Οι περισσότεροι –αν όχι όλοι μας– κάποια στιγμή της ζωής μας έχουμε συναναστραφεί με κωφούς ανθρώπους. Αποτελούν ένα μεγάλο σύνολο του πληθυσμού, κάποιοι εκ γενετής κι άλλοι λόγω ατυχημάτων, αντιμετωπίζουν καθημερινά την κώφωση. Πόσοι, όμως, έχουμε προσπαθήσει να διεισδύσουμε στον κόσμο τους;
Οι άνθρωποι αυτοί χρησιμοποιούν τη μη λεκτική επικοινωνία, τον τρόπο δηλαδή που κάποιος κινεί και χειρίζεται το σώμα του. Οι κινήσεις των χεριών, των δαχτύλων, η θέση του σώματος, οι εκφράσεις του προσώπου, το βλέμμα, το άγγιγμα, αποτελούν στοιχεία της νοηματικής γλώσσας. Μέσα απ’ αυτήν εκφράζονται συναισθήματα, περιγράφονται γεγονότα και πραγματοποιούνται συζητήσεις επί παντός επιστητού, όπως ακριβώς και στη λεκτική επικοινωνία. Με λίγα λόγια, ο κωφός δεν είναι κι άλαλος!
Οι Έλληνες κωφοί χρησιμοποιούν την ελληνική νοηματική γλώσσα, η οποία είναι μια πλήρης γλώσσα, με αλφάβητο και συντακτικό. Γενικότερα, χρησιμοποιεί τα ίδια είδη γραμματικού μηχανισμού με την προφορική. Κάθε χώρα έχει τη δική της νοηματική γλώσσα, όπως έχει και τη δική της εθνική.
Υπάρχουν βέβαια κάποια κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των γλωσσών, δεν είναι όμως αρκετά για μια ορθή επικοινωνία. Για το λόγο αυτό, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κωφοί μπορούν να επικοινωνήσουν με τη διεθνή νοηματική γλώσσα, η οποία είναι ουσιαστικά ένας κώδικας για απλές καθημερινές ανάγκες επικοινωνίας.
Όσα προαναφέρθηκαν αφορούν τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση. Σε καθημερινή βάση, όμως, έρχονται σ’ επαφή με ακούοντες, με τους οποίους αναπτύσσουν σχέσεις επαγγελματικές, φιλικές κι ερωτικές. Τότε η επικοινωνία είναι λίγο πιο δύσκολη και από τις δυο πλευρές, καθώς δε γνωρίζει ο ένας τον κόσμο του άλλου. Δεν είναι λίγες, μάλιστα, οι περιπτώσεις όπου η συμπεριφορά των ακουόντων φέρνει σε δύσκολη θέση τους κωφούς.
Οι κωφοί αποτελούν άτομα με ειδικές ανάγκες, σε καμία όμως περίπτωση δε θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ανάπηροι. Έχουν τις ίδιες δυνατότητες κι ικανότητες με τους ακούοντες. Η κώφωση άλλωστε δε σχετίζεται με τα ταλέντα και τη νοημοσύνη, κάτι που πρέπει να γίνεται αντιληπτό απ’ όλους.
Δυστυχώς όμως στη χώρα μας οι κωφοί είναι αδικημένοι. Στερούνται την πλήρη μόρφωση καθώς δε γίνονται δεκτοί από αρκετά πανεπιστήμια, ενώ παράλληλα δεν υπάρχουν επαρκή προγράμματα ψυχαγωγίας κι εκπαίδευσης με βάση την ελληνική νοηματική γλώσσα. Επιπλέον, πολλές φορές αντιμετωπίζονται ρατσιστικά, όπως για παράδειγμα όταν περιθωριοποιούνται στο εργασιακό περιβάλλον ή ακόμη και στην προσπάθεια εύρεσης εργασίας.
Όσον αφορά την επικοινωνία μεταξύ κωφών και ακουόντων, οι δεύτεροι οφείλουν να ακολουθούν κάποιους κανόνες, ο σημαντικότερος από τους οποίους είναι να αποφεύγονται οι αόριστες έννοιες και τα νοήματα να είναι ακριβή και ξεκάθαρα. Όσο πλήρης κι αν είναι η νοηματική γλώσσα, δεν έχει την ίδια πληθώρα λέξεων με την προφορική. Παράλληλα, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη θέση του σώματος και τις κινήσεις ώστε να μη δημιουργηθούν παρεξηγήσεις και περαστούν λανθασμένα μηνύματα και πληροφορίες.
Όπως είναι εμφανές, ο κόσμος των κωφών είναι ξεχωριστός. Οφείλουμε να τους αποδεχόμαστε ακριβώς όπως είναι και να μην τους περιθωριοποιούμε. Δεν είναι δύσκολο άλλωστε να βρεθούμε κι εμείς κάποια στιγμή στη θέση τους.
Για το λόγο αυτό ας φερόμαστε όπως θα θέλαμε να μας φερθούν κι ας μην τους δυσκολεύουμε τη ζωή. Δε χρειάζονται οίκτο αλλά ίση μεταχείριση και κατανόηση. Οι ακούοντες μπορούν να γνωρίσουν τον κόσμο τους στους κωφούς κι αντιστρόφως. Σίγουρα όλοι θα βγούμε κερδισμένοι απ’ αυτό!
Επιμέλεια Κειμένου Ιωάννας Καραφώτη: Πωλίνα Πανέρη