις μια φορά να περάσει το δικό μου. Ποτέ δεν είχα καμία απαίτηση από εσένα κι αυτό είναι το ευχαριστώ σου;

Δε φταις βέβαια μονάχα εσύ. Φταίω κι εγώ. Άφησα εσένα να καθορίσεις τα όριά μου, ανάλογα με τα γούστα σου και το εκμεταλλεύτηκες. Είχες συνηθίσει να έχεις το πάνω χέρι. Σου είχα δώσει εξουσία που αποδείχτηκε ότι δεν ήσουν ικανός να διαχειριστείς.

Επομένως, σου κακοφάνηκε όταν σου είπα ότι στο συγκεκριμένο θέμα, τα όρια θα τα θέσω εγώ. Ήταν κάτι που αφορούσε εμένα κι είχα κάθε δικαίωμα να το κάνω. Αντέδρασες, όμως, γιατί σε είχα κακομάθει. Είχες μάθει να έχεις σε όλα τον έλεγχο. Έλεγχο, όμως, που ξέχασες ότι εγώ σου είχα δώσει. Δεν πειράζει. Ίσως λίγες μέρες μακριά ο ένας απ’ τον άλλο σε κάνουν να θυμηθείς.

 

Συντάκτης: Χριστίνα Κ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη