Όλοι μας, απ’ την παιδική ηλικία, θυμόμαστε κάποιες συγκεκριμένες στιγμές που είτε γονείς είτε συγγενείς μας ρωτούσαν τι θα γίνουμε όταν μεγαλώσουμε. Κι αν το καλοσκεφτούμε λίγο παραπάνω στα μαθητικά μας χρόνια διαβάζαμε με στόχο να περάσουμε σε κάποιο πανεπιστήμιο και να ασχοληθούμε με ένα συγκεκριμένο αντικείμενο.
Κι η πολυπόθητη μέρα ήρθε ύστερα από πολύ κόπο, ψάξιμο κι άυπνα βράδια. Πλέον η εργασία μας είναι αυτή που ονειρευόμασταν από παιδιά. Μπορεί στο ενδιάμεσο να μείναμε άνεργοι, να δουλέψαμε σε επαγγέλματα που μισούμε μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουμε τα προς το ζην, όμως ο στόχος μας επιτεύχθηκε! Η δουλειά μας κάνει πιο ευτυχισμένους από ποτέ.
Ναι, υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι, της καριέρας, που η ιδέα της δικής τους οικογένειας δεν ήταν ποτέ στους άμεσους στόχους τους. Αυτοί που έχουν ως προτεραιότητα να διαπρέψουν σε αυτόν τον τομέα και το αντίθετο αποτέλεσμα τους κάνεις καταθλιπτικούς και δυστυχισμένους.
Ο αγγλικός όρος είναι workaholic και υποδηλώνει το άτομο που είναι εθισμένο στην εργασία του. Το άτομο αυτό αγαπάει τη δουλειά του, είναι κομμάτι του εαυτού του και πασχίζει να αναδειχθεί μέσα σ’ αυτήν και να γίνει όσο το δυνατόν πιο αποδοτικός.
Μπορεί να δουλεύει κάθε μέρα, όλη μέρα και να προσθέτει ώρες στο 24ώρο. Μπορεί να μην έχει άπλετο χρόνο για φίλους, εκδρομές κι έρωτες, είναι όμως ικανοποιημένος με αυτό γιατί η επιτυχία στον εργασιακό του τομέα είναι αυτό που τον κάνει ευτυχισμένο στην πραγματικότητα.
Κι αυτό είναι και λογικό μέχρι ένα σημείο. Επιλέγουμε το επάγγελμα μας με κριτήριο πέρα απ’ την επαγγελματική αποκατάσταση, την εικόνα του εαυτού μας μέσα σε αυτό. Ένας δάσκαλος, επέλεξε αυτή τη δουλειά γιατί η καθημερινή συναναστροφή με του μαθητές του τον αναζωογονεί και τον χαροποιεί ιδιαίτερα να βλέπει τα παιδιά να εξελίσσονται χάρη σε αυτόν και να γίνονται καλύτεροι άνθρωποι.
Ή ένας γιατρός, επέλεξε αυτό το επάγγελμα γιατί ήθελε από παιδί να βοηθάει τους ανθρώπους όταν κανείς άλλος δε θα μπορεί. Και σε οποιοδήποτε όμως άλλο επάγγελμα, τα κίνητρα είναι παρόμοια, οι απαιτήσεις όμως οι ίδιες που συγκλίνουν σε μία: να δώσεις τον καλύτερο σου εαυτό.
Κι ας το δούμε κι από μια άλλη πλευρά. Ο καθένας από μας που θα ήταν σε μια δουλειά που ποτέ δεν ήθελε να κάνει, δε θα μπορούσε ούτε αποδοτικός ούτε και χαρούμενος να είναι. Η δουλειά θα αποτελούσε καταναγκαστικό έργο και κάθε νέα μέρα σε αυτή θα ήταν βάναυση. Είναι πολύ δύσκολο να επιτύχει κανείς σε ένα τομέα που τον αφήνει παντελώς αδιάφορο και δεν του ταιριάζει. Κι όπως μάλιστα λένε κι οι παλιοί «όποιος δε θέλει να ζυμώσει, σαράντα μέρες κοσκινίζει» κι αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Όσο πιο ανικανοποίητο κι αδιάφορο σε αφήνει η δουλειά σου, τόσο πιο πρόχειρα και μισοτελειωμένα θα την κάνεις.
Κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός, με διαφορετικά ταλέντα που μας καθιστούν κατάλληλους για τα διάφορα επαγγέλματα. Όσο πιο πολύ στα μέτρα μας είναι μια δουλειά τόσο πιο ευχάριστα θα αφιερώνουμε χρόνο σε αυτή, θα κάνουμε προσπάθειες για εξέλιξη και θα έχουμε και τα ανάλογα αποτελέσματα.
Μάλιστα, καθένας από εμάς έχει κι άλλον τρόπο σκέψης και θέτει διαφορετικές προτεραιότητες για τον εαυτό του, που το ότι δε συνάδουν με τις δικές μας δε σημαίνει ότι είναι και λιγότερο σημαντικές ή λανθασμένες.
Επιμέλεια Κειμένου Ιωάννας Καραφώτη: Πωλίνα Πανέρη