Η ζωή μας είναι ένα συνονθύλευμα λογικών αποφάσεων, καθοριστικών στιγμών, ανθρωπίνων σχέσεων και συναισθημάτων. Όποιες αποφάσεις παίρνουμε, πρώτα περνούν από τη συμβουλευτική κριτική των φίλων, τα διλήμματα και σαφώς τον έρωτα.
Ο φόβος κι η ανασφάλεια παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων. Ωστόσο κι ο αυθορμητισμός μας έχει την ικανότητα να μάς βοηθάει ή καλύτερα να μας βγάζει από τη βασανιστική ταλαιπωρία ενός διλήμματος. Πόσες φορές έχουμε δράσει, δίχως να δώσουμε μια δεύτερη ευκαιρία στις σκέψεις μας και δίχως να έχουμε επίγνωση του γεγονότος, πως μπορεί να επηρεαστούν κι οι γύρω μας από τις καθοριστικές αποφάσεις μας; Και τότε επέρχεται η μοιραία ώρα της υπερανάλυσης και το υποσυνείδητό μας αρχίζει να βγάζει στη φόρα δαιμόνια και ξωτικά, που ταλαιπωρούν τη ζωή μας.
Φτάνει λοιπόν, εκείνη η στιγμή που απαιτείται να λάβεις μια σημαντική απόφαση. Μια επιλογή, που μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή, να σου ανοίξει πόρτες και να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Όλα αυτά ακούγονται δελεαστικά. Όμως, δεν είσαι εκατό τοις εκατό σίγουρος αν μπορείς να ξεφύγεις από το comfort zone σου. Θέλεις να κάνεις εκείνο το βήμα πάρα πέρα. Δε θέλεις κιόλας. Και κρατιέσαι από υπάρχουσες καταστάσεις για να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου. Για να πείσεις εσένα και τους γύρω σου πως ίσως και να είναι για το καλύτερο, να κάτσεις στα αυγά σου.
Επικαλούμαστε λοιπόν την ανάγκη, που μας έχουν οι άλλοι για να κρύψουμε τον φόβο μας απέναντι στη δύσκολη απόφαση του να πάμε ένα βήμα μπροστά και να κάνουμε κάτι διαφορετικό και πρωτόγνωρο για εμάς. «Με χρειάζονται», εξηγείς. «Δε θέλω να τους αφήσω μόνους τους» κι άλλες τόσες προτάσεις, που αραδιάζεις στον εαυτό σου για να πιστέψει πως το «σωστό» είναι να μείνεις στο ασφαλές «εδώ». Πως δεν έγινε και κάτι, να μην κάνεις κάτι αλλιώτικο. Ίσως ο σκοπός σου δεν είναι αυτός. Σκέφτεσαι όλα αυτά και πείθεσαι. Υπάρχει όμως εκείνη η μικρή σπίθα, που σε κάνει να σκέφτεσαι το «αν». Δεν είναι ουτοπικό όμως; Εμείς οι άνθρωποι είμαστε ρεαλιστές. Η ζωή δε βασίζεται σε παραμύθια. Η προσγείωση στην πραγματικότητα κάνει την υπόθεση, κατάφαση και τις παρομοιώσεις της λογοτεχνίας, χάρτινα καραβάκια.
Μέσα μας ανακουφιζόμαστε με την ιδέα ότι υπάρχει η επιλογή του να μείνεις, του να μην προσπαθήσεις. Σαφώς, σε διάφορες περιπτώσεις όπως όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε τις ψυχολογικές αντιδράσεις του οργανισμού μας –ακόμα και ψυχοσωματικές– είναι προτιμότερο να μην πιέζουμε τον εαυτό μας να ξεπεράσει τα όριά του. Κανείς ποτέ δε θα σε κρίνει για τις επιλογές σου, επειδή δεν είσαι έτοιμος, πέρα από τον ίδιο σου τον εαυτό. Νιώθεις ενοχές, που δεν είσαι όσο δυνατός θα ήθελες, που δεν έχεις λίγο παραπάνω τσαγανό να τολμήσεις. Αλλά κάθε μας επιλογή ανοίγει διαφορετικές πόρτες και ίσως, το να μείνεις εκεί που είσαι να είναι για σένα η καλύτερη επιλογή.
Είναι όμορφο να προσπαθούμε και να βάζουμε προκλήσεις στον εαυτό μας, διότι μέσα από αυτό μας γνωρίζουμε καλύτερα. Αναγνωρίζουμε τις αντοχές μας και μέχρι που αντέχουμε. Δεν είμαστε ρομπότ και κάποια στιγμή εξαντλούμαστε. Πολλές φορές αγνοούμε εκείνη τη φωνή που λέει «ασʼ το», στην ανάγκη μας να αποδείξουμε ότι μπορούμε τα πάντα. Δεν ισχύει πάντοτε αυτό όμως και είναι διόλου κακού. Ίσα ίσα που δείχνει ωριμότητα να κατανοούμε μέχρι πού αντέχουν οι μπαταρίες μας.
Το να χρησιμοποιούμε σαν μια είδους δικαιολογία τους άλλους ανθρώπους δεν είναι απαραίτητα λάθος. Το να θες να μείνεις κοντά στους γονείς σου ή κοντά στους φίλους σου από το να φύγεις εξωτερικό για παράδειγμα, υποδηλώνει τη σημασία της δικής σου ύπαρξης και της ζωής σου, το πού ανήκεις και που θες πραγματικά να είσαι. Αντιθέτως, το να θες να μείνεις μέσα σε μια σχέση μόνο και μόνο για να μη στενοχωρήσεις τον άλλον, υποδηλώνει συμβιβασμό και υποβιβασμό του «είναι» και της αξίας σου. Και στις δύο περιπτώσεις είναι σημαντικό να κοιτάμε λίγο τον εαυτό μας, έτσι ώστε να μάθουμε να διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας κι ολόκληρη τη ζωή μας. Παράλληλα, οι άλλοι μέσα από τις δικές μας αποφάσεις παίρνουν κι εκείνοι μαθήματα. Κανένας δε βγαίνει χαμένος στη ζωή.
Αν μια σχέση δε μας ολοκληρώνει, δεν έχει νόημα να συνεχίσουμε να υπάρχουμε μέσα σε αυτή, όμως ο φόβος να μείνουμε μόνοι, μας κάνει να συμβιβαζόμαστε. Οπότε εκμεταλλευόμαστε την ιδέα του ότι ο άλλος θα πληγωθεί για να μείνουμε εκεί που είμαστε. Συγχρόνως, το να αρνούμαστε μια θέση στο εξωτερικό επειδή θα στενοχωρηθούν οι άνθρωποί μας είναι επίσης μια θεωρία, που δημιουργείται στο μυαλό μας η οποία καλύπτει το δικό μας φόβο, να μείνουμε μόνοι μακριά από το σπίτι μας.
Ο φόβος είναι μια παραίσθηση. Μεγαλοποιούμε τις καταστάσεις στο μυαλό μας, διότι μας νοιάζει τι θα πει ο ένας κι άλλος, ενώ στην πραγματικότητα η μεγαλύτερη φωνή που μας εξουσιάζει είναι η δική μας. Φτιάχνουμε πάμπολλα σενάρια με παρακλάδια και απολήξεις, που καταλήγουν σε ένα χάος. Δεν είναι ποτέ κακό να δοκιμάσεις κάτι και πάνω από όλα δεν είναι κακό στην τελική να μη σου αρέσει. Δεν θα μάθεις ποτέ εάν δε δοκιμάσεις κι αυτό είναι νόμος. Άλλοι φοβούνται τη μοναξιά, άλλοι την απόρριψη και μέσα από αυτό το φόβο τους δημιουργούν σενάρια για να τον κρύψουν.
Τελικά τι έχει πιο πολλή σημασία; Να δίνουμε τροφή στο φόβο και τις ανασφάλειές μας ή να δούμε τη ζωή με λιγότερο άγχος και περισσότερη όρεξη; Όλοι έχουμε προσδοκίες από τον εαυτό μας, που μερικές φορές μπορεί και να είναι ακατόρθωτες. Ίσως να μην έχουμε όλη τη δύναμη να κολυμπήσουμε βαθιά, αλλά τουλάχιστον αν έχουμε προσπαθήσει ξέρουμε μέχρι πού φτάνουμε. Και τότε θα μετανιώνουμε λιγότερο και θα ζούμε λίγο περισσότερο. Η γνώμη του κόσμου, οι αντιδράσεις κι οι πιθανές συνέπειες των πράξεων μας πάντοτε θα μας ακολουθούν στην ζωή. Ίσως και να ακουστώ πάλι κλισέ σε αυτόν τον επιφανειακό κόσμο, αλλά σου δόθηκε μια ευκαιρία να ζήσεις κι αυτή ήταν όταν γεννήθηκες. Ας μη φοβόμαστε να χάσουμε, γιατί μέσα από αυτή τη διαδικασία μονάχα κερδισμένοι βγαίνουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου