Δυσκολεύεσαι να τη βάλεις σε λέξεις γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις, οι λέξεις δεν αρκούν. Είναι πολλά παραπάνω. Είναι εικόνες, μνήμες, μυρωδιές. Ίσως η πιο γλυκιά φιγούρα της ζωής μας που ό,τι κι αν πεις θα είναι λίγο γι’ αυτήν. Ό,τι κι αν γράψεις, φοβάσαι ότι δε φτάνει, δεν είναι αρκετό. Μιλάω για τη γυναίκα που πολλούς από εμάς, μας μεγάλωσε. Κάτι σαν μια δεύτερη μητέρα που όταν δεν έβρισκες το δίκιο σου πουθενά αλλού, πήγαινες σε εκείνη. Μιλάω για εκείνη την καλοσυνάτη ύπαρξη, τη γιαγιά που όλοι είχαμε και πλέον μας λείπει.
Μυρωδιές… Θα ξεκινήσω από αυτές γιατί μου έχουν χαραχτεί λίγο παραπάνω. Το ζεστό σπιτικό φαγητό κάθε μεσημέρι μετά το σχολείο που σαν κι αυτό μάλλον άλλο δε θα βρεις. Της γιαγιάς ήταν πάντα το καλύτερο. Αυτά τα στριφογυριστά κουλουράκια που υπήρχαν πάντα μέσα στο βάζο που όποτε ψήνονταν μύριζε όλο το σπίτι, άργησα να τα εκτιμήσω και τώρα τα λησμονώ. Κι εκείνη με τη χαρακτηριστική της μυρωδιά. Για καιρό όποτε μύριζα αυτό το άρωμα βούρκωνα ανεπαίσθητα. Τώρα χαμογελάω, μια μυρωδιά θαλπωρής που μάλλον όλοι έχουμε στο νου μας.
Είναι εκείνη που όταν της έδειξες το πρώτο σου piercing στη μύτη ενθουσιάστηκε πιο πολύ από όλους στην οικογένεια και φυσικά ήταν κι η πρώτη που το έμαθε. Άπειρες απόπειρες μαγειρικής μαζί της που κατέληγαν στο να γελάει με την ανικανότητά σου. Είναι ο άνθρωπος που δεχόσουν καθημερινή επίθεση από αγκαλιές και φιλιά κι αν σε έχανε για μία μέρα, ήξερες ότι θα υπάρξει έντρομο τηλεφώνημα για να σιγουρευτεί ότι είσαι καλά. Γιατί ενώ είχαμε δύο ορόφους διαφορά δεν ανέβαινε ποτέ χωρίς πρόσκληση. Ναι, μέσα σε όλα ήταν και ο πιο διακριτικός άνθρωπος -κάτι που σπανίζει και πάντα το εκτιμούσα.
Γαλήνια, γλυκιά, χαμογελαστή, αισιόδοξη με το πιο γαργαριστό γέλιο που δύσκολα ξεχνιέται. Μου έχει μείνει η χαρούμενη όψη της κι αυτό λέει πολλά. Οι ιστορίες της, αξέχαστες, που σου έχουν εντυπωθεί σαν παραμύθια και δύσκολα τις ξεχνάς. Πηγή ατέλειωτης αγάπης για όλους. Έσβηνε πάντα με τρόπο μαγικό όλες σου τις έγνοιες και με μία της κουβέντα σου έλυνε κάθε προβληματισμό. Το σπίτι της γιαγιάς ήταν πάντα καταφύγιο για τις δύσκολες στιγμές. Το μέρος που ήξερες με σιγουριά πως θα σου χάριζε την ηρεμία που αποζητούσες.
Όσο για τις γιορτές και τα τραπέζια, πρωτοστάτης. Έφτιαχνε ένα κάρο φαγητά που κατά τη γνώμη της, δεν ήταν ποτέ αρκετά. Έδινε απλόχερα τις συνταγές της, κάποια στιγμή βέβαια αντιληφθήκαμε ότι μπορεί και να έκρυβε κάνα-δυο υλικά, ξέρεις αυτά τα μαγικά που κάνουν τη διαφορά στη συνταγή. Με την παραμικρή δυσαρέσκειά σου για τα φαγητά της, είχε ως προέκταση του χεριού της το τηγάνι για να σου φτιάξει ό,τι άλλο θέλεις.
Η κλασική γιαγιά-υπερηρωίδα που μέχρι τη μία το μεσημέρι έχει έτοιμο φαγητό, έχει κάνει γενική σε όλο το σπίτι, έχει γυρίσει απ’ τα ψώνια της και για το απογευματάκι έχει ήδη κανονίσει καφέ με τις φίλες -ε και κανένα κουμ καν.
Η γυναίκα λοιπόν που με την απλότητα της γαλήνευε τα πνεύματα, δεν ήθελε να είναι ποτέ βάρος σε κανέναν, έκανε πάντα τα πιο νόστιμα φαγητά κι έβρισκε τις καλύτερες λύσεις. Αποζητούσε την παρέα σου, χωρίς να γίνεται πιεστική ούτε λίγο. Σύμβουλος της ζωής σου στις δύσκολες στιγμές, κάτι σαν τον προσωπικό σου ψυχολόγο.
Θα μπορούσα να γράψω τόσα και άλλα τόσα για αυτήν τη γλυκιά ύπαρξη που είχα την τύχη να έχω στη ζωή μου. Μια σχέση τόσο αληθινή που είναι κρίμα με τις λέξεις να γίνει ανιαρή.
Ένα κείμενο αφιερωμένο στη γιαγιά Αρετή και σε όλες τις γιαγιάδες που είναι κάπου εκεί πάνω και μας λείπουν λίγο παραπάνω.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη