Και ξαφνικά, εκεί που οδηγείς, στο ράδιο μπαίνει το τραγούδι σας. Όχι αυτό το ερωτικό, που ακούσατε κάποια στιγμή σε μια συναυλία όσο ήσασταν αγκαλιά. Το άλλο, εκείνο που αλλάξατε τους στίχους. Εκείνο που σατιρίζατε και που μόνο εσείς πιάνατε το νόημα. Εκείνο που γελάγατε κάθε φορά που έπαιζε σ’ ένα μαγαζί. Και κανείς δεν ήξερε τον λόγο. Μάλιστα, αν τύχει εκείνη τη στιγμή να είσαι στο αμάξι με παρέα, τότε κι αν δεν μπορείς να πεις τίποτα. Γιατί δε θα καταλάβουν. Ήταν το δικό σας inside joke. Κι όσο και να το εξηγήσεις, το αστείο τώρα δε βγάζει νόημα. Είναι σαν το ξαναζεσταμένο φαΐ που δεν μπορεί να είναι νόστιμο παρά μόνο τη στιγμή που δημιουργείται.
Κάπου εκεί είναι η πρώτη στιγμή που συνειδητοποιείς ότι σου λείπει. Όχι το ίδιο το άτομο, ούτε η σχέση που είχατε. Σου λείπουν αυτές οι κοινές αναφορές. Οι λέξεις που είχατε φτιάξει και καταλαβαίνατε μόνο οι δυο σας. Ιστορίες που κρύβονταν πίσω από τα τραγούδια και μόνο εσείς ξέρατε. Ιστορίες που κρύβονταν πίσω από την καθημερινότητα που άλλαξε βίαια ή προγραμματισμένα και τώρα σας βρίσκει να γελάτε χώρια με αστεία και λέξεις που δε θα ξανακούσετε μαζί.
Είναι τόσο δύσκολο να δημιουργηθούν αυτές οι κοινές αναφορές, γι’ αυτό και δεν ξεθωριάζουν εύκολα. Είναι χρονοβόρο και κουραστικό να μοιράζεσαι τη σκέψη σου με κάποιον άλλον άνθρωπο κι αποκαλυπτικό να φτιάχνετε μια νέα ιδεολογία μαζί. Κι όταν αυτό θρυμματίζεται, η ιδέα του να γνωρίσεις έναν καινούργιο άνθρωπο και να δημιουργήσετε έναν κόσμο από την αρχή μαζί, σου φαίνεται βουνό. Γιατί ήδη είχες φτιάξει μια πραγματικότητα, μ’ έναν άλλο άνθρωπο. Κι αυτή η πραγματικότητα τώρα πού πάει; Θα πρέπει να την πετάξουμε στα σκουπίδια ή να την κλείσουμε μέσα στο συρτάρι. Να τη διαγράψουμε από τη μνήμη κι από τα πρακτικά. Σαν μια αρχαία γλώσσα, η οποία πια δε χρησιμοποιείται. Δεν υπάρχει λόγος να την εξασκήσεις, γιατί απλούστατα κανείς δε θα την καταλάβει.
Πόσο πονάει το να μην μπορείς να μοιραστείς τις στιγμές που για σένα υπήρξαν άξονες κατεύθυνσης. Ίσως περισσότερο κι από τον χωρισμό. Συνειδητοποιείς πως αυτό που περισσότερο δεν αντέχεται, είναι η απουσία από αυτά τα μικρά πράγματα που καταλαβαίνατε μόνο οι δυο σας. Λέξεις, αστεία, μνήμες, γεύσεις, λογοπαίγνια, μικρά ουσιώδη στοιχεία που δένουν δύο ανθρώπους και δημιουργούν τελικά τη σχέση. Στην καρδιά σου μπορείς να κάνεις φορμάτ και τα συναισθήματα να παγώσουν, όμως το μυαλό μένει με την έλλειψη, αφού δεν έχει μάθει να ζει με φακέλους άδειους.
Κάποτε όμως, θέλοντας και μη, θα έρθει η επόμενη γνωριμία κι αν σου ξεφύγει κάποια απ’ αυτές τις λέξεις-φράσεις θ’ αλλάξεις αμέσως κουβέντα. Γιατί δε θες να τις πουλήσεις αλλού τις έννοιες που φτιάξατε μαζί. Είναι θησαυροί δικοί σας και σας ανήκουν. Μπορεί μετά τον χωρισμό ν’ αναγκαστήκατε να τις θάψετε βαθιά στο υποσυνείδητο, σαν τα λάφυρα από κάποιο παλιό ναυάγιο. Εκεί τουλάχιστον κανένας δε θα μπορέσει να τα πειράξει και να τα κλέψει. Κι αν καμιά φορά οι στιγμές πονάνε, είναι γιατί παίρνει χρόνο για να ονοματίσεις ξανά τον κόσμο. Θέλει καιρό να δημιουργήσεις μια καινούργια αλφάβητο, να προφέρεις τα πράγματα αλλιώς, να φτιάξεις έναν κόσμο που ο ουρανός μπορεί να είναι κόκκινος, η θάλασσα λευκή κι η πανσέληνος να λέγεται ηλιοβασίλεμα.
Κι άντε μετά όλον αυτόν τον κόσμο να τον γκρεμίσεις και να ζήσεις πάλι συμβατικά. Άντε μετά να ξαναθυμηθείς την πρώτη σου γλώσσα, τη μητρική, και τις λέξεις που χρησιμοποιούν και καταλαβαίνουν κι οι υπόλοιποι. Μέχρι την επόμενη φορά που μ’ ένα άλλο άτομο θα βαφτίσετε ξανά έναν νέο πλανήτη. Αλλά δεν μπορεί να γίνει κι αλλιώς, αυτός είναι ο φαύλος κύκλος της ζωής κι αυτός, ο αέναος κύκλος των ερώτων.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου