Το σύνδρομο χρόνιας στέρησης ύπνου αποτελεί μια πραγματικότητα κι έχει καταντήσει μια συνηθισμένη πρακτική για πολλούς ανθρώπους. Είναι μια συνθήκη κατά την οποία ένα άτομο δεν μπορεί να κοιμηθεί αρκετά, είτε λόγω απαίτησης εργασίας είτε λόγω ανεπαρκούς ύπνου. Η ανάγκη για αυξημένη παραγωγικότητα κι επιβίωση είναι παράγοντες που επηρεάζουν τις επιλογές μας για τον ύπνο και συχνά θεωρούμε πως για να πετύχουμε τα πρώτα πρέπει να μειώσουμε το δεύτερο.
Ωστόσο δεν ήταν πάντα έτσι. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά, εποχή της πληροφορικής επανάστασης, οι άνθρωποι έχουν την τάση να κοιμούνται λιγότερο κι όλο και περισσότεροι αντιμετωπίζουν το σύνδρομο χρόνιας στέρησης ύπνου. Αυτή η συνθήκη έχει χαρακτηριστεί ως μια σύγχρονη πανδημία, καθώς πολλοί άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της έλλειψης ύπνου και τις επιπτώσεις της στην υγεία τους. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, είναι σε άνοδο κι αποτελεί ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει ένα σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, το 35% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν κοιμάται αρκετά. Οι επιπτώσεις της έλλειψης ύπνου είναι σοβαρές και ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα σε σώμα κα μυαλό. Μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης παχυσαρκίας, διαβήτη, καρδιαγγειακών παθήσεων, μείωση της απόδοσης στον τομέα της εργασίας, σημαντικές ψυχικές διαταραχές όπως η κατάθλιψη κι η αϋπνία καθώς και άλλες σοβαρές παθήσεις που είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την αύξηση του προβλήματος της έλλειψης ύπνου στη σημερινή κοινωνία. Οι περισσότεροι από αυτούς σχετίζονται με τις αλλαγές στις συνθήκες εργασίας και στον τρόπο ζωής μας. Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα εργάζονται περισσότερες ώρες, έχουν λιγότερο ελεύθερο χρόνο και κατακλύζονται από στρες και έντονο άγχος το οποίο βγαίνει τη νύχτα και δεν μας αφήνει να χαλαρώσουμε και να κοιμηθούμε με αποτέλεσμα να ξυπνάμε το πρωί κουρασμένοι και ψυχικά εξουθενωμένοι. Ταυτόχρονα υπάρχει και το φαινόμενο της τιμωρίας του ύπνου, στο οποίο αισθανόμαστε ότι εφόσον δουλέψαμε τόσες ώρες, δε γίνεται έπειτα απλώς να κοιμηθούμε, γιατί δε θα έχουμε ζωή, πιέζοντας τον εαυτό μας να μείνει ξύπνιος πιο αργά έτσι ώστε να αισθανθούμε ότι δε χάσαμε τη μέρα μας.
Στους εξωγενείς παράγοντες, η τεχνολογία έχει περιορίσει σημαντικά την ποιότητα του ύπνου μας. Η χρήση οθονών, το μπλε φως κι η έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία από τις συσκευές μας μπορούν να διαταράξουν τη φυσιολογική αφύπνιση-ύπνο. Επιπλέον, η αναταραχή από τον θόρυβο και την ατμοσφαιρική ρύπανση μπορούν επίσης να μας κάνουν να κοιμόμαστε λιγότερο και χειρότερα.
Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε τη σοβαρότητα της έλλειψης ύπνου και να λάβουμε μέτρα για να βελτιώσουμε τον ύπνο μας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την εισαγωγή ρουτίνας ύπνου, τη μείωση της έκθεσης στο φως των οθονών των συσκευών μας, την περιορισμένη κατανάλωση αλκοόλ και καφεΐνης, καθώς και την πρακτική της αποφυγής της χρήσης κινητών τηλεφώνων κι υπολογιστών κατά τη διάρκεια της νύχτας μιας κι επηρεάζουν ακόμα περισσότερο την ικανότητα του ατόμου να κοιμηθεί και να ξεκουραστεί. Καλό θα ήταν δυο ώρες πριν τον ύπνο να απενεργοποιούμε τα κινητά μας και να χαμηλώνουμε τον φωτισμό στο δωμάτιο. Επίσης είναι πολύ σημαντικό να εντάξουμε τη γυμναστική στη ζωή μας και να τρώμε ελαφριά, κυρίως το βράδυ.
Όλοι επίσης είμαστε διαφορετικοί. Κάποιοι άνθρωποι μπορεί να αντέχουν με λιγότερο ύπνο και να μην τους επηρεάζει στην υγεία τους, ενώ άλλοι μπορεί να χρειάζονται πολύ περισσότερο ύπνο για ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της καθημερινότητας. Σίγουρα παίζει ρόλο η ηλικία αλλά και η κατάσταση της υγείας μας, ακόμα και κάποια φαρμακευτική αγωγή που ακολουθούμε. Επιπλέον, οι επιστήμονες συνιστούν την αναγνώριση και τη θεραπεία διαταραχών ύπνου όπως το σύνδρομο άπνοιας ύπνου, το οποίο επιτρέπει στους ασθενείς να έχουν μια καλύτερη ποιότητα ύπνου και να αποφύγουν τις αρνητικές επιπτώσεις της έλλειψής του.
Συνολικά, το σύνδρομο χρόνιας στέρησης ύπνου είναι ένα σημαντικό κι αναπτυσσόμενο πρόβλημα στη σύγχρονη κοινωνία. Καθώς η ανάγκη για ακόμα περισσότερη παραγωγικότητα συνεχίζεται, είναι σημαντικό να λάβουμε μέτρα για να βελτιώσουμε τις συνήθειές μας και να επιτύχουμε ένα υγιές κι ισορροπημένο ωράριο ύπνου, να αναγνωρίσουμε τη σοβαρότητα των συνεπειών που μπορεί να έχει το να μην κοιμόμαστε αρκετά στην υγεία μας και την ευημερία μας. Τα συναισθήματά μας, η ποιότητα ζωής μας, ακόμα και τα νεύρα ή οι μεταπτώσεις στο ανοσοποιητικό μας, εξαρτώνται από αυτά. Με τη δέουσα προσοχή και την κατάλληλη στάση, μπορούμε να εξασφαλίσουμε έναν υγιή κι ανθρώπινο τρόπο ζωής. Άλλωστε, ποιος δε θέλει να κοιμάται καλά;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου