Είναι κάποιες στιγμές στη ζωή μας, που νιώθουμε έντονα την ανάγκη να αποδράσουμε, να φύγουμε μακριά απ’ όλους κι απ’ όλα. Στιγμές που αισθανόμαστε ότι τα πάντα γύρω μας καταρρέουν, ότι ο κόσμος μας γκρεμίζεται και το μόνο που έχουμε ανάγκη είναι να τα αφήσουμε όλα πίσω μας και να βρεθούμε σ’ ένα μέρος, όπου θα μπορέσουμε να νιώσουμε την ηρεμία και τη γαλήνη που αποζητάμε.
Η ιδέα ενός ταξιδιού ίσως να μοιάζει εξαιρετική επιλογή εκείνες τις ώρες. Μια απόδραση σ’ έναν άγνωστο προορισμό όπου θα μπορέσεις να αλλάξεις εικόνες και να συλλέξεις νέες εμπειρίες, φαντάζει ιδανική στο μυαλό. Το ζητούμενο όμως δεν είναι μόνο να καταφέρεις ν’ αλλάξεις παραστάσεις, αλλά να βρεθείς σ’ ένα μέρος που θα λειτουργήσει σαν φάρμακο, που θα σε βοηθήσει να ξεπεράσεις την οποιαδήποτε δυσκολία σου παρουσιάστηκε. Και το μοναδικό μέρος που μπορεί να σου το προσφέρει αυτό, είναι χωρίς αμφιβολία ο τόπος σου.
Δεν έχει σημασία αν είναι μια μικρή επαρχιακή πόλη ή μια μεγάλη τσιμεντούπολη χωρίς κανένα ίχνος γραφικότητας ούτε αν είναι δίπλα σε θάλασσα ή βουνό. Για ‘σένα θα είναι πάντα ο τόπος σου, το μέρος που γεννήθηκες και μεγάλωσες και σε ‘σένα θα μοιάζει πάντα σαν το ομορφότερο μέρος του κόσμου. Και δεν έχει να κάνει με το πώς το βλέπουν τα μάτια σου, αλλά η καρδιά σου. Γιατί είναι τόσο έντονες οι αναμνήσεις σου από ‘κει, που κανένα άλλο μέρος δε θα μπορέσει ποτέ να το συναγωνιστεί.
Γιατί εκεί, σ’ εκείνους τους δρόμους, έπαιξες πρώτη φορά μήλα και κυνηγητό, όταν ακόμη ήσουν πιτσιρίκι. Σε ‘κείνα τα σκοτεινά σοκάκια, έδωσες το πρώτο σου φιλί κι ένιωσες τα πρώτα σου καρδιοχτύπια, όταν πέρασες πια στη δύσκολη εφηβεία σου. Εκεί έκανες όλες αυτές τις τρελές φάρσες με τους φίλους σου, που θα ‘χεις να θυμάσαι για πολλά-πολλά χρόνια και θα διηγείσαι αργότερα στα παιδιά σου. Κι όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσο καιρό κι αν σου παίρνει για να επιστρέψεις, θα νιώθεις πάντα σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα.
Είναι αδύνατο να περιγράψει κανείς με λόγια τα συναισθήματα που ξεχύνονται από μέσα του κάθε φορά που επιστρέφει πίσω στον τόπο του. Κάθε φορά που πατάει το πόδι του εκεί, στο μέρος που τον γέννησε και τον ανάθρεψε. Συναισθήματα που δημιουργούνται από αρώματα, γεύσεις κι εικόνες. Μυρωδιές που φτάνουν στη μύτη σου και σου φέρνουν το παρελθόν τόσο κοντά. Από το γιασεμί στην αυλή του πατρικού σου ή απ’ το μοσχοβολιστό, μαμαδίστικο φαγητό. Γεύσεις που σου θυμίζουν τα παιδικά σου χρόνια και ζωντανεύουν ξανά μία-μία τις αναμνήσεις.
Κι εικόνες, τόσες πολλές εικόνες. Σε όποιο δρόμο κι αν βρεθείς, χιλιάδες θα περάσουν ολοζώντανες μπροστά απ’ τα μάτια σου, μέσα σε λίγα μόνο λεπτά. Σε όποιο σοκάκι κι αν περπατήσεις, πάντα θα έχεις κάτι να θυμάσαι. Οι αναμνήσεις θα ξεπηδούν απ’ το μυαλό σου σωρός, για να σου θυμίζουν πόσο όμορφος είναι τελικά αυτός ο τόπος και πως εκεί, έζησες τα ομορφότερα και πιο ξένοιαστα χρόνια της ζωής σου.
Και καθώς αναπολείς αυτές τις στιγμές, απορείς με τον εαυτό σου, που κάποτε βιαζόσουν να φύγεις, ν’ ανοίξεις τα φτερά σου μακριά από ‘κείνο το μέρος, γιατί τότε πίστευες πως τα όνειρά σου δε χωρούν εκεί. Τώρα όμως, πιθανόν να έδινες τα πάντα, για να μπορέσεις να γυρίσεις το χρόνο πίσω και να έχεις την ευκαιρία να τα ζήσεις ξανά.
Είναι εντυπωσιακό το πόσο μπορεί να βοηθήσει την ψυχολογία σου μια, σύντομη έστω, επίσκεψη στον τόπο σου. Πόσα αποθέματα υπομονής και δύναμης μπορεί να σου δώσει, μ’ ένα τρόπο που κανένα άλλο μέρος δεν μπορεί να σου προσφέρει. Όσο όμορφα κι αν είναι τα ταξίδια, όση ανάγκη κι αν έχουμε να γνωρίσουμε νέους προορισμούς, κανένας δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γαλήνη που σου προσφέρει ο δικός σου τόπος.
Κι όσο κι αν θέλουμε συχνά να ξεφύγουμε και να σαλπάρουμε γι’ άλλα λιμάνια, ο τόπος μας θα είναι πάντα το πιο ασφαλές λιμάνι. Πάντα εκεί θα θέλουμε να ρίχνουμε άγκυρα για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις φουρτούνες και σε ‘κείνο το μέρος μονάχα θα νιώθουμε την ασφάλεια που αποζητάμε. Γιατί όπου κι αν κατοικεί το σώμα μας, η ψυχή μας θα μένει πάντα εκεί.
Επιμέλεια Κειμένου Εύας Αξιώτη: Πωλίνα Πανέρη