Πόσες φορές σε λογοτεχνικά βιβλία, σε θεατρικά έργα ή στον κινηματογράφο, το σενάριο αφορά μια ερωτική σχέση ανάμεσα σε δάσκαλο και μαθητή; Μας είναι κάτι οικείο, μιας κι αν δεν αποτελεί δική μας ιστορία, σίγουρα από κάποιο άτομο στο περιβάλλον μας την έχουμε ακούσει. Η ζωή λοιπόν που μιμείται την τέχνη έρχεται να μας αποδείξει ότι αυτή η σχέση κρύβει πολύ συχνά ερωτισμό. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θυμούνται στο σχολείο να είναι κρυφά ερωτευμένοι με τους καθηγητές τους, ακόμα κι αν τους χώριζε μια μεγάλη διαφορά ηλικίας. Τι είναι αυτό όμως που πραγματικά μας τραβάει στο να ερωτευόμαστε τους δασκάλους μας;
Σίγουρα είναι ο θαυμασμός που νιώθεις γι’ αυτό το πρόσωπο. Όταν κάποιος έχει περισσότερες γνώσεις από σένα, σε βάζει στη διαδικασία να νιώθεις ότι είναι ο μέντοράς σου. Είναι αυτός που θα σε πάει παρακάτω, που θα σου δείξει έναν καινούργιο δρόμο. Αυτός ο θαυμασμός μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε έρωτα. Ερωτευόμαστε συχνά αυτά τα άτομα που νιώθουμε πως θα μας εξελίξουν. Αν το πάμε και λίγο πιο υπόγεια, είναι και η εξουσία που αναμφισβήτητα είναι διεγερτική. Ο δάσκαλος ή ο καθηγητής κατευθείαν λόγω της ιδιότητάς του, αποκτά μια πιο ηγετική θέση. Αυτό το υψηλό κύρος που κατέχει, κάνει τον μαθητή να τον θεοποιήσει. Κι αυτή η ενθρόνιση κάποιου στο βάθρο, είναι η αρχή του έρωτα. Θυμίζει λίγο το σύνδρομο της Στοκχόλμης, αυτό δηλαδή που το θύμα ερωτεύεται τον βασανιστή του, αλλά σε μια σαφώς πιο αθώα κι όχι τόσο βίαιη εκδοχή. Εδώ ερωτεύεσαι απλώς το πρότυπό σου, το άτομο το οποίο επειδή έχεις τοποθετήσει μέσα σου τόσο ψηλά, που θεωρείς ότι δεν μπορείς να φτάσεις.
Κι επειδή συνήθως αυτοί οι έρωτες δεν έχουν αίσιο τέλος ή στο μεγαλύτερό τους ποσοστό παραμένουν πλατωνικοί, όσο μεγαλύτερη η απόρριψη, τόσο μεγαλύτερο και το πάθος. Μπαίνεις στη διαδικασία να κυνηγήσεις το ακατόρθωτο. Ξαφνικά ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου, μεγαλώνει. Ψηλώνει, θεριεύει, ενώ εσύ το αντίθετο. Όσο φουντώνει ο έρωτας, τόσο εσύ μικραίνεις. Και κάθε φορά που μιλάει ο κόσμος γύρω σου, εξαφανίζεται. Και τα λόγια σου φαίνονται τόσο καινούργια, τόσο πρωτόγνωρα σαν να δημιουργήθηκαν αυτή τη στιγμή οι λέξεις. Σαν αυτός ο άνθρωπος ν’ ανακάλυψε σήμερα τη γραφή και τον λόγο. Και βάλθηκε να σου περιγράψει μ’ αυτά τον κόσμο. Κι όσο μεγαλώνει ο θαυμασμός, τόσο ανακαλύπτεις πόσες γνώσεις έχει, κι απορείς για όλ’ αυτά που εσύ τόσο καιρό αγνοούσες. Και θέλεις απλώς να σου μιλάει, να μιλάει κι εσύ ν’ ακούς, κι όσο πιο πολύ ακούς, τόσο πιο πολύ ερωτεύεσαι.
Αυτοί οι έρωτες μπορούν εύκολα να γίνουν εμμονικοί. Από αυτές τις περιπτώσεις που βάζεις όλη σου τη ζωή σε παύση κι η μόνη σου προσμονή είναι να έρθει εκείνη η ώρα του μαθήματος. Στην καλή του εκδοχή, μπορεί να κερδίσεις και κάτι απ’ αυτό. Μία παραπάνω γνώση. Ο βαθύτερος στόχος, όμως, είναι να γίνεσαι όσο πάει και καλύτερος, απλώς για να σε θαυμάζει. Για ν’ αποδείξεις πως κι εσύ υπάρχεις, για να σε δει επιτέλους, να σε προσέξει. Προσπαθείς για το τέλειο και πάντα να ξέρεις και το παρακάτω. Δυστυχώς, όμως, είσαι στη θέση του μαθητή, οπότε πάντα θα είσαι ένα βήμα πίσω. Κάθε φορά που έρχεται η επιβράβευση, εσύ το νιώθεις σαν να πήρες το οκ για το ερωτικό παιχνίδι. Χάνεται η αίσθηση της πραγματικότητας, έτσι κι αλλιώς, όταν είμαστε ερωτευμένοι, οπότε κάθε όμορφη κουβέντα μπορεί να παρεξηγηθεί. Όταν αυτό το πάθος μεγαλώνει, αρχίζεις να γίνεσαι σαν το σκυλάκι που εκπαιδεύεται. Υπακούς σε όλες τις εντολές για να κερδίσεις τη λιχουδιά, που στην προκειμένη περίπτωση είναι μια όμορφη κουβέντα ή ένα βλέμμα διαφορετικό. Και κάθε φορά που δεν έρχεται αυτό που ζητάς, γρυλίζεις και θες να διαλύσεις το δωμάτιο.
Η κατάληξη αυτών των ερώτων είναι συνήθως να μένουν στα πλαίσια της φαντασίας, όπως κάθε τι που εμείς δημιουργούμε στο μυαλό μας μυθοποιώντας πρόσωπα και καταστάσεις. Καμιά φορά, γίνονται και πραγματικότητα και μάλιστα όταν κι από την άλλη πλευρά υπάρχει ανταπόκριση, κι αν οι συνθήκες το ευνοούν αντέχουν και στον χρόνο. Όπως και να έχει, το να ερωτεύεσαι τον δάσκαλο ή τη δασκάλα είναι ένα φαινόμενο που υπήρχε από παλιά και θα συνεχίζει να υφίσταται, αφού ανήκει σε μια κατηγορία που πάντα θ’ ασκεί έλξη, τον θαυμασμό κι ως εκ τούτου την ερωτική επιθυμία.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου