Ένας ταπεινός και πάνω απ’ όλα αληθινός έρωτας ήταν εκείνος του Humphrey και της Lauren. Μια ιστορία αγάπης στο Hollywood, από εκείνες που δεν έχουμε συνηθίσει και ίσως μια από τις πιο ρεαλιστικές –για τα δικά μας δεδομένα– με την οποία μπορούμε να ταυτιστούμε, να συγκινηθούμε και να απομυθοποιήσουμε τους αστέρες της silver screen, οι οποίοι πολλές φορές είναι συνδεδεμένοι με ερωτικές σχέσεις που η φήμη και η δόξα καταστρέφει. Ένας ποιητικός έρωτας που εξελίχθηκε και κράτησε ως το «τέλος».
Ήταν 1943 όταν η νεαρή Bacall γνώρισε τον 43χρονο Bogart για τα γυρίσματα της ταινίας «To Have and Have Not». Η γνωριμία τους όμως, δεν ήταν εκείνη που την έκανε να τον ερωτευτεί. Όταν ο σκηνοθέτης Howard Hawks τής είπε ότι υποψήφιος συμπρωταγωνιστής ήταν ο Humphrey Bogart δεν ενθουσιάστηκε και πολύ! Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, εκείνος τη βοήθησε να χαλαρώσει, τη συμβούλευε και φαινόταν πως άρχισαν να έχουν ιδιαίτερη οικειότητα.
Παρ’ όλα αυτά ο Bogart, όντας τρίτη φορά παντρεμένος τότε, με την Mayo Methot η οποία παρουσίαζε προβλήματα αλκοολισμού κι έντονου χαρακτήρα δεν κατέστρεψε τον γάμο του για τα συναισθήματά του με την κατά 25 χρόνια μικρότερή του Lauren. Αυτό όμως δεν τον σταμάτησε από το να βλέπει κρυφά την νεαρή ηθοποιό. Κατά την τρίτη εβδομάδα των γυρισμάτων της ταινίας, ο Humphrey την βρήκε στο καμαρίνι της, όπου και τη φίλησε και πήρε το τηλέφωνό της. Ύστερα θα την καλούσε ξημερώματα και η μητέρα της θα της φώναζε για το γεγονός πως «είναι παντρεμένος άντρας!». Η σχέση τους συμπεριλάμβανε συναντήσεις είτε νύχτα σε σκοτεινά παρκινγκ –πολύ κινηματογραφικό θα λέγαμε– είτε κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων ανάμεσα στα γυρίσματα. Χρησιμοποιούσαν κιόλας, ως ψευδώνυμα, τα ονόματά τους από την ταινία, «Slim» και «Steve».
Η χημεία τους μπροστά στην κάμερα έκανε τον σκηνοθέτη Hawks να αλλάξει το τέλος της ταινίας, κατά το οποίο ο πρωταγωνιστής καταλήγει με την Bacall κι όχι με μια άλλη γυναίκα, όπως έλεγε το σενάριο. Η ταινία αυτή αποτελεί μια από τις σπάνιες περιπτώσεις κατά την οποία γυρίστηκαν όλες οι σκηνές «με τη σειρά» (δηλαδή με χρονολογική σειρά, δίχως να «μπερδεύονται» τα γυρίσματα των σκηνών). Κι αυτό, σαφώς, συνέβαλε στην ανάπτυξη της ιδιαίτερης χημείας τους. Ορθά έθεσε ο ιστορικός κινηματογράφου Leonard Maltin, πως είναι πολύ πιθανό εμείς οι θεατές να ήμασταν και να είμαστε μάρτυρες δυο ηθοποιών που ερωτεύονται on screen.
Με το πέρας των γυρισμάτων ο Humphrey έκρινε ηθικά δίκαιο να παραμείνει με την τότε γυναίκα του, κάτι το οποίο η Lauren το σεβάστηκε, αφήνοντάς της όμως ένα σημείωμα, που σίγουρα μας κάνει να δακρύζουμε: «I know what was meant by ‘To say goodbye is to die a little’ — because when I walked away from you that last time and saw you standing there so darling I did die a little in my heart».
Η μοίρα όμως ήθελε να ξανασυναντηθούν. Ο Howard Hawks επέλεξε το κινηματογραφικό ζεύγος να πρωταγωνιστήσει στη film noir ταινία, «ο Μεγάλος Ύπνος» του 1946, ύστερα από την επιτυχία της πρώτης τους ταινίας. Η φλόγα του έρωτά τους δεν είχε σβήσει και η επανασύνδεσή τους τη ζωντάνεψε. Ο Humphrey ανήμπορος να ελέγξει τα συναισθήματά του, άφησε τη γυναίκα του. Εντούτοις, η Mayo Methot υποσχόμενη να σταματήσει το αλκοόλ, ζήτησε από τον σύζυγό της μια δεύτερη ευκαιρία. Κι εκείνος της την έδωσε. Τα δάκρυα της Lauren είχαν παραμορφώσει τόσο πολύ τα όμορφά της μάτια που έπρεπε να βουτάει το πρόσωπό της σε παγωμένο νερό, ώστε να δείχνει «εντάξει» στα γυρίσματα. Κι είμαστε σίγουροι πως αυτό ο Humphrey το έβλεπε.
Ωστόσο ο γάμος τους δεν κατάφερε να βελτιωθεί και τον Μάϊο του 1945 πήραν διαζύγιο. Μόλις έντεκα μέρες μετά, ο Humphrey και η Lauren παντρεύτηκαν. Ο Bogart συγκινημένος την υποδέχτηκε στο ιερό, λέγοντάς της «Hello, baby» -ένα ακόμη ψευδώνυμο που της είχε δώσει κι εκείνη του απάντησε «Oh, goody». Φυσικά υπήρχαν και οι «φωνές» που δεν πίστευαν σε αυτό τον γάμο κι όμως, απέδειξαν στο Hollywood το αντίθετο! Το 1949 έφεραν στη ζωή τον γιο τους, Stephen, και το 1952 την κόρη τους, Leslie. Με τον ερχομό των παιδιών τους, η Lauren αφιερώθηκε στην οικογένειά της, αφήνοντας την καριέρα της στην άκρη.
Από την αρχή της σχέση τους, ο Bogart της είχε εξηγήσει, πως επειδή ακριβώς την αγαπούσε, θα έκανε τα πάντα για να τη βοηθήσει με την καριέρα της, αλλά δε θα την παντρευόταν. Έχοντας κάποια εμπειρία ύστερα από τρεις γάμους, πίστευε πως καριέρα και γάμος δεν μπορούσαν να συμβαδίσουν. Η Bacall, δε μετάνιωσε για την επιλογή της να αφήσει την καριέρα της. Αρκεί να ακολουθούμε το ένστικτό μας κάποιες φορές, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. «Thank God I did put our marriage first, because it didn’t last too long», μας λέει εκείνη κι έχει δίκιο, αφού ο Bogart διαγνώστηκε με καρκίνο του οισοφάγου το 1956. Εκείνη ήταν δίπλα του μέχρι το τέλος, αφήνοντας στην ιστορία έντεκα χρόνια ευτυχισμένου γάμου το 1957. Τα τελευταία του λόγια προς την Lauren ήταν: «See you, kid. Hurry back».
Μετά τον θάνατό του, η Lauren αφιερώθηκε στα παιδιά τους, γεγονός που τη βοήθησε να παραμείνει δυνατή. Είχε διάφορα ρομάντζα κι έναν γάμο που δυστυχώς δεν κράτησε. Μπορεί μερικές φορές να μην καταλαβαίνουμε για ποιο λόγο συμβαίνουν κάποια πράγματα, αλλά αυτές οι «αποτυχημένες» σχέσεις της, δείχνουν σίγουρα πόσο ξεχωριστός και μοιραίος ήταν ο Humphrey για εκείνη. Σιγά σιγά, άρχισε να χτίζει πάλι την καριέρα της. Τρία χρόνια πριν τον θάνατό της είχε πει πως ακόμη και μέχρι τότε ο Humphrey τη «συντρόφευε». Απεβίωσε τον Αύγουστο του 2014.
Μας λέει η Lauren πως ένιωθε πολύ τυχερή όταν ήταν νέα. Της συνέβη κάτι που πολλοί άνθρωποι ζούσαν πιο μεγάλοι ή ακόμη και ποτέ. Ένιωθε τυχερή που τα είχε όλα. Κι αυτό είναι το νόημα του έρωτα στη ζωή μας. Να μας κάνει να νιώσουμε όμορφα, να μας εξελίξει, να αποτυπώσει στιγμές και συναισθήματα στην καρδιά μας με τα οποία θα πορευόμαστε και τα οποία θα νοσταλγούμε. Ερωτεύτηκε έναν άνδρα φαινομενικά «σκληρό», αλλά εκείνη είδε την τρυφερότητά του, την ευγένεια, την καλοσύνη του.
Ο αληθινός έρωτας είναι αθάνατος. Ας ζήσουμε λοιπόν έναν έρωτα σαν της Lauren και του Bogie, δίχως κάμερες και φώτα. Όπως είχε πει κι η ίδια: «Χημεία, δεν μπορείς να νικήσεις τη χημεία». Και είναι αλήθεια.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.