Κάποια στιγμή κούρασες την παρέα μονοπωλώντας το ενδιαφέρον με το πρόβλημά σου. Κάποια στιγμή σταμάτησε να σου σηκώνει το τηλέφωνο. Σε άφησε στο διαβάστηκε. Κι είχες πολλά να πεις ακόμα. Έτσι αποφάσισες να τα κάνεις τραγούδι. Θέλει δε θέλει, θα τ’ ακούσει τώρα. Και πού ξέρεις, ίσως να γίνει κι επιτυχία μια μέρα. Τα καλύτερά σου τραγούδια τα έγραψες κάτι νύχτες μεγάλου έρωτα με συντροφιά τα τσιγάρα σου και σκέψεις που έβαζαν φωτιά στο μυαλό και τα χέρια σου. Η μελωδία γινόταν η φωνή σου κι όσα δεν μπορείς να εκφράσεις με λόγια μπήκαν από μόνα τους σε νότες και στάθηκαν με θράσος στο πεντάγραμμο.
Οι καλύτεροί σου στίχοι γράφτηκαν μέσα σε λίγα λεπτά κι όταν προσπάθησες να τους επαναλάβεις δεν μπόρεσες. Σαν να άνοιξε ξαφνικά μια μαγική πύλη, κατέβηκε για λίγο ο Απόλλωνας με τη λύρα του, σου έβαλε μέσα στο κεφάλι το τραγούδι και χάθηκα μετά ξανά στους ουρανούς. Αγγίζεις τα πλήκτρα του πιάνου ή τις χορδές της κιθάρας και τα χέρια σου πάνε από μόνα τους σε νότες που είχες πάντα στο μυαλό σου, αλλά δεν μπορούσαν μέχρι τώρα να μπουν σε σειρά. Τα καλύτερά σου τραγούδια τα έγραψες για άτομα που σε πόνεσαν, για άτομα που αργότερα μπορεί να είπες ότι δεν άξιζαν, ή ότι εσύ τους έδωσες παραπάνω αξία απ’ όση έπρεπε. Τα καλύτερά σου τραγούδια λειτούργησαν σαν φάρμακο που γλύκανε για λίγο τον πόνο της απουσίας.
Ύστερα, πας για ύπνο με μια αίσθηση πιο ανάλαφρη στην ψυχή. Το βάρος στο στήθος έχει φύγει -δεν είναι ότι γιατρεύτηκε, απλώς μετουσιώθηκε σε κάτι άλλο. Κι όταν τ’ ακούς ολοκληρωμένα, όταν ακούς άλλα στόματα να τα τραγουδάνε, είναι σαν ν’ αφηγούνται ένα κομμάτι από την ιστορία σου. Έχει μια παράξενη, γλυκιά αγριότητα το ν’ αφήνεις τους άλλους να δουν μέσα από την κλειδαρότρυπα της ζωής σου. Μέσα από τα τραγούδια σου τους διηγείσαι ένα παραμύθι, ένα σενάριο που σου ανήκει, μια ιστορία που κάποτε αποτελούσε την καθημερινότητά σου. Κι έτσι, αυτή η στιγμή σου περνάει στην αιωνιότητα. Γίνεται λόγος να ταυτιστούν άλλοι με σένα. Γίνεται συναίσθημα συλλογικό κι αθάνατο. Γιατί μπορεί οι άνθρωποι ν’ απομακρύνονται, τα έρωτες να πεθαίνουν, αλλά το τραγούδι αυτό θα υπάρχει για πάντα.
Και το πιο παράξενο; Αυτό το άτομο που κάποτε για σένα είχε τόσο μεγάλη αξία, αυτό το άτομο που το έκανες μουσική και λόγια, αυτό το άτομο που κάποτε ήταν όλη η ζωή σου, τώρα δε βρίσκεται πια μέσα σ’ αυτή. Το πρόσωπό του ξεθωριάζει στο μυαλό σου και τ’ όνομα δεν ακούγεται πια οικείο στ’ αυτιά σου. Με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, όμως, κατάφερε ν’ αφήσει το στίγμα του. Κι έτσι, ο καιρός περνάει και ξεχνιέται η αφορμή για την οποία γράφτηκε το κομμάτι. Κι έτσι ξεχνάς ποια ήταν τελικά η πηγή έμπνευσής σου. Το μόνο που μένει είναι η αγνή αγάπη για το δημιούργημά σου. Κι ας πόνεσες πολύ όταν το έγραφες. Είναι πια παιδί σου. Και σαν παιδί σου, του τα συγχωρείς όλα.
Τα πιο όμορφα τραγούδια σου είχαν στίχους για λόγια που έλεγες ψιθυριστά. Όλα όσα δεν τόλμησες να πεις φωναχτά, τα έκανες τελικά τραγούδι.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου