Νιώθω ιδιαίτερα τυχερή κι ευλογημένη παράλληλα, που ανήκω σε ‘κείνη την κατηγορία ανθρώπων που αποτυπώνουν σκέψεις και συναισθήματα στο χαρτί. Ποτέ μου δεν είχα ιδιαίτερα καλή σχέση με τον προφορικό λόγο, πάντα με δυσκόλευε να εκφραστώ. Σε αντίθεση με το γραπτό, που κατά έναν περίεργο, μαγικό τρόπο, με βοηθάει να εκδηλωθώ τόσο φυσικά, τόσο αβίαστα. Κι όλα εκείνα που συχνά δεν τολμώ να ξεστομίσω, παίρνουν τη μορφή λέξεων σε μια κόλλα χαρτί.
Αυτό λοιπόν κάνω και μ’ εσένα, αυτό έκανα πάντα. Ό,τι δείλιαζα να σου πω, έχοντάς σε απέναντί μου, το έγραφα κι αυτό συνεχίζω να κάνω μέχρι και σήμερα. Γράφω για ‘σένα, γράφω για ‘μας, για όλα εκείνα που ζήσαμε, αλλά κυρίως για όσα δεν προλάβαμε να ζήσουμε.
Δεν ξέρω βέβαια αν σ’ αγγίζουν τα λόγια μου, ή αν θα καταφέρουν να σ’ αγγίξουν ποτέ, αλλά αυτό δεν έχει καμιά απολύτως σημασία για μένα. Γιατί εγώ νιώθω να παίρνω ζωή μέσα απ’ αυτά τα κείμενα. Κείμενα, άλλοτε δακρύβρεχτα κι άλλοτε πιο θυμωμένα, γεμάτα οργή κι αγανάκτηση. Κείμενα μέσα στα οποία κρύβονται χιλιάδες αναμνήσεις και συναισθήματα.
Μα το σπουδαιότερο είναι πως μονάχα μ’ αυτό τον τρόπο νιώθω πως σε φέρνω κοντά μου, μιας κι αλλιώς δεν μπορώ. Για λίγο έστω, για όσο κρατούν εκείνες οι μοναχικές, βραδινές ώρες, που γράφω για ‘σένα.
Λέξεις που σε φέρνουν τόσο κοντά, που κάποιες φορές νομίζω πως θα σ’ αγγίξω. Χάνομαι μέσα τους, ταξιδεύω σε μέρη γνώριμα. Σε αναμνήσεις που έχουν τη μορφή σου και σε θύμισες που έχουν τη μυρωδιά σου.
Ίσως είναι υπερβολικό αυτό που θα πω, αλλά πίσω από κάθε μου λέξη βρίσκεται το πρόσωπό σου. Μέσα σε κάθε μου προσπάθεια να εκφραστώ, υπάρχεις εσύ. Μα συχνά είναι τόσο δύσκολο να εκφραστώ, να περιγράψω όλα όσα νιώθω για ‘σένα.
Πώς να στριμώξω σε μερικές παραγράφους όλα όσα νιώσαμε, όσα ζήσαμε; Πώς στην ευχή να χωρέσω σε λέξεις, τόσα συναισθήματα; Όση δύναμη κι αν έχουν οι ριμάδες, υπάρχουν στιγμές που νιώθω πως είναι τόσο λίγες, τόσο φτωχές, που απελπίζομαι και νιώθω την ανάγκη να ουρλιάξω, να φωνάξω για να μ’ ακούσεις. Να σου πω επιτέλους όλα αυτά που δεν πρόλαβα. Να μπορέσεις να αισθανθείς, για μια φορά έστω, πόσο σπουδαίο και ξεχωριστό είναι αυτό που νιώθω.
Γι’ αυτό λοιπόν συνεχίζω να γράφω για ‘σένα. Γιατί για μένα, είναι σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα. Και μέσα από αυτά τα κείμενα, ζωντανεύουν ξανά όλες μας οι στιγμές. Αυτές οι λίγες, έστω.
Λίγο με νοιάζει αν με περνάς για τρελή ή παρανοϊκή. Κι αν με ρωτάς πώς αντέχω να ζω μέσα σ’ αυτό τον παραλογισμό, δεν ξέρω να σου απαντήσω. Το μόνο που ξέρω καλά, είναι πως θα πάψω να γράφω για ‘σένα, μόνο όταν πάψω να σ’ αγαπώ.
Όταν αυτό το χρώμα των ματιών σου αρχίσει να ξεθωριάζει στο βάθος του μυαλού μου, όταν η χροιά της φωνής σου, αρχίσει αλλοιώνεται στ’ αφτιά μου, τότε θα σταματήσω να σε σκέφτομαι πίσω απ’ τις λέξεις.
Όταν πάψω να σε βλέπω παντού, να σε βλέπω γύρω μου. Όταν δε θα σε νοσταλγώ πια κι ούτε θα βγαίνω στους δρόμους αναζητώντας σε. Όταν πια συμφιλιωθώ με την ιδέα της απουσίας σου. Όταν αδειάσω εντελώς. Από σκέψεις, συναισθήματα, αναμνήσεις. Όταν αδειάσω από ‘σένα.
Μα ο πιο σημαντικός λόγος που θέλω να συνεχίσω να γράφω για σένα, είναι πως δε θέλω να πάρεις τη θέση που πήραν κι οι υπόλοιποι. Δε θέλω να μπεις σ’ εκείνη τη λίστα όσων πέρασαν από τη ζωή μου και χάθηκαν έτσι απλά, χωρίς ν’ αφήσουν έστω ένα σημάδι τους μέσα μου.
Θέλω να μείνεις εδώ, να υπάρχεις για μένα. Να υπάρχεις μέσα απ’ τα κείμενά μου, να σε ζω μέσα απ’ αυτά, μιας κι αλλιώς δεν μπορώ. Και να ξέρεις πως όταν πια δε θα γράφω για ‘σένα, θα είναι επειδή θα έχω πάψει να σ’ αγαπώ.
Επιμέλεια Κειμένου Εύας Αξιώτη: Σοφία Καλπαζίδου