Οι σχέσεις είναι σαν ένα ζάρι. Το ρίχνεις με δύναμη στο έδαφος και κάθε φορά περιμένεις πότε θα σου τύχει η καλή ζαριά για να ξεκινήσεις να ελπίζεις. Κι όσο εσύ ελπίζεις, όλο και περισσότεροι άνθρωποι έρχονται στη ζωή σου καθημερινά, πότε σαν σύντροφοι, πότε μπλεγμένοι σε ένα friendzone που εξελίχθηκε σε σχέση κι άλλοτε σαν κεραυνοβόλημα -για τους βιαστικούς κι ονειροπόλους, που πιστεύουν πως κάθε γνωριμία είναι και μια καλή ζαριά γι’ αυτούς.
Κι αφού, λοιπόν, βρήκαν τον εκλεκτό, ξεκίνησε το πραγματικό παιχνίδι. Δεν κέρδισαν όλοι, μα εκείνοι που κατάφεραν κι εξελίχθηκαν μέσα από μια σχέση, δούλεψαν πολύ γι’ αυτήν, ενώ συνήθως χαρακτηρίζονται από αμοιβαιότητα κι ειλικρίνεια συναισθημάτων, κάνουν τα πάντα προκειμένου να διαφυλάξουν τη σχέση τους απ’ τα αδιάκριτα βλέμματα και δεν ξεχνούν να διατηρούν την ατομικότητά τους σε κάθε επίπεδο της καθημερινότητάς τους.
Μερικά ζευγάρια, ωστόσο, λειτουργούν αλλιώς. Δεν αφήνουν το «μαζί» τους να εξελιχθεί αβίαστα, αλλά νουθετούν ο ένας τον άλλον σε αυτό το μοντέλο σχέσης. Επιμένουν να μη συγκατοικούν όσα χρόνια είναι μαζί, αποφεύγουν πεισματικά ελέγχους και κτητικότητες, αποδέχονται τις ελευθερίες και τη διαφορετικότητα, όσο ο ένας είναι μέρος της ζωής του άλλου κι όχι δορυφόρος του.
Κι όντως, αυτές οι σχέσεις, οι πραγματικά πιο χαλαρές κι ανεξάρτητες σχέσεις, χαρακτηρίζονται από ισορροπία και δοτικότητα. Αδιαφορούν αν με την πρώτη ματιά μπορεί να μη φαντάζουν τόσο δεμένες ή συναισθηματικές, τόσο τέλειες, στα μάτια των άλλων, απ’ τη στιγμή που στα δικά τους μάτια βλέπουν δύο ανθρώπους συνειδητοποιημένους, που επιλέγουν καθημερινά ο ένας τον άλλον, μέσα σε μια σχέση που έχει μεν αποκλειστικότητα κι έχει φορέσει την ταμπέλα του «μαζί», δεν επιβάλλει όμως δεσμεύσεις και κόκκινες γραμμές, δεν εκβιάζεται συναισθηματικά, ούτε πατά στις ανασφάλειες και τους συμβιβασμούς των συντρόφων.
Τα όρια ανάμεσα στην αυθεντικότητα αυτών των σχέσεων και την ενδεχόμενη προσποιητή χαλαρότητα του ενός (ακολουθώντας τα πατήματα του άλλου για να μην πιεστεί και τον χάσει) είναι, αλήθεια, λεπτά και δυσδιάκριτα. Πολλές φορές, ο ένας απ’ τους δύο απλά χειρίζεται τον σύντροφό του κι επιβάλλεται κι άλλοτε μόνος του ο άλλος συμβιβάζεται. Πνίγει ζήλιες κι ανασφάλειες, βάζει στο αθόρυβο τις δικές του επιθυμίες και παριστάνει πως είναι μια χαρά σ’ όλη αυτή τη ρευστότητα.
Οι περισσότερες σχέσεις –είτε στο επίπεδο που φαντάζουν κουλ για τους άλλους είτε στο ταμπλό μιας πιο οριοθετημένης μακροχρόνιας σχέσης– απαιτούν δουλειά, χρόνο κι όπως είναι προφανές δεν κάνουμε όλοι οι άνθρωποι για σχέσεις -ή έστω δεν είμαστε πάντα έτοιμοι γι’ αυτές. Υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι που θέλουν να επιβάλλουν με τον τρόπο τους στο σύντροφό τους να ζει κάτω απ’ την ομπρέλα της κουλ σχέσης, για να μη χρειαστεί να θυσιάσουν τίποτα απ’ την προσωπική, εγωκεντρική, βολή τους.
Δεν είναι αδιάφορος σύντροφος, αν έτσι φέρεται κι ο άλλος. Δεν είναι συναισθηματικά ανώριμος, δειλός ή φοβισμένος, αν κι ο άλλος σκέφτεσαι με τον ίδιο τρόπο ή έστω ακολουθεί τα βήματά του. Ναι, μεν, θέλει αυτή τη σχέση, γι’ αυτό κι η αποκλειστικότητα, δεν ξέρει όμως κατά πόσο μπορεί ή θέλει να την ζήσει με όλη την ευθύνη που ίσως αυτή κουβαλά.
Το κύριο ερώτημα όμως είναι: Το θέλουν όντως κι οι δυο; Ή είναι κάτι που γίνεται από ανάγκη για συμβιβασμό, βάζοντας πρώτα το προσωπικό βόλεμα (ή αντίστοιχα την ανασφάλεια) και μετά τη σχέση;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη