«Δε γίνεται αυτό. Φοβάμαι. Δεν ξέρω. Τα έκανα ήδη σκατά δε θέλω να τα σκατώσω και μαζί σου.»
«Δεν ξέρεις αν δε δοκιμάσεις», είπα και κοιτούσα επίμονα το πάτωμα. Θες αμηχανία, θες ότι κάθε φορά μαζί σου πατάω όλη μου την αξιοπρέπεια έκανα πάντα την πάλη μου για να σε κερδίσω. Ή να πάρω κάτι από εσένα. Δε θα μάθω ποτέ τι, γιατί μου έμεινες απωθημένο.
Και σε διαβεβαιώ αγάπη μου, στη ζωή μου είμαι άνθρωπος αξιοπρεπής. Όχι όμως μαζί σου. Δεν υπάρχει εγωισμός από εμένα για εσένα κι ας κρίνεις την επιμονή μου για εγωισμό. Σε άφηνα πάντα με την ελευθερία σου. Κι υπήρχε αυτή η μικρή χαραμάδα ανοιχτή που εγώ κρατούσα μέσα μου. Έφερνε λίγο φως στα σκοτάδια μου και τη χρησιμοποιούσα για να έχω πάντα κάπου να γυρίζω όταν όλα φάνταζαν στραβά κι ανάποδα.
Κι εσύ γιατί απαντάς στα μηνύματά μου; Γιατί είσαι εδώ μετά από τόσα χρόνια που έχουν περάσει; Γιατί πάντα επιστρέφουμε ο ένας στον άλλο παρ’ όλο που κοπανιέσαι ότι δε χωράει έλξη ούτε έρωτας μεταξύ μας; Γιατί δε θα μπορούσες να ερωτευτείς εμένα. Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα ερωτευτείς. Μα πάντα θα σε έχω στο μυαλό σαν τον άνθρωπο που ερωτεύτηκα και προσπάθησα εγώ.
Κι η ανάγκη μου μεγαλύτερη κι από δίψα για να σου ευχηθώ σήμερα που είναι τα γενέθλιά σου κι οι λέξεις μου ανίκανες να εκφράσω έστω και για μία αποφράδα φορά τι νιώθω. Χρόνια πολλά λοιπόν. Χρόνια καλά, σαν κι αυτά που φορτωθήκαμε στις πλάτες μας από το πρώτο μας μήνυμα. Χρόνια δημιουργικά, γεμάτα πάθη και λάθη που μετάνιωσες κι άλλα που σου άφησαν αναμνήσεις που φέρνουν ένα χαμόγελο στο όμορφο πρόσωπό σου.
Κι αν μετράς τα χρόνια κι αυτά σε φοβίζουν, να θυμάσαι πώς να κρατάς τη παιδικότητα που κουβαλούσες πάνω σου κάποτε. Και ξαναθυμήσου να σκέφτεσαι βαθιά, πέρα από αυτά που ο περισσότερος κόσμος μπορεί να δει. Χρόνια χαμογελαστά γιατί όταν σπάνια χαμογελάς θέλω να χαμογελάσω κι εγώ μαζί σου.
Άμα εμφανίζεσαι δε, θέλω να αρχίσω να χοροπηδάω σαν ένα μικρό παιδί μέχρι την ώρα που θα σε συναντήσω. Κι όταν με απογοητεύεις, μου περνάει γιατί τα συναισθήματά μου για εσένα πατάνε αυτή την παροδική απογοήτευση. Κι όταν δε με γουστάρεις πια στη ζωή σου, πάλι εμφανίζομαι κι όταν δε σε γουστάρω εγώ πιάνεις τη χαραμάδα που σου αφήνω και μπαίνεις μέσα. Πατάς την αδυναμία μου. Κι αυτή είσαι εσύ.
Κουβαλάς κι εσύ τα δικά σου απωθημένα κι εκείνο το γαμώτο για το ότι δεν μπορείς άλλο να μπλέκεις με την καταστροφή. Δε με θες μα πάντα γυρνάς σ’ εμένα. Δε σε θέλω αλλά πάντα μου λείπεις ακόμα κι όταν σε σιχαίνομαι. Κι αν αυτό δε σημαίνει κάτι τότε δεν ξέρω τι μπορεί να υπάρχει μεταξύ μας.
Χρόνια πολλά κι ας ήταν χρόνια που πίστευα ότι με είχες δίπλα σου από ανάγκη. Χρόνια μαγικά σαν και τα πράγματα που ήθελα να κάνω εγώ για εσένα. Κι όπως θα τρεμοπαίζουν τα κεράκια πάνω από την τούρτα των γενεθλίων σου, σκέψου με λιγάκι πριν κάνεις την ευχή. Ίσως εσύ να θες κάτι άλλο μα η δική μου ευχή θα έχει τότε πραγματοποιηθεί.
Χρόνια πολλά και σ’ αγαπάω με τον δικό μου μαλακισμένο τρόπο όπως πάντα πίστευες! Και τώρα ας σε αφήσω μέχρι την επόμενη φορά που η οθόνη μου θα φωτίσει γράφοντας το όνομά σου. Κι αν εμείς δεν είμαστε τίποτα και δε θα υπάρξουμε ποτέ, γιατί κάθε φορά γυρνάς; Κι ας είναι ακόμη ανάγκη σου για να μην πνιγείς στη μοναξιά σου, μάθε πως είναι ανάγκη δική μου να σ’ αγαπώ και να στο δείχνω με κάθε ευκαιρία. Την ευκαιρία που δε θα πάρω ποτέ από εσένα. Τελικά, μαλακία είναι που ποτέ δεν ήθελες να δοκιμάσουμε. Να σε προσέχεις γιατί εμένα δε με άφησες. Να τα χιλιάσεις. Σ’ αγαπώ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου