Νομίζω μου αρέσεις. Ούτε πολύ, ούτε λίγο. Μου αρέσεις απλά, λιτά κι απέριττα. Όπως ανατέλλει ο ήλιος, όπως ξεπροβάλλει η πανσέληνος και αντανακλάται στα κρυστάλλινα νερά. Χωρίς υπερβολές, δίχως υπεκφυγές. Χωρίς υπονοούμενα, φανερά και καθαρά σε κοιτάω και σου δείχνω ότι μου αρέσεις. Ότι με ενδιαφέρεις, πως το λένε. Εσύ με κοιτάς και προσπαθώ να καταλάβω αν νιώθεις όπως νιώθω. Αποφεύγω τη ματιά σου, αλλά σαν μαγνήτης κολλάω όλο και πιο πολύ. Αναζητώ τρόπους για ‘ρθω κοντά σου. Και όλα μένουν εκεί.
Ο έρωτας, ο ξαφνικός ντροπαλός έρωτας αποτελεί έμπνευση για εκείνες τις ψυχές που αγαπούν να γράφουν για αυτόν. Αν είσαι συγγραφέας, ποιητής ή απλώς λάτρης της γραφής γνωρίζεις καλά πως τούτο το συναίσθημα, που έχει απασχολήσει τόσο κόσμο, αποτελεί το μελάνι για να γράψεις ολόκληρα μυθιστορήματα. Για να αποτυπώσεις σε ένα χαρτί, στο πίσω μέρος μιας ασήμαντης απόδειξης ή και σε μια χαρτοπετσέτα συναισθήματα και αισθήσεις, που ξεπροβάλλουν μονάχα μία φορά. Κι αν ξεχάσεις και το αφήσεις για αργότερα, ίσως εκείνη η έμπνευση χαθεί, ίσως εκείνες οι λέξεις που είχαν περάσει για δευτερόλεπτα από το μυαλό σου, εξαφανιστούν και τότε θα μετανιώνεις που δεν είχες αφιερώσει κάποια λεπτά, να γράψεις κάτω τις σκέψεις σου. Θα σπας το κεφάλι σου, μα θα είναι λίγο αργά. Είναι ευκαιρία για έναν συγγραφέα, να πιάσει την πένα του όταν γεννιέται αυτό το συναίσθημα.
Όσα χρόνια κι αν περάσουν ο έρωτας και όλες του οι πανέμορφες μορφές, θα κυριαρχούν και θα ομορφαίνουν τις ψυχές των ανθρώπων. Διότι έρωτας και ψυχή ήταν, είναι και θα είναι μοιραίο να ψάχνουν να βρουν ο ένας τον άλλον. Έρχεται από εκεί που δεν το περιμένεις, γιατί όσο και να το προσμένεις μονάχα παροδικά παραμυθάκια θα σου παρουσιάζονται.
Σκηνή πρώτη, βρίσκεσαι σε κάποιο πάρτι. Ή σε μια ακρογιαλιά. Ή μέσα σε μια βιβλιοθήκη, απορροφημένος από ένα – ρομαντικό, βιβλίο. Αλλαγή πλάνου, τον κοιτάς ή την κοιτάς, σε κοιτάει και νιώθεις. Δεν υπάρχει λέξη που να περιγράφει τι νιώθεις, διότι για καθέναν από εμάς είναι ξεχωριστό. Ποτέ και κανείς δε θα μπορέσει να μάθει τι κρύβει μέσα του ένας ερωτευμένος. Αλλάζουμε πλάνο, αλλάζουμε σκηνή, φέρνουμε τα πάνω-κάτω και κάπως τα καταφέρνει η πονηρή ψυχή και σμίγει με τον έρωτα της. Ίσως και όχι…
Η ζωή είναι μικρή κι ο άνθρωπος την παραφουσκώνει, την ξεφουσκώνει, την ανασηκώνει, την ξεσηκώνει, την κάνει πολύπλοκη. Η ζωή είναι για να τη χορτάσεις, για να την ερωτευτείς. Ίσως η ζωή σου να είναι στα μάτια εκείνου ή εκείνης που συνάντησε τυχαία το βλέμμα σου σ’ εκείνη τη βιβλιοθήκη. Ή σε κάποιον διάδρομο του σουπερμάρκετ, που απεγνωσμένα έψαχνες εκείνη την προσφορά που σε είχε πρήξει η μάνα σου να μη χάσεις. Αυτή είναι η ζωή. Με όλο της το μεγαλείο. Είναι μια καθημερινότητα ηχηρή και ερωτική. Πρωτίστως ερωτική. Αν δεν ήταν ερωτική, δε θα ήσουν εδώ να διαβάζεις αυτό το κείμενο.
Σκηνή ν-οστή. Κοιτάω τον ήλιο που χάνεται και ξεπροβάλλει το ολόγιομο φεγγάρι. Και σαφώς σκέφτομαι εσένα. Γιατί μπήκες στην καθημερινότητά μου και της έδωσες μια νότα ερωτική. Κι σ’ ευχαριστώ για «αυτό». Σε ευχαριστώ που έδωσες χρώμα στα πρωινά μου, στα μεσημέρια μου, στις νύχτες μου. Στις αργίες, στις απεργίες, στις αεργίες του μυαλού μου. Νομίζω μου αρέσεις. Αυτό.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.