Κάθε εμπόδιο για καλό, λένε. Κάθε πάθημα γίνεται μάθημα. Λάθη συμβαίνουν, αρκεί να τα παραδεχόμαστε. Αυτές είναι μερικές από τις κουβέντες που σε κάνουν κάπως να δικαιώνεσαι, να χαλαρώνεις και να προχωράς. Τα πράγματα ωστόσο, δεν είναι πάντοτε εύκολα. Δε θα πω όμως πως δεν είναι κι απλά, διότι μονάχα μέσα στο μυαλό μας περιπλέκουμε πάντοτε τις καταστάσεις.
Γενικότερα οι άνθρωποι πάντοτε φοβόμαστε κι αγχωνόμαστε μην παρεξηγηθούμε, μη φανούμε οι κακοί της υπόθεσης, μη μας δείξει κάποιος με το δάχτυλο και μη μείνουμε μόνοι μας. Η μοναξιά μας τρομάζει, οι «εχθροί» που δημιουργούμε, νιώθουμε ότι καραδοκούν και το υποσυνείδητο που μας ελέγχει δε μας αφήνει να κοιμηθούμε τα βράδια, δε μας αφήνει να χαρούμε. Ένα story στο Instagram ανοιγοκλείνει διακόπτες, ανοίγει πόρτες σε μια ψευδή πραγματικότητα, που ορίζει τις απρόσωπες σχέσεις μας.
Αν δε βάλεις τον εαυτό σου πάνω από όλα –όχι ερειστικά– δε θεωρώ, ότι θα τη βγάλεις καθαρή. Αν δεν κοιτάξεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη, καθώς κλαίει ποτέ δε θα αποδεχτείς πως κάποιες καταστάσεις πρέπει να λάβουν ένα τέλος. Είναι επιλογή το ν’ αφήνεις τον εαυτό σου να ταλαιπωρείται. Το σώμα σου και η ψυχή σου πάντα μιλούν και σε ειδοποιούν μα εσύ δε δίνεις σημασία διότι φοβάσαι τη μοναξιά, τους εχθρούς, έναν πόλεμο που έχεις δημιουργήσει στο μυαλό σου.
Το θέμα είναι πως δε φοβάσαι να μιλήσεις ανοιχτά, αλλά φοβάσαι πως θα σπάσει σε χίλια κομμάτια η φωνή σου κι όσοι σε ακούν θα το ρίξουν σε μια επιφανειακή υπερβολή. Θα σου πουν να ηρεμήσεις, όμως οι φωνή στο μυαλό θα σού φωνάζει πως δεν πάει άλλο. Δεν είναι κακό να φτάνει ο κόμπος στο χτένι πού και πού. Δε χρειάζεται κιόλας, να παίρνεις όλη την ευθύνη των καταστάσεων. Πάντοτε φταίνε και οι δυο ή και οι τρεις ή και οι τέσσερις. Αρκεί να παραδεχόμαστε τα λάθη και τις μαλακίες μας. Να λέμε μια συγγνώμη στον άνθρωπο, που μπορεί να πληγώσαμε. Να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Να μη ρίχνουμε το φταίξιμο σε άλλους. Και προπάντων, να υπερασπιζόμαστε τη γνώμη μας, σεβόμενοι πάντοτε και τη θέση του άλλου.
Στις σχέσεις ειπώνονται λόγια, που από άλλους ξεχνιούνται, ενώ σε άλλους μένουν στην καρδιά τους ριζωμένα. Είναι φορές, που τη στιγμή που ζεις κάτι, δεν μπορείς να μιλήσεις. Δε βρίσκεις λόγια να εκφραστείς. Κι ύστερα από καιρό, ανακαλείς και αναρωτιέσαι πώς αλλιώς θα μπορούσες να αμυνθείς, να υπερασπιστείς τον εαυτό σου. Ίσως όλα αυτά, να μην έχουν πια τόση σημασία, παρ’ όλα αυτά καθώς μεγαλώνεις, μαθαίνεις να λες εκείνο που την ίδια στιγμή σκέφτεσαι. Κι ας είναι αυτό το κλάμα. Ας είναι.
Το θέμα δεν είναι να το παίζουμε υπεράνω, όταν ο άλλος μάς εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, αλλά να ακούμε αυτά που λέει και να σκεφτόμαστε. Να δίνουμε αξία στα λόγια του, όση αξία δίνουμε και στον ίδιο μας τον εαυτό. Να σεβόμαστε ακόμη κι αν διαφωνούμε. Να μάθουμε να φεύγουμε, όταν πια δυο, τρεις, τέσσερις συνομιλητές ρίχνουν το μπαλάκι σε όποιον τους συμφέρει. Η μοναξιά όμως, σε φέρνει πιο κοντά στον εαυτό σου, διότι χωρίς τον εαυτό σου ως σύμμαχο δε θα αντιμετωπίσεις ποτέ την ίδια τη ζωή. Και πρέπει να προσέχουμε, γιατί εμείς μπορεί να γίνουμε ο μεγαλύτερος εχθρός του εαυτού μας.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου