Κυριακή βράδυ, βρέχει κι εσύ σκρολάρεις αδιάφορα στο κινητό σου, μέχρι που δέχεσαι ένα μήνυμα από εκείνο το άτομο που δεν περίμενες σε καμία περίπτωση να σε θυμηθεί. Διαβάζεις ό,τι σου γράφει κι απορείς, όχι τόσο με τις λέξεις του όσο με αυτό το «από πού κι ως πού».
Σκέψεις, αμφιβολίες και μπερδεμένα ερωτηματικά για εκείνους τους ανθρώπους που μπαινοβγαίνουν στη ζωή σου με ένα μήνυμα τα ξημερώματα, ένα απροειδοποίητο χτύπημα του κουδουνιού, δυο λόγια ή μια επίμονη ματιά, όποτε αυτοί θελήσουν, για να εξαφανιστούν πάλι με την ίδια άνεση, μια μέρα ηλιόλουστη, όταν η μπόρα θα ‘χει περάσει κι εκείνοι δε θα αισθάνονται πια τόσο ανασφαλείς. Ζητούν την προσοχή σου κι ίσως και να τους την χαρίζεις, μα είναι εφήμεροι, επιπόλαιοι κι αρκετά θαρραλέοι∙ ή μήπως απλώς θρασείς;
Γίνεται λόγος για εκείνη την ειδική κατηγορία ανθρώπων που θα μπορούσε άνετα να φορέσει την ταμπέλα «ό,τι θυμούνται, χαίρονται!». Είναι εκείνοι οι φίλοι που θα σε συναντήσουν στον δρόμο μετά από καιρό, κι αφού εκείνοι φρόντισαν να χαθούν, θα σου πούνε να πάτε για καφέ κι έπειτα πάλι θα εξαφανιστούν. Καφέ εν τέλει δε θα πιείτε, αλλά εσύ μπορείς να σου σερβίρεις έναν της παρηγοριάς, αν τους πίστεψες. Είναι κι εκείνοι οι άλλοι που σου στέλνουν μήνυμα, μέρες ιδιαίτερες που δε θέλουν να τις περάσουν με την αφεντιά τους. Ρωτάνε να μάθουν τα νέα σου, χωρίς να ξέρουν ή να νοιάζονται για τα παλιά σου.
Κι είναι κι άλλοι, εκείνοι που ζητούν χάρες, που επικαλούνται την πολύτιμη γι’ αυτούς παρουσία σου, ενώ ουσιαστικά θέλουν μόνο τη βοήθειά σου ή διεκδικούν την προσοχή σου εκβιαστικά απ’ το πουθενά. Ζητούν την εμπιστοσύνη σου, αλλά μην τους την χαρίσεις. Δεν την αξίζουν, αν την άξιζαν θα ήταν στη ζωή σου ενεργά και φανερά. Δε θα κρεμόντουσαν από μηνύματα και ψεύτικες υποσχέσεις.
Αυτοί οι τύποι, βέβαια, μπαινοβγαίνουν –όποτε το θυμούνται κι όποτε τους βολεύει– και στις ζωές άλλων, όχι μόνο στη δική σου. Εκμεταλλεύονται ίσως την καλοσύνη και την αγαθοσύνη των υπολοίπων κι ενεργούν εγωιστικά. Εσύ, όμως, μη νιώσεις ποτέ άσχημα, μην τους κάνεις το χατίρι να σε χειριστούν. Ίσως μέσα στο σκοτεινό τους χάος να ‘σαι όντως μια φλόγα που τρεμοσβήνει. Ίσως πραγματικά να μπορείς να τους βγάλεις απ’ το αδιέξοδό τους με μια σου απάντηση. Κι αν αυτό νιώθεις πως θες κι εσύ, δώσε πάλι την ευκαιρία σου, μην ξεγελαστείς μονάχα και τους εμπιστευτείς.
Θυμήσου τις φορές που σου απόδειξαν πως δεν το αξίζουν. Να τους δώσεις μια γουλιά απ’ τον καφέ σου, αν το θες, μα όχι κι όλο το φλιτζάνι. Δε σε κάνει κακό άνθρωπο το να μην είσαι εκεί, πάντα, για εκείνους. Όχι εκδικητικά, επειδή δεν ήταν εκεί αυτοί για σένα όταν τους είχες ανάγκη, αλλά επειδή εσύ τώρα έχεις το δικαίωμα να ‘σαι αλλού.
Περνάς τη μέρα σου με ανθρώπους που φοβούνται μη σε χάσουν ή αισθάνονται ευλογημένοι που ‘σαι κομμάτι απ’ τη ζωή τους. Δε χρειάζεται να ‘ναι μελαγχολικός ο καιρός ή να αισθανθούν μόνοι για να σε θυμηθούν, γιατί πολύ απλά δε σε ξεχνούν. Δεν αναλώνεσαι σε σχέσεις και παρέες που απλά γεμίζουν τα κενά τους μαζί σου.
Δήθεν φίλοι και πρώην που ψάχνουν μια συντροφιά, ένα ακόμη σώμα στο διπλό κρεβάτι τους ή κάποιον να τους φιλοξενήσει στην πόλη που τώρα ζεις. Μα το σπίτι σου, πόσο μάλλον εσύ ο ίδιος, δεν είναι ξενοδοχείο για εφήμερους επισκέπτες.
Ίσως να ‘ναι λίγα τα άτομα που έχεις σταθερά στη ζωή σου, ίσως να ‘ναι ακόμα πιο λίγα τα μηνύματα που δέχεσαι καθημερινά, ίσως να περνάς κάμποσες στιγμές μόνο με τον εαυτό σου, μα όταν έχεις συντροφιά είναι έμπιστη κι ειλικρινής. Στον δρόμο σου θα συναντήσεις πολλούς περαστικούς, επιβάτες προσωρινούς κι επισκέπτες. Εσύ αποφασίζεις σε ποιους θα δώσεις ελεύθερη είσοδο. Σε ποιους θα εμπιστευτείς τα όνειρά σου και με ποιους θα τα ζήσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη