Η αϋπνία είναι εξαιρετικά συνηθισμένο φαινόμενο. Λογικά θα ‘ναι πολλές οι φορές που έχεις πιάσει κι εσύ τον εαυτό σου να μένει ξάγρυπνος και να μην μπορεί να κλείσει μάτι, είτε επειδή γουργούριζε η κοιλιά σου απ’ την πείνα, είτε επειδή τραβούσες κι εσύ ζόρια στα ερωτικά σου, ή ακόμα και στη δουλειά. Το μαξιλάρι και τα σεντόνια μας τα ακούνε πάντα όλα.
Κι επειδή τα σκεπάσματα δεν απαντούν, δεν είναι λίγοι εκείνοι που μες στην αϋπνία τους (τυχαία μετά από μια μεγάλη ερωτική απογοήτευση ή ένα χωρισμό) έπιασαν το κινητό στα χέρια τους κι έστειλαν στους φίλους τους, αχάραγα.Ένα μήνυμα για να πάρουν κουράγιο, να μη νιώθουν μόνοι, να δουν αν είναι κι εκείνοι ξύπνιοι (κι αν δεν είναι να ξυπνήσουν) προκειμένου ν’ αναλύσουν τα ζόρια τους μαζί, πίνοντας κρασί και τρώγοντας ποπ κορν, αν όχι στον ίδιο χώρο, έστω ο καθένας απ’ το σπίτι του.
Το πράγμα, άλλωστε, είναι πολύ απλό· όλοι μας το έχουμε κάνει. Αρχικά ξεκινάμε μ’ ένα emoji στο messenger κι ένα μήνυμα τύπου: «Κοιμάσαι;». Περιμένεις κι όσο δεν παίρνεις απάντηση, τόσο εκνευρίζεσαι. Έχει το θράσος να κοιμάται ενώ εσύ πνίγεσαι;
Συνεχίζεις να φέρνεις σβούρες στο κρεβάτι (μπρούμυτα, ανάσκελα ή με τα πόδια στον τοίχο) και κατά πως φαίνεται, έχεις εξαντλήσει όλες τις πιθανές στάσεις ύπνου κι απάντηση ακόμα δεν έχεις πάρει. Αμφιταλαντεύεσαι ανάμεσα στο να στείλεις φωνητικό μήνυμα ή να κάνεις μια κλήση στο φιλαράκι σου για να μοιραστείς τον πόνο σου. Γιατί το έχεις ανάγκη, πρέπει να είναι εκεί και πρέπει να σε ακούσει προσεκτικά.
Παίρνεις τη γενναία απόφαση να πάρεις τηλέφωνο τον φίλο σου και να τον ξυπνήσεις -πάνω που λογικά ο καψερός είχε φτάσει στο δέκατο έβδομο όνειρο. Συνήθως η πρώτη απόπειρα πέφτει στο κενό και σκέφτεσαι να ξαναδοκιμάσεις σε λίγα λεπτά. Μέχρι να περάσουν αυτά τα λεπτά διάφορες σκέψεις περνούν απ’ το μυαλό σου, έχεις και λίγο φιλότιμο, μήπως δεν κάνει να τον ξυπνάς, αλλά σιγά, αφού σ’ αγαπάει. Κι ύστερα από μάλλον αρκετές προσπάθειες να μιλήσεις με το συνδρομητή που δεν είναι διαθέσιμος, αυτός επιτέλους το σηκώνει κι ένα μούγκρισμα ακούγεται σαν κελάηδισμα στα αφτιά σου απ’ την άλλη πλευρά του ακουστικού.
Δεν είσαι υστερικός, δεν τον αγχώνεις, ούτε τον τρομάζεις, τουλάχιστον όχι στα πρώτα φωνήεντα. Είσαι γλυκός κι ήρεμος, μπας και γλυτώσεις τα καντήλια. Ξεκινάς με την κλασική φράση «Ελπίζω να μη σε ξύπνησα» για να σου απαντήσει κάτι τύπου «Όχι, μωρέ, άπλωνα τραχανά». Φυσικά και τον ξύπνησες, αλλά κολλητός είναι και σ’ ανέχεται.
Δεν αργείς να του αναλύσεις τα ζόρια σου και να του εξηγήσεις τα γεγονότα με κάθε λεπτομέρεια. Εν τω μεταξύ κατά τη διάρκεια της κουβέντας σας (ή μάλλον του μονολόγου σου, αφού τον έχεις πάρει μονότερμα), παρεμβάλλονται κάτι «μάλιστα» και κάτι μουγκρίσματα, μέχρι που σας παίρνει το ξημέρωμα.
Ο πρώτος γύρος, συνήθως, τελειώνει με ένα ροχαλητό στην άλλη άκρη της γραμμής. «Ρε συ, κοιμήθηκες; Δε μου είπες, τι να κάνω τελικά;». Απάντηση δεν παίρνεις, δε σκας, πας μέχρι το ψυγείο να σαβουριάσεις ό,τι βρεις. Κι ένδοξα, γύρω στις 5 το χάραμα, ξαναπαίρνεις το άμοιρο το κολλητάρι σου και ξεκινάς το δεύτερο γύρο των διαπραγματεύσεων. Τι πειράζει, άλλωστε, που ο άλλος πρέπει να σηκωθεί στις επτά για να πάει στη δουλειά; Η φιλία είναι πάνω από όλα -κι όντως είναι.
Γι’ αυτό δεν είναι οι φίλοι, εξάλλου; Για να βρίσκονται πλάι μας και στα δύσκολα αλλά και στα εύκολα και κυρίως για να τους ταλαιπωρούμε στις αϋπνίες μας. Να είναι εκεί για να μας θυμίζουν στην πράξη το «θα είμαι εκεί όταν με χρειαστείς» που μας υποσχέθηκαν.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ο φίλος στην αϋπνία φαίνεται!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη