Πόσες φορές έχεις σκεφτεί να σηκωθείς να φύγεις από το πατρικό σου και να βρεις ένα σπίτι στη χώρα του Πέρα-Πέρα; Μπορεί πολλές, μπορεί όμως και καμία. Μπορεί να ανήκεις στην πρώτη κατηγορία και να είσαι από εκείνους τους ανθρώπους που δεν αντέχουν ούτε λεπτό σπίτι τους. Λίγο που θέλεις την ησυχία σου, λίγο που με το πρώτο «καλημέρα» αρχίζεις να παίρνεις στροφές, λίγο που σε εκνευρίζουν οι γονείς και δεν ξέρεις γιατί. Χωρίς να σου έχουν κάνει κάτι εσύ τσακώνεσαι –πολλές φορές μόνος σου–, κοπανάς πόρτες και γίνεσαι επαναστάτης βάζοντας τέρμα τη μουσική. Ακόμη και να μη μένετε στο ίδιο σπίτι, οι γονείς έχουν τη μαγική ικανότητα να μας τσιγκλάνε. Τι είναι όμως εκείνο που προκαλεί τα νεύρα και τις αντοχές μας;
Έχω συναντήσει πολλά παραδείγματα ανθρώπων που εκνευρίζονται με τους γονείς τους. Από ένα απλό τηλεφώνημα για να δουν εάν είσαι καλά μέχρι την ελαφρώς ενοχλητική τους συμπεριφορά, επειδή θέλουν να φροντίσουν εσένα και τους φίλους σου. Σαφώς υπάρχουν και βαθύτερα προβλήματα μεταξύ γονέων και παιδιών που σχετίζονται με τον τρόπο συμπεριφοράς τους κατά την παιδική ηλικία και με το πώς αυτό έχει επηρεάσει τη μετέπειτα εξέλιξή τους, την έλλειψη επικοινωνίας ή αποδοχής. Γονείς που έχουν μεγαλώσει κάτω από στέγη σκληρής παιδαγώγησης βρίσκουν τον εαυτό τους να αντιγράφουν εκείνες τις τακτικές εφαρμόζοντάς τες στα δικά τους παιδιά, συνειδητοποιώντας τα λάθη τους πολύ αργά. Λάθη που θα έπρεπε να είχαν μεριμνήσει να μη συμβούν από τη στιγμή που πήραν την απόφαση να φέρουν στη ζωή έναν άνθρωπο.
Γενικότερα ο εκνευρισμός απέναντι στους γονείς είναι κάτι που μας απασχολεί λίγο-πολύ όλους. Σίγουρα θα έχεις βρεθεί κάποια στιγμή στη φάση που δε θες να σου υποδείξουν τι να κάνεις και πώς. Όταν είμαστε μικροί βρισκόμαστε υπό την προστασία τους και μια ζωή δίχως εκείνους φαντάζει άδεια. Έρχεται το σχολικό να μας πάρει και πιανόμαστε από τα ρούχα της μαμάς μας, γιατί δε θέλουμε να φύγουμε. Αυτή η ανάγκη λοιπόν δεν εξαφανίζεται ποτέ, μονάχα παίρνει άλλες μορφές –ίσως πιο ώριμες.
Μεγαλώνουμε, ενηλικιωνόμαστε και ξαφνικά νιώθουμε μια βαθύτερη ανάγκη ανεξαρτητοποίησης. Δε θέλουμε πια να τρέχουν από πίσω μας. Θέλουμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας. Να μη χρειάζεται να ρωτήσουμε, γιατί αν το κάνουμε θα αρχίσουν να μπλέκονται εκεί που δεν έχουν δουλειά. Παίρνουμε όλες τις αποφάσεις μόνοι και ξεχνάμε να ζητήσουμε μια γνώμη, μια συμβουλή. Εκείνοι όμως είναι οι άνθρωποι που μας μεγάλωσαν και ξέρουν κάτι παραπάνω. Δε θέλουμε την προστασία τους, όσο κι αν ξέρουμε πως πάντοτε θα βρίσκονται εκεί.
Συμβαίνει και κάτι άλλο ωστόσο που πολλές φορές δεν παραδεχόμαστε και μας τρομάζει· βλέπουμε σε εκείνους τον εαυτό μας. Ο τρόπος που μιλάμε, που αντιδράμε, που κάνουμε πράγματα μοιάζει με τον τρόπο που τα κάνουν εκείνοι. Το γέλιο μας, η στάση του σώματός μας, όσα μας εκνευρίζουν πάνω τους είναι σημάδια που έχουμε ενστερνιστεί και αντιγράψει ασυναίσθητα. Ξαφνικά βλέπεις τον εαυτό σου να κάνει κάτι που εκνευρίζει τους φίλους σου και συνειδητοποιείς πως το ίδιο ακριβώς χαρακτηριστικό σ’ ενοχλεί στη μαμά ή στον μπαμπά σου –χωρίς αυτό να ισχύει πάντοτε. Νιώθεις να ντρέπεσαι, σαν να μαζεύεσαι γιατί δε θες να προκαλείς τα ίδια νεύρα που έκαναν εσένα να παιδεύεσαι.
Λένε πως όσο μεγαλώνουμε μοιάζουμε όλο και πιο πολύ στους γονείς μας κι είναι αλήθεια. Όσο και να μη θέλουμε να το παραδεχτούμε, συμβιώνοντας μαζί τους για πολλά χρόνια οικειοποιούμαστε τις συνήθειές τους, τις κινήσεις και τις απόψεις τους διαμορφώνοντας έτσι τον δικό μας χαρακτήρα και τρόπο σκέψης. Ακόμη είναι τέτοια η άνεσή μας με τα οικογενειακά μας πρόσωπα που μας είναι πιο εύκολο να ξεσπάμε πάνω τους, διότι είναι οι μοναδικοί άνθρωποι που ξέρουμε ότι ποτέ δε θα μας εγκαταλείψουν.
Κάποιοι συνειδητοποιούν αργά την αξία των γονιών τους, ενώ άλλοι τους σφιχταγκαλιάζουν κι εκτιμούν κάθε δευτερόλεπτο πλάι τους. Πώς φαντάζει άραγε ένας κόσμος δίχως τη συντροφιά τους; Σίγουρα δύσκολος, λίγο πιο σκληρός κι ανυπάκουος. Ποτέ δε θα καταφέρουμε να ξεπληρώσουμε όσα μας έχουν δώσει, όχι γιατί δεν μπορούμε, αλλά γιατί όλα τα έχουν κάνει με αγάπη δίχως να ζητήσουν ανταλλάγματα. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους βοηθάμε λίγο όταν δυσκολεύονται με το κινητό ή με τις δουλειές του σπιτιού και να προσπαθήσουμε να τιθασεύουμε τα νεύρα μας.
Στο τέλος της ημέρας αυτό που είμαστε οφείλεται εν μέρει σε εκείνους, από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα κατορθώματά μας. Ακόμη κι αν όλα αυτά σου φαίνονται βλακείες, θυμήσου πως πουθενά δεν υπάρχει εγχειρίδιο για το πώς να είσαι «καλός γονιός». Όλοι κάνουμε λάθη, αρκεί να είμαστε σε θέση να έρθουμε αντιμέτωποι με αυτά για να μην τα επαναλάβουμε. Οφείλουμε πάντοτε να παίρνουμε τη ζωή στα χέρια μας για εμάς κι όσους αγαπάμε, όσο κι αν δυσκολευόμαστε να τους το δείξουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.