Τον γνωρίζεις καλά κι ας μην αναγνωρίζεις ποτέ την αξία του. Είναι εκεί τις ώρες που νοσηλεύεσαι, σε προσέχει, φροντίζει να ακολουθείς πιστά και με ευλάβεια τη φαρμακευτική σου αγωγή και ξαγρυπνά ώρες πάνω από το προσκέφαλό σου φροντίζοντας να ελέγχει κάθε μικρή λεπτομέρεια που θα κριθεί σημαντική για την ανάρρωσή σου. Νομίζεις ότι μιλάω για τη μαμά ή τον μπαμπά σου· να σου συστήσω τον νοσηλευτή.
Ξέρεις, για να γίνει ένας επαγγελματίας υγείας, άριστος στο είδος του αλλά κι απαραίτητος για να σταθείς εσύ στα πόδια σου, δε χρειάστηκαν μόνο χρόνια πάνω από τα βιβλία και γνώσεις που πίστεψέ με, δεινοπάθησε να αποκτήσει, δε χρειάστηκε μόνο εμπειρία σε νοσοκομεία και χώρους αποπνικτικούς μες τις μυρωδιές από τις διαθερμίες στα χειρουργεία, τις ανατομίες, τα φάρμακα. Αυτός ο άνθρωπος για να ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα επίλεξε μαζί και με αυτό να μένει άνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης.
Αυτός ο άνθρωπος επίλεξε που λες, να βάζει πάντα προτεραιότητα μπροστά του άλλους ανθρώπους, που είναι σε ανάγκη, πονούν και χρειάζονται βοήθεια. Κι η συμβολή του άκρως σημαντική γιατί εκτός από ο άνθρωπος που φροντίζει για το μεγαλύτερο ποσοστό της θεραπείας σου ενδονοσοκομειακά,-διότι οι γιατροί παίρνουν τα εύσημα για διάγνωση και χειρουργείο- πρακτικά ο άνθρωπος αυτός καλύπτει όλες σου τις ανάγκες κι εκτός από θεραπευτής σου, είναι φίλος σου, γελωτοποιός σου, η μαμά σου κι ο άνθρωπός σου όταν ο πόνος σε καταβάλει και χρειάζεσαι βοήθεια.
Γιατί εκείνος μπορεί να είδε πριν λίγο έναν άνθρωπο σε ένα κρεβάτι να πεθαίνει κι έστεκε βράχος δίπλα του μέχρι να κλείσει τα μάτια του. Γιατί κι εκείνος έχει συναισθήματα κι ευαισθησίες ακόμα κι αν πάντα φορά το χαμογελαστό του προσωπείο για να αντιμετωπίσει τη βάρδια. Γιατί θέλει μαγκιά κι ευαισθησία να κάνεις αυτό το επάγγελμα και να δίνεις πάντα στην ψυχή σου μια ικανοποίηση του τύπου «Εγώ τουλάχιστον βοήθησα». Και πίστεψέ με όταν έστω κι ένας άνθρωπος αναγνωρίζει την αξία και τη συμβολή τους, νιώθουν σαν μικροί θεοί σε έναν κόσμο που δε βοηθάει, δεν περιθάλπει και δεν αγαπάει.
Νομίζεις πώς δε λυγίζουν στη θέα θρήνου συγγενών και δύσκολων περιστατικών; Νομίζεις πως δεν τους αγγίζει η εικόνα του παππού που κοιμάται δίπλα στη γιαγιά του κρατώντας της τα χέρια όταν έρχεται η ώρα να αποχαιρετήσει τον έρωτα της ζωής του; Νομίζεις ότι εκείνοι είναι αμείλικτοι εκτελεστές του συστήματος που έχουν μεγάλη γαϊδουριά και κιλά αναισθησίας μέσα τους όταν βλέπουν γύρω τους ψυχές να σπάνε;
Είσαι λάθος. Γιατί πέρα από τη σωματική τους κούραση, πέρα από τις πολύωρες βάρδιες και τα νυχτέρια που είναι δύσκολα και πολλά στο επάγγελμά τους, φοράνε κάθε μέρα το χαμόγελο στο πρόσωπο, ετοιμάζουν τα ψυχικά και πρακτικά όπλα του επαγγέλματος κι είναι έτοιμοι να πέσουν στον αγώνα για να νικήσουν για μια ακόμα ημέρα το θάνατο. Κι όταν αυτό δεν επιτυγχάνεται δε μένουν ατάραχοι αλλά προσπαθούν με όλη την αγάπη που χωράει μέσα τους– που είναι απεριόριστη- να συνεχίζουν να σώζουν ψυχές. Κι ό,τι κι αν τραβάνε εκείνοι στις ζωές τους, ό,τι κι αν τους στέκεται εμπόδιο ό,τι κι αν τους προβληματίζει το ξεχνάνε περνώντας την πόρτα του νοσοκομείου.
Κι αν το δεις πρακτικά, είναι σαν αφανείς ήρωες. Μπορεί να μη φοράνε κάπα, μπορεί να μην έχουν αναγνωριστεί από κανέναν, αλλά συνεχίζουν αυτό τους το λειτούργημα ακάθεκτοι με κεντρικό τους γνώμονα την αγάπη για το συνάνθρωπο. Κι όντως μπορεί μια φωνή μέσα τους να τους οδηγεί σε αυτή τους τη συμπεριφορά. Κι αυτή είναι η φωνή της συνείδησης. Καμία φορά οι άγγελοι δεν είναι μυθικά πλάσματα, είναι άνθρωποι που φοράνε λευκή στολή και τα βράδια έρχονται να πάρουν τα ζωτικά σου για να φροντίσουν να ξυπνήσεις το πρωί υγιής! Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι νοσηλευτές.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου