Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλά είδη μουσικής εκεί έξω· τόσα πολλά, που δεν ξέρεις τι να πρώτο-ακούσεις. Βέβαια ό, τι είδος κι αν επιλέξεις καταλήγει κατά κάποιον τρόπο κομμάτι σου αναπόσπαστο. Πολλοί άνθρωποι έχουν επιρροές απ’ το οικείο περιβάλλον τους και για το είδος μουσικής που θα ακούσουν στην πορεία της ζωής τους και σπάνια επιλέγουν ν’ ακούσουν πολλά είδη μουσικής ταυτόχρονα. Αυτό, έχει ως αποτέλεσμα να γίνεται κάπως μονοδιάστατη η σχέση του ανθρώπου με τη μουσική στο πέρασμα του χρόνου.
Το ζήτημα βέβαια εδώ, δεν είναι τι μουσική θα ακούσουμε, αλλά πώς θα την ακούσουμε. Ρώτησα κάποτε έναν καθηγητή μου στο πανεπιστήμιο για με ποια κριτήρια επιλέγει ν’ ακούει ο κόσμος μουσική και μου απάντησε ότι ο καθένας φιλτράρει τι του κάνει κλικ στα δικά του αφτιά. Πολλοί απ’ αυτούς επιλέγουν ν’ ακούσουν ένα και μόνο είδος μουσικής, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, αδιαφορώντας για το οτιδήποτε διαφορετικό κυκλοφορεί εκεί έξω. Άλλοι πάλι, γεννιούνται με επιρροές απ’ τη ροκ και την τζαζ ή ακόμη και την κλασική μουσική μέσα απ’ την οικογένειά τους. Τρανταχτό παράδειγμα οι οικογενειακοί “Jackson 5” όπου έβγαλαν τον βασιλιά της ποπ Michael Jackson.
Είναι πολύ δύσκολο κανείς να ερμηνεύσει τις ποιότητες και τον χαρακτήρα του κάθε είδους μουσικής που κυκλοφορεί εκεί έξω. Οι άνθρωποι που ακούνε συχνά μουσική και δοκιμάζουν πολλά είδη, είναι άνθρωποι οι οποίοι διακατέχονται από την περιέργεια της ανακάλυψης και έχουν μέσα τους έντονο το στοιχείο της κοινωνικότητας, ωστόσο οι άνθρωποι που επιλέγουν ν’ ακούνε ένα και μόνο είδος μουσικής, φαίνονται να είναι περισσότερο συναισθηματικοί και συνεσταλμένοι ως χαρακτήρες, σύμφωνα με έρευνες για τις μουσικές προτιμήσεις.
Η μουσική είναι αφετηρία για δημιουργία. Είναι η αφορμή για να ξυπνήσεις ένα πρωί, ν’ ακούσεις ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο και ν’ αλλάξεις τα πάντα. Είναι συναίσθημα κι ολοκλήρωση. Πολλές φορές τείνουμε να προκαταβαλλόμαστε για θέματα που αφορούν τις μορφές τέχνης που δεν είναι τόσο ευρέως και αποδεκτές ή χαίρουν πολύ συγκεκριμένου χαρακτήρα. Το ίδιο συμβαίνει και στην ποίηση με τους καταραμένους ποιητές, το ίδιο συμβαίνει και στον κινηματογράφο με τις ανεξάρτητες παραγωγές το ίδιο συμβαίνει σχεδόν σ’ όλες τις μορφές τέχνης κι αν το καλοσκεφτείς, το ίδιο συμβαίνει σχεδόν σε κάθε τομέα της ζωής μας. Υπάρχουν άνθρωποι, που, για παράδειγμα θεωρούν την κλασική μουσική βαρετή ή ότι δεν έχει νόημα μια μουσική χωρίς στίχο. Άλλοι πάλι σνομπάρουν τα λαϊκά, γιατί δεν είναι -και καλά- ποιοτική μουσική. Μα κάθε είδος, έχει άλλο δυνατό σημείο κι άλλα πράγματα να σου προσφέρει, αποχρώσεις και ψυχολογικές προεκτάσεις να σου χαρίσει.
Πρέπει να ήμουν στην ηλικία των 13 ετών που άκουσα για πρώτη φορά το “Wind of Change” των Scorpions. Η μελωδία και οι στίχοι του κομματιού εκείνου μ’ έκαναν να ξεκαθαρίσω μέσα μου τι ήθελα ν’ ακούω. Θ’ ακούω μόνο ροκ είχα πει. Έγινα φίλος μ’ αυτούς που άκουγαν τα ίδια μ’ εμένα, που αγόραζαν δίσκους όπως κι εγώ κι αναλύαμε τα εξώφυλλα ώρες ατελείωτες. Μέσα απ’ αυτό το είδος που άκουγα, είχα ενεργοποιήσει ένα κοινωνικό δόγμα μέσα μου, ένα πλάσιμο από γούστα και προτιμήσεις που είχαν ως κύριο άξονα το είδος της μουσικής που άκουγα εγώ. Δε με είχε απασχολήσει όμως το πώς θα ακούω μουσική. Με τα χρόνια κατάλαβα, ότι το είδος της μουσικής που μπορεί ν’ ακούμε, μας εξελίσσει ως προσωπικότητα, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Θα έπρεπε να διευρύνω τους ορίζοντές μου και ν’ ακούσω κι άλλα είδη μουσικής για να καταλάβω ότι για να δημιουργήσω μουσική, δε θα έπρεπε να είμαι κολλημένος σ’ ένα και μόνο είδος.
Περνώντας τα χρόνια, καταλαβαίνεις ότι αλλάζεις προτιμήσεις και γούστα απέναντι στη μουσική, απέναντι στον κόσμο. Αυτό άλλωστε, αποδεικνύει και η έρευνα του πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ ανάλογα με το είδος μουσικής και τις ηλικίες. Μπορεί να ξεκινήσεις στη ζωή σου ν’ ακούς ένα και μόνο είδος, σύντομα όμως θα καταλήξεις ν’ ακούς περισσότερα, γιατί μόνο έτσι μπορείς να καταλάβεις την πραγματική της αξία και τις άπειρες πραγματικά εκφάνσεις της. Η μουσική οπουδήποτε κι αν εμπίπτει θέλει ποικιλία κι αυτή η ποικιλία είναι σαν τον καφέ. Μπορείς να δοκιμάσεις όλα τα είδη του καφέ, σίγουρα κάποιο χαρμάνι θα είναι το αγαπημένο σου, αλλά δε θα πάψεις ν’ αγαπάς τον ελληνικό επειδή έγινες παιδί του φρέντο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου