Ο ανταγωνισμός αποτελεί κίνητρο για τον κάθε άνθρωπο. Η επιθυμία του να ξεπερνάει και να αριστεύει δίνουν νόημα στη ζωή του. Υπάρχει όμως, σημασία σε ποιον ανταγωνισμό θα επιδοκιμαστείς και θα εθιστείς.
Από τη μία, έχουμε τον ευγενή ανταγωνισμό, την άμιλλα, ο οποίος διακατέχεται από σεβασμό προς τους «αντιπάλους» και κανένα ίχνος κακίας. Ωστόσο, στην αντίπερα όχθη συναντάμε τον μη υγιή ανταγωνισμό, που μέσα του ελλοχεύουν η ζήλεια και η χαιρεκακία. Αποτελεί κίνδυνο να πέσεις σε αυτό το τριπάκι, διότι έχει ριζωθεί μέσα σου από το οικογενειακό περιβάλλον. Κι όταν αναφερόμαστε σε αυτόν τον ανταγωνισμό είναι σίγουρο, πως δεν επηρεάζει μονάχα τον επαγγελματικό τομέα, αλλά και τον προσωπικό.
Μέσα σε μια κοινωνία, που αποδοκιμάζει τους νέους και τα όνειρά τους, είναι λογικό ακόμη και η πιο ισχνή λεπτομέρεια να παίζει σημαντικό ρόλο για το αν θα πάρεις μια δουλειά, από ποιον θα την «κλέψεις» και γιατί ήταν ο άλλος ο «τυχερός», που σε ξεπέρασε. Νιώθουμε πως οι κόποι μας δεν αποδίδουν και πως πρέπει να προσπαθήσουμε ακόμα περισσότερο για να τα καταφέρουμε. Ποιος, όμως, μάς έχει βάλει αυτό το τσιπάκι στον εγκέφαλο που μάς αναγκάζει να κοπιάζουμε εις βάρος των άλλων; Και είναι δυνατόν να περιορίζουμε τον ανταγωνισμό μας σε ορισμένους τομείς;
Υπάρχουν εκείνοι οι άνθρωποι, που δεν κατάφεραν όσα ήθελαν. Που έμειναν με φυλακισμένα απωθημένα και μια ζωή, που όλο προσπαθούν να τη βελτιώσουν δίχως να βλέπουν εκείνη την «άκρη» της σωτηρίας, που ψάχνουν. Είναι αυτοί, οι ίδιοι άνθρωποι, που ως γονείς πιέζουν τα παιδιά τους. Που δεν ανέχονται το παιδί του άλλου να είναι «καλύτερο» από το δικό τους και που η σύγκριση είναι το χάρισμά τους. Μεγαλώνοντας, λοιπόν, με την αντίληψη πως πρέπει να είσαι ο πιο καλός, αρχίζεις να αντιμετωπίζεις τα πάντα γύρω σου με αίσθημα του ανικανοποίητου, ζήλειας και κακίας. Και δεν υπάρχει κουμπί που να ενεργοποιεί τον ανταγωνισμό όπου θες εσύ. Μια τέτοια ιδεολογία σε κυνηγάει παντού και εξαπλώνεται μέσα σου, σαν ιός δίχως γιατρειά.
Ο ανταγωνισμός έχει μεγάλο αντίκτυπο στις σχέσεις και στη φιλία. Υπάρχει μια φωνή μέσα σου, που σε προτρέπει να είσαι τίμιος φίλος, να χαμογελάς και να το εννοείς. Όμως, μια άλλη φωνή, πιο σκοτεινή, είναι εκεί να σου επισημαίνει τη δική σου ανικανότητα και δια μαγείας ο εγκέφαλος μετατρέπει όλα αυτά τα κρυφά συναισθήματα σε κακία- δίχως απαραίτητα να θες να το προκαλέσεις. Κανένας δε θέλει να ανταγωνίζεται τους φίλους του και τους γύρω του, αλλά είναι αναπόφευκτο όταν δεν έχεις μάθει αλλιώτικα στη ζωή σου.
«Γιατί σε εκείνον κι όχι σε εμένα;», αναρωτιέσαι κι απορείς με τον ίδιο σου τον εαυτό. Θες να είσαι «τέλειος» σε όλα. Να έχεις εμπειρίες, να γνωρίζεις όταν ο άλλος θα σε ρωτήσει κάτι. Να μην καταδέχεσαι κι αποδέχεσαι ότι σε κάποια πράγματα –ίσως– να είσαι λάθος. Γελάς με τα παθήματα του άλλου ή τον υποβιβάζεις επειδή έκανε μια χαζομάρα. Είναι μικρά, αλλά απτά παραδείγματα, που δείχνουν πως ο ανταγωνισμός είναι κρυμμένος μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις σου.
Ο υγιής ανταγωνισμός είναι εκείνος που σε πάει μπροστά ως άνθρωπο. Αλλά έχει τεράστια διαφορά να κυνηγάς τους στόχους σου και να πετυχαίνεις ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα, από το να σκαρφιστείς πώς θα πατήσεις τον άλλον ή να εκμεταλλευτείς τη λύπη του άλλου για να νιώσεις εσύ καλύτερα. Μέσα σε μια σχέση ο ανταγωνισμός δεν αποφέρει τίποτα. Ποιο το νόημα της συνύπαρξης, είτε ερωτικής είτε πλατωνικής, εάν βλέπεις τον άλλον σαν αντίπαλο;
Δεν ξυπνάς μια μέρα και αποφασίζεις να μην είσαι τοξικά ανταγωνιστικός με όλους κι όλα. Η αντιμετώπιση μιας τέτοιας συμπεριφοράς αποτελεί προσωπικό ζήτημα. Το ταξίδι στα άδυτα του ψυχισμού ανοίγει έναν δρόμο όπου αχνοφαίνεται ο αληθινός εαυτός μας, μακριά από τα «πρέπει», που μάς καθορίζουν άλλοι. Μονάχα όταν καταφέρει κάποιος να δει πέρα από αυτό που τού ορίζουν, είναι ικανός να αλλάξει ιδεολογία και στάση προς την ίδια τη ζωή. Ο υλισμός, ο ωμός ορθολογισμός κι η έλλειψη ρομαντισμού αποτελούν θεμέλια για καταστάσεις όπου ο ανταγωνισμός αναπτύσσεται και κλέβει, λίγο-λίγο, από την ανθρώπινη συνύπαρξη όλα εκείνα που τη χρήζουν ως τόσο σημαντική.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου