Σιωπή. Όλα πάγωσαν. Δεν έχει θάρρος να σου πει την αλήθεια. Έχει σκύψει το κεφάλι και κοιτάζει το απόλυτο κενό. Και στην τελική, ποια αλήθεια να σου πει; Πού να βρει τα κότσια να ξεστομίσει όλες εκείνες τις αλήθειες; Δεν έμαθε ν’ απογυμνώνεται, άλλωστε. Έμαθε να ορίζει το ψέμα σαν επαγγελματίας θεατρικού θιάσου. Λαμβάνοντας μάλιστα και πρωταγωνιστικό ρόλο. Εσύ του χάρισες αυτόν το ρόλο.
Χαμηλωμένο βλέμμα, μη φανεί το ψέμα. «Δε σου αξίζω» ψιθυρίζει και συνεχίζει δίνοντας ρεσιτάλ ερμηνείας, «ίσως πρέπει να συνεχίσουμε χωριστά, ξέρεις, δε σου αξίζω γιατί δεν μπορώ να σου ανταποδώσω πια, ούτε έρωτα ούτε συναισθήματα».
Πόση καθοδήγηση να δώσει πια, για να δείξει πως θέλει να φτάσεις να θες εσύ να το λήξετε, ίσα-ίσα για να φύγει ένα βάρος απ’ τις πλάτες που σέρνει; Αφού ξέρει πως δεν υπάρχει κανένας προφανής λόγος να χαλάσετε αυτό που είχατε.
Επιτηδευμένη και καλά μελετημένη κίνηση το «δε σου αξίζω», λοιπόν. Καθοδήγηση για μια κατάληξη που δεν επέλεξες, μα όρισε το ίδιο το άτομο που συντροφιά ορίσατε το «μαζί». Ήθελε να σε κουράσει για να φύγεις εσύ. Μα η επιθυμία σου δε σου επέτρεπε να φύγεις. Κι έρχεται η ώρα του μεγάλου φινάλε. Δεν αντέχει να μην το πει,-αφού δεν πτοήθηκες απ’ τη χειραγώγηση-. Μουσική τέλους και η παράσταση ρίχνει αυλαία. Ένας έρωτας έγινε ο μεγαλύτερός σου εφιάλτης.
Περνάει λοιπόν ο καιρός, αφήνοντάς σου πληγές κι ερωτήματα μεγάλα. Οι πληγές θα επουλωθούν, κάποια ερωτήματα θα βρουν μόνα τους απάντηση, μα θα είναι ένα ερώτημα που πάντα θα τριβελίζει τα γρανάζια του μυαλού σου. Τι σήμαινε αυτό το «δε σου αξίζω», τελικά;
Υπάρχει πληθώρα εξηγήσεων για το παραπάνω. Το προφανέστερο είναι κι αυτό που κατά λέξη ειπώθηκε. Γιατί όντως, η αξία είναι κάτι πολύ δικό μας. Ο καθένας έχει κι ένα «κόστος». Μα εδώ, μιλάμε για κόστος χαρακτήρων. Μερικοί είναι απλώς πολύ φτηνοί. Όποιος μπαίνει στη διαδικασία να σκεφτεί αν αξίζει να παλέψει με τα κύματα της ψυχής σου, απλώς δε χωράει. Θα πνιγεί.
Οι επόμενες εξηγήσεις βασίζονται στο ψέμα. Ας μην το κουράζουμε. Το «δε σου αξίζω» είναι ένα ψέμα.
Δεν είχε το σθένος ν’ αντιμετωπίσει το «μαζί» σας. Κι όσο κι αν το επεξεργάζεσαι, ναι, υπάρχουν άνθρωποι που είναι πολύ μικροί για ν’ αντέξουν «ακριβούς» ανθρώπους. Έτσι, είναι πολλές οι φορές που μετατρέπουν την αξία που έλαβαν σ’ ένα μεγάλο ψέμα. Ζουν σ’ αυτό για όσο τους βολεύει. Επαναπαύονται κι έχουν την ασφάλεια που χρειάζονται για να καλύψουν την ανασφάλειά τους για τη συναισθηματική αναπηρία που κουβαλούν.
Πολύ συχνό είναι και να κουράζονται. Μα όχι την κούραση, όπως εσύ την αντιλαμβάνεσαι. Κούραση για το ίδιο «φαγητό» κάθε μέρα. Κάποιες φορές έχουν έτοιμη την καβάτζα πολύ καιρό πριν κι όταν σε χρησιμοποιήσουν, όπως θέλουν, σε πετάνε σαν παλιό, φθαρμένο παιχνίδι. Έπειτα, βγάζουν απ’ τη συσκευασία το νέο τους απόκτημα. Και σε εκείνο,-όταν φτάσει η ώρα-, έτσι θα συμπεριφερθούν. Μη σε αγχώνει.
Δεν μπορούσε να σου δώσει περισσότερα, γιατί δεν ήθελε να τα δώσει. Κι αυτό τον τρόμαζε. Γιατί να μην μπορεί να δώσει ψυχή σε μια ψυχή που όντως άξιζε να λαμβάνει; Κι εσύ, τα έδωσες όλα, δεν κράτησες τίποτα για εσένα. Απλώς δεν είχε την ικανότητα να εκτιμήσει τους κρυφούς σου θησαυρούς. Έψαχνε «λάφυρα» σε ξένες, υποτυπώδεις αξίες.
Ήξερες πως το τέλος πλησίαζε. Τελικά, επιβεβαιώθηκες. Η δικαιολογία «περί αξιών» ήταν ντυμένη στον απόηχο του πιο τραγικού ψέματος. Μερικές κούφιες λέξεις, κι εξαφανίστηκε ο άνθρωπός σου. Εκείνος που παραδεχόταν τελικά πόσο λίγος ήταν για εσένα.
Λίγος-ξελίγος, αυτός ήταν ο άνθρωπος που ήθελες. Κι ας ήξερες ότι όντως δε σου άξιζε. Τι σημαίνει τελικά «δε σου αξίζω», όταν ήθελες κάτι τόσο πολύ; Πάει κι η αγάπη. Έμεινες να ρεμβάζεις έναν κενό τοίχο. Άσπρος και κενός να θυμίζει ψυχιατρείο. Στην τρέλα σε οδήγησε, προσπαθώντας να καταλάβεις.
Δε σου άξιζε και πες ό,τι θέλεις. Το γνωρίζατε κι οι δύο. Άλλα δεν έφυγε γι’ αυτό. Έφυγε γιατί είχε τα κότσια να παραδεχθεί την αλήθεια. «Δε σου αξίζω» είπε, κι έκλεισε την πόρτα. Τέλος στην παράσταση. Οι τελευταίοι θεατές αποχώρησαν κι εσύ έμεινες ξάπλα πάνω στο σανίδι, να κοιτάς τους τελευταίους προβολείς να σβήνουν πάνω σου. Σκοτάδι. Κράτα την πόρτα κλειστή. Μάζεψε τα κομμάτια σου. Προχώρα. Ώρα για νέα παράσταση.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου