Αν είχες, ένα όνειρο και μία ευχή, ποια θα ήταν αυτά; Να’ χες όλα αυτά που έχεις κι ακόμα περισσότερα; Να ξαναζούσες μερικά απ’ αυτά που πέρασαν; Περισσότερες στιγμές μ’ ανθρώπους που αγαπάς ή στιγμές μ’ αυτούς που ήρθαν κι έφυγαν; Έναν έρωτα που τελείωσε αλλά κάτι άφησε στη μέση; Ή κάποιον που πέρασε, χωρίς να προλάβει να γίνει; Ή μήπως να ζήσεις, τον έρωτα και την αγάπη αληθινά, χωρίς να ψάχνεις απαντήσεις σ’ ερωτήματα που δεν υπάρχουν;
Ο έρωτας, έμαθες, ότι δεν έχει όρια. Δεν έμαθες όμως, ότι πρέπει να γνωρίσεις τα όριά του, για να τα ξεπεράσεις. Όπως η ελευθερία σου. Κι αν σου είναι δύσκολο να σπάσεις τα όρια και τις βεβαιότητές του –όπως η πλειοψηφία προτιμάει να τ’ αγνοεί γιατί φαίνεται βολικότερο– δε θα καταλάβεις και δε θα δεις ποτέ ότι ο έρωτας είναι αναρχικός. Παραγωγικός και καταναλωτικός. Ξυπόλητος πάνω στη γη.
Είναι αληθινά απελευθερωτικός. Είναι μία ενέργεια που μπορεί και περνάει από μέσα σου, σ’ ενώνει αντί να σε χωρίζει. Είναι ένα συνδετικό υλικό, μέσα σ’ ένα κόσμο δημιουργίας κι ελευθερίας. Σ’ ένα κόσμο επιλογής, προσφοράς αλλά και μοιράσματος, ζητάει την ύπαρξή σου κι ολοκληρώνεται μ΄ ένα «μου αρκεί». Γιατί αγαπάω σημαίνει αρκούμαι.
Γι’ αυτό ξεκίνα να μετράς αντίστροφα. Ξεκίνα απ’ το βαθύτερο βαθύ του βυθού σου. Να μετράς, έναν–έναν, τους κόκκους απ’ την άμμο της θάλασσας. Να μετράς τα βότσαλα. Να μετράς κοχύλια. Κι έπειτα αφέσου. Θα ‘ρθουν να σε παρασύρουν τα κύματά της ή η απόλυτη ηρεμία της. Πάρε στην αγκαλιά σου αυτόν που πραγματικά αγαπάς. Έπειτα χαθείτε ανάμεσα σε βράχια, σε κόλπους, σε νερά θολά κι άγνωστα. Αφήστε όλα τα συναισθήματά σας να σας παρασύρουν. Ένα χέρι θέλει ο έρωτας κι περπάτημα στην αμμουδιά. Ν’ αφήνει τα δικά του αποτυπώματα στους θαλάσσιους εξερευνητές. Να ξαπλώνει σε σύννεφα μέχρι να εξαφανιστεί. Μέχρι, ν’ αναγκάσει το εγώ, ν’ απομακρυνθεί. Μέχρι να σταματήσει να περιγράφεται και ν’ αρχίσει να βιώνεται.
Μέχρι να βρει τη πορεία του ανάμεσα στις σταγόνες τις βροχής που θα ‘ρθουν το φθινόπωρο. Στα χιόνια του χειμώνα. Στο αεράκι της άνοιξης. Μέχρι το επόμενο καλοκαίρι. Με την υπόσχεση να ζήσει αυτό που δε θα προλάβει φέτος. Με την υπόσχεση να ταξιδεύει. Και να συνεχίζει το ταξίδι του.
Δε συναντιούνται τυχαία δύο άνθρωποι σ’ αυτή τη ζωή. Δεν ερωτεύονται απλά για να ερωτευτούν. Δεν αγαπιούνται απλά για ν’ αγαπηθούν. Υπάρχει κάτι βαθύτερο και πιο ουσιαστικό. Δεν είναι παιχνίδι της ζωής αλλά ένα κάλεσμα της μοίρας. Ένα κάλεσμα της φύσης. Λίγοι είναι αυτοί που το ακούν και ακόμα λιγότεροι αυτοί το βρίσκουν.
Γι’ αυτό μην κάνεις ευχές και ψάχνεις όρια γκρεμίζοντας τοίχους παλεύοντας ταυτόχρονα με τα κύματα. Μη μάχεσαι με τους δαίμονές σου. Βγάλε δίπλα απ’ το «σ’ αγαπάω» το «επειδή» και το «γιατί». Αιτιολογικές λέξεις που δεν ταιριάζουν στην αγάπη και στον έρωτα. Κι να θέλεις να ξεπεράσεις πραγματικά τα όριά τους, αρκεί να τις αφήσεις μόνες τους. Έτσι απλά. Γιατί όλα τα πράγματα, δύσκολα, τα κάνουμε εμείς. Τα πιο όμορφα, τα κάνουμε βάσανα μέσα στο μυαλό μας. Τα όρια τα βάζουμε εμείς και εμείς πρέπει να ξεπεράσουμε αυτά που θέσαμε.