Πριν μπούμε στο θέμα μας πάμε πρώτα να κάνουμε ένα σύντομο quiz: Έχεις μπροστά σου έναν άνθρωπο που μάλλον ο Θεός όταν τον έπλαθε είχε κέφια. Κορμί θανατηφόρο, χαμόγελο απίστευτο, μαλλί, στιλ και τα λοιπά στην τρίχα και πιάνεις τον εαυτό σου να μένει με το στόμα ανοιχτό στην εικόνα του. Ανοίγει, όμως, για κακή σου τύχη, το δικό του στόμα και πετάει τέτοια μαργαριτάρια που εύχεσαι να είχες μείνει μόνο στην εικόνα και να μη χρειαζόταν να τον ακούσεις κιόλας· thank you, next, που λέει και γνωστό hit της εποχής. Και πάμε στον δεύτερο άνθρωπο που έχεις επίσης μπροστά σου, που από εμφάνιση για τα γούστα σου δε λέει και πολλά, ίσως να σου περνούσε κι αδιάφορος αν τον έβλεπες τυχαία στο δρόμο, ανοίγοντας όμως το στόμα του για να μιλήσει μαγεύεσαι απ’ την ευφράδειά του, σε γοητεύει το χιούμορ του, θαυμάζεις τη συγκροτημένη σκέψη του, σαγηνεύεσαι απ’ την άνεσή του να ανταποκρίνεται σε οποιοδήποτε συνθήκη προκύψει κι αυτομάτως ο άνθρωπος αυτός ομορφαίνει στα μάτια σου χωρίς καμία προσπάθεια. Με ποια, λοιπόν, απ’ τις δυο αυτές διαφορετικές προσωπικότητες θα επέλεγες να συνεχίσεις την ώρα σου και (γιατί όχι) τη ζωή σου;

Και τώρα που θέσαμε τον προβληματισμό μας κι έχω και την προσοχή σας, πάμε να μπούμε στο κυρίως θέμα μας. Οι άνθρωποι απ’ τη φύση μας είμαστε πλάσματα κτητικά, που δε σταματάμε πουθενά αν πρώτα δεν κατακτήσουμε αυτό που θέλουμε. Μας αρέσει να διεκδικούμε και να διεκδικούμαστε. Το κομμάτι του «να διεκδικούμε» λίγο-πολύ αποτελεί ένα θέμα υποκειμενικό που έχει να κάνει ξεκάθαρα με τα γούστα και την ιδιοσυγκρασία του καθενός καθώς και με το άτομο που θα επιλέξει να διεκδικήσει ή έστω να προσεγγίσει. Τι συμβαίνει όμως με το κομμάτι του «διεκδικούμαστε»;

Ελκύουμε συντρόφους σύμφωνα με αυτό που προβάλλουμε κυρίως σε μας. Τα γούστα πολλά, οι απαιτήσεις ποικίλλουν κι οι επιλογές κρίνονται από μία και μόνο προϋπόθεση: τι ζητάμε απ’ τον άλλον και τι ζητάει κι εκείνος από εμάς. Βέβαια, εδώ παίζει και λίγο ρόλο το μέρος μιας πρώτης γνωριμίας, για να μιλήσουμε και λίγο ρεαλιστικά.

Για παράδειγμα, είσαι έξω με την παρέα σου για ποτά. Κέφι, ξεγνοιασιά, αυτοπεποίθηση στα ύψη, μιας κι οι φίλοι πάντα μας ανεβάζουν, το αλκοόλ σε έχει χαλαρώσει κι έτσι η όλη στάση σου, η συμπεριφορά σου κι οι κινήσεις σου εκείνη την ώρα μαρτυρούν μια διάθεση πιο προσιτή κι ερωτική από πλευράς σου. Είναι επόμενο ο άνθρωπος που θα προσελκύσεις, έχοντας λάβει τα μηνύματα που εκπέμπεις (εστιάζοντας και πλασάροντας την εμφάνιση και το σεξαπίλ σου) να σε προσεγγίσει προφανώς όχι για το μυαλό σου το ξυράφι, που κανείς δεν αμφισβητεί ότι έχεις, αλλά εκείνη την ώρα δεν ενδιαφέρει κανέναν, καθώς χρησιμοποιείς άλλα όπλα που ρίχνουν κάποιους αμαχητί.

Αν τώρα η γνωριμία γίνει σε ένα καφέ, ένα βιβλιοπωλείο, ένα θέατρο, στην αίθουσα ενός πανεπιστημίου, όπου η ατμόσφαιρα είναι πιο χαλαρή κι εσύ πιο ο εαυτός σου, χωρίς τα στολίδια και τη θολούρα ενός κλαμπ, τότε αυτός που θα προσελκύσεις υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να μην είναι ένας ακόμα τυχαίος που θέλει απλώς να περάσει καλά, αλλά ένας άνθρωπος που βλέποντάς σε κι ενώ επιλέγει να σε προσεγγίσει για κάτι πιο εσωτερικό απ’ τα ωραία σου μάτια, θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί αναλόγως στις προσδοκίες σου.

Στη συνέχεια κι αφού ανταλλάξετε δυο κουβέντες θα μπορέσεις να καταλάβεις αν αυτός ο άνθρωπος έχει να σου πει κάτι τελικά ή αν ήρθε η ώρα να ρίξεις ευγενικά την ωραιότατη χυλόπιτά σου, γιατί πάνω από όλα ξέρεις τι θέλεις και τι ζητάς απ’ τον κάθε υποψήφιο άλλο στη ζωή σου. Κι εκείνος, βέβαια, ίσως να σε δει και του να αρέσεις τόσο ώστε να πάρει το ρίσκο να σε πλησιάσει και να έρθει να σου μιλήσει, αλλά δυο στιγμές μετά να φύγει τρέχοντας εξαιτίας του τρόπου που εσύ ενδεχομένως μίλησες ή φέρθηκες και καθόλου δεν του άρεσε –βλ. quiz–  γιατί δεν πληροίς τα στάνταρ και τις προϋποθέσεις του.

Στην ουσία και για να αρχίσουμε σιγά-σιγά να καταλήγουμε σε ένα πόρισμα, ύστερα απ’ τα όσα ειπώθηκαν, μπορούμε να καταλάβουμε πως ελκύουμε ανθρώπους που κατά κάποιο (νομίζουν πως) μας μοιάζουν, γιατί  βρίσκουν κάτι κοινό ανάμεσά μας, με βάση όμως αυτό που εμείς προβάλλουμε περισσότερο στην εικόνα μας.

Ένας άνθρωπος που επιθυμεί να δείχνει πιο προκλητικός, πιο ανοιχτός και πιο αυθόρμητος, θα προσεγγίσει με άνεση κάποιον με τα ίδια στοιχεία. Ένας που δεν πολυνοιάζεται για τη φιλοσοφία και τις τέχνες αλλά ενδιαφέρεται πολύ για την εμφάνισή του κι αναλώνεται στην επιφάνεια, θα τραβήξει κοντά του κάποιον όμοιό του. Ένας που ποντάρει στο μυαλό και το πνεύμα του άλλα αξιοποιεί και τα άλλα του όπλα, θα προσεγγίσει κάποιον πιο τολμηρό, που θα ιντριγκάρεται απ’ το εγκεφαλικό παιχνίδι κι έτσι θα ρισκάρει κι ας φάει τα μούτρα του στην τελική.

Αν θες κάποιος να σε επιλέξει για τον χαρακτήρα σου, αυτόν θα πρέπει να προβάλλεις. Αν εστιάζεις κυρίως στην εικόνα σου και στρογγυλεύεις τις απόψεις σου, δεν έχεις πολλές πιθανότητες να γοητέψεις κάποιον για την προσωπικότητά σου. Αν θες ένα ταίρι ειλικρινές που σε θέλει γι’ αυτό που είσαι, θα πρέπει να φαίνεται καθαρά η αλήθεια σου. Αν θες πάθος κι ηδονές, θα πρέπει να εκπέμπεις κάπως τη σεξουαλικότητά σου.

Εμείς αποφασίζουμε ποιοι άλλοι θα μας περιστοιχίσουν, γιατί πολύ απλά τρώμε αυτό που σερβίρουμε.  Το παν, όμως, σε αυτό το παιχνίδι είναι να προβάλλεις τον εαυτό σου όπως ακριβώς είναι, χωρίς υπερβολές, χωρίς να κάνεις φασαρία για να κερδίσεις τάχα εντυπωσιασμένα βλέμματα. Και τότε αυτός που θα κάνει το βήμα προς το μέρος σου, θα ξέρεις πως το κάνει γιατί είδε εσένα κι όχι την εικόνα που είχες φτιάξει.

 

Συντάκτης: Παρασκευή Μπάρδα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη