Μια κινέζικη παροιμία λέει «Πες μου και θα ξεχάσω. Δείξε μου κι ίσως να θυμάμαι. Κάνε με να το βιώσω και θα το καταλάβω». Αν καθίσουμε κι αναλογιστούμε τα μαθητικά μας χρόνια, οι περισσότεροι θα τα χαρακτηρίζαμε ως τα «χρόνια του παπαγάλου». Όλοι μας μπήκαμε στη διαδικασία του παπαγαλισμού, αποστηθίζοντας αναρίθμητες σελίδες από τα σχολικά μας βιβλία χωρίς στην ουσία να κατανοούμε απόλυτα αυτό που διαβάζαμε ενώ παράλληλα φυλακίζαμε τη δεξιότητα της κριτικής σκέψης.
Κι ερχόμαστε στην Ελλάδα του 2022. Δεν είδα ούτε στα δικά μου μαθητικά χρόνια αλλά ούτε μέχρι στιγμής στα μαθητικά χρόνια του γιου μου -εκτός βέβαια από τα σχολεία που πρέπει να βάλεις βαθιά το χέρι στην τσέπη- να γίνεται, για παράδειγμα, το μάθημα της φυσικής σε εργαστήριο. Η φυσική είναι ένα καθαρά εργαστηριακό μάθημα και δε διδάσκεται λέγοντας «φανταστείτε ότι κρατάω μια ογκομετρική φιάλη». Όταν ακούω τη συγκεκριμένη φράση «φανταστείτε ότι…» θυμάμαι τον ζωγράφο Bob Ross να λέει «και κάπου εδώ υπάρχει ένα δέντρο», που στην τελική, μετά από λίγο, το ζωγράφιζε.
Θα μου πείτε, φταίνε οι καθηγητές; Είναι άδικο να ρίχνουμε σ’ εκείνους όλη την ευθύνη. Η ευθύνη στην ουσία είναι στα απαρχαιωμένο εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο έχει μείνει εδώ και χρόνια στο ράφι του υπουργείου παιδείας ,της εκάστοτε κυβέρνησης κι όποιοι αναλαμβάνουν, κάνουν το λεγόμενο πασάλειμμα παίρνοντας μ’ ένα πανί τη σκόνη πάνω-πάνω, χωρίς να το σηκώνουν για να καθαρίσουν καλά κι από κάτω. Όταν λοιπόν το εκπαιδευτικό σύστημα δε βοηθάει παιδιά τα οποία δεν αντιμετωπίζουν κάποια μαθησιακή δυσκολία, σκεφτείτε πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί που έχει μαθησιακή δυσκολία να εναρμονιστεί με το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα.
Μεγαλώνω ένα παιδί με οπτική δυσλεξία κι η αλήθεια είναι ότι χρειάστηκε αρκετές φορές να επινοήσω τρόπους ώστε να γίνει η μελέτη στο σπίτι πιο ενδιαφέρουσα και πιο κατανοητή για το ίδιο. Όλο αυτό δεν έγινε γιατί είχα στόχο ν’ αντικαταστήσω τον εκπαιδευτικό -δεν έχω άλλωστε αυτή την ιδιότητα ούτε αυτός είναι και ο ρόλος μου- αλλά γιατί όφειλα σαν γονιός να βοηθήσω το παιδί μου να νιώσει ότι είναι ικανό μέσα σ’ ένα σύστημα το οποίο του στερεί τη δυνατότητα ν’ ανακαλύψει τις δεξιότητές του.
Ένα κύριο χαρακτηριστικό των παιδιών με οπτική δυσλεξία είναι ότι λειτουργούν πολύ με εικόνες. Άρα, ήταν βέβαιο ότι πρέπει να σταθούμε στην εικονοποίηση αυτών που έπρεπε να μάθει να γράφει ή να λέει. Ένας άσπρο πίνακας, μεσαίου μεγέθους, έγινε και για τους δυο μας απαραίτητο εργαλείο. Ό,τι θέλαμε να μάθει το γράφαμε στον πίνακα χρησιμοποιώντας διάφορα χρώματα κι αποφεύγοντας όμως το κόκκινο χρώμα (αυτό μου το είχε δώσει σαν tip η δασκάλα της ειδικής αγωγής η οποία τον παρακολουθούσε στο κομμάτι της μαθησιακής δυσκολίας του).
Το μάθημα της Ιστορίας σε μικρότερες τάξεις του δημοτικού έγινε για εμάς μια ευκαιρία ν’ ανακαλύψουμε τις καλλιτεχνικές μας ανησυχίες ως προς την ηθοποιία. Μοιράζαμε μεταξύ μας τους ρόλους επινοώντας διαλόγους και μάθαινε την ιστορία σαν έναν ηθοποιό που έχει να μάθει τον ρόλο του για να δώσει παράσταση την επόμενη μέρα στο σχολείο. Σε μεγαλύτερες τάξεις, καταργήσαμε το βιβλίο και δουλεύαμε μόνο μέσα από σχεδιαγράμματα. Άλλες φορές τα σχεδιαγράμματα μάς τα έδινε έτοιμα η δασκάλα του σχολείου κι άλλες φορές τα δημιουργούσαμε μόνοι μας σχεδιάζοντάς τα στον πίνακά του. Όταν είχε να μάθει ονόματα, τον ρωτούσα αν του θυμίζει κάτι το όνομα και ζωγραφίζαμε δίπλα το αντικείμενο που τον βοηθούσε να το θυμηθεί (π.χ. στο όνομα Κανάρης σχεδιάζαμε δίπλα από το όνομα ένα καναρίνι).
Τα μικρά ποιηματάκια τα οποία του είχε μάθει η δασκάλα ειδικής αγωγής στάθηκαν βασικός μπούσουλας στην εκμάθηση της γραμματικής. Για παράδειγμα, το ποιηματάκι «εμείς κι εσείς με έψιλον και τ’ αλλά μ’ άλφα γιώτα» στάθηκε σωτήριο για την ορθογραφία στην κλίση των ρημάτων και μέχρι και σήμερα που πηγαίνει γυμνάσιο το θυμάται κι όταν βλέπει ότι έχει κάνει λάθος στην κατάληξη, κρυφογελάει και το διορθώνει.
Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν εκείνη της ορθογραφίας. Εκεί χρειάστηκε να βάλουμε όλη μας τη φαντασία. Όχι τόσο όμως για να μάθει σωστή ορθογραφία -οι δυσλεκτικοί άλλωστε όσο καλά δουλεμένοι κι αν είναι, άριστα ορθογράφοι δε θα γίνουν ποτέ. Αυτή η προσπάθεια γινόταν για την ψυχολογία του ίδιου και για να δει την επόμενη μέρα γραμμένο στο τετράδιό του το πολυπόθητο για εκείνον μπράβο, γιατί για μένα το μπράβο μού το είχε φέρει ήδη στο σπίτι από τη στιγμή που έβλεπα την προσπάθειά του. Είχαμε λοιπόν χωρίσει σε δύο κατηγορίες τα “ι” Στα εύκολα, όπου ήταν το γιώτα και στα περίεργα που ήταν όλα τα υπόλοιπα (απέφευγα να χρησιμοποιώ τη λέξη δύσκολο σε ό,τι κι αν κάναμε γιατί έβλεπα ότι μεγάλωνα τον πήχη της δυσκολίας περισσότερο στο μυαλό του).
Μετρούσαμε αρχικά πόσα “ι” υπάρχουν στην ορθογραφία μας, η οποία ήταν πάντα λιγότερη σε έκταση κατόπιν συνεννόησης με τη δασκάλα του, και λέγαμε ότι έχουμε 5 εύκολα “ι” και 3 περίεργα, για παράδειγμα. Άρα ξεχώριζε κι ο ίδιος στο μυαλό του ότι όλες οι λέξεις θα γράφονται με γιώτα εκτός από τις λέξεις που είχαν τα περίεργα κι ήταν κι αυτές που θα δουλεύαμε. Τα ύψιλον τα κάναμε χαμόγελα, βάζοντας δυο τελίτσες από πάνω για ματάκια ώστε να σχηματιστεί πρόσωπο. Στις λέξεις που είχαν ήτα, σχεδιάζαμε από πάνω έναν μικρό ήλιο γιατί θυμόταν ότι γράφεται με ήτα ο ήλιος. Όπου είχαμε ν’ αντιμετωπίσουμε τα όμικρον και τα ωμέγα, χωρίζαμε τα όμικρον στην κατηγορία με τα εύκολα κι όπου βλέπαμε ωμέγα, το κάναμε να μοιάζει με μουσούδα από σκυλάκι ζωγραφίζοντας ακριβώς από κάτω μία γραμμούλα η οποία έμοιαζε με τη γλώσσα του.
Μέχρι να φτάσουμε στο σημείο ν’ ανακαλύψει κι ο ίδιος τι τον βοηθάει στη μελέτη στο σπίτι, δεν ήταν μια διαδικασία που έφτασε γρήγορα στον στόχο της. Υπήρχαν περιπτώσεις που δοκιμάσαμε κι άλλες μεθόδους αλλά όταν έβλεπα ότι κουραζόταν γρήγορα ή ότι δυσκολευόταν πολύ με αποτέλεσμα ν’ αγανακτεί και να τα παρατάει, πειραματιζόμασταν με άλλες εναλλακτικές. Κάθε περίπτωση είναι σίγουρα διαφορετική κι αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα, καθώς έχει να κάνει με το είδος και το μέγεθος της δυσκολίας του παιδιού και βέβαια με την ιδιοσυγκρασία του. Το μόνο σίγουρο είναι ότι χρειάζεται να υπάρχει συνεργασία με τη δασκάλα του σχολείου και ταυτόχρονη υποστήριξη από τη δασκάλα της ειδικής αγωγής. Γιατί αν το παιδί σε συνεργασία με τον γονιό κάνει ό,τι μπορεί από πλευράς του στο σπίτι, αλλά αν δεν υπάρχει αντίστοιχη συνεργασία με τον εκπαιδευτικό στο σχολείο, αυτόματα η προσπάθειά του ακυρώνεται κι αυτό είναι ό,τι πιο σκληρό μπορεί να δεχτεί και ν’ αντέξει η ψυχή του.
Όλα τα παραπάνω που αναφέρω, κατανοώ απόλυτα ότι απαιτούν από την πλευρά των γονιών αρκετό χρόνο για να γίνουν και μεγάλη υπομονή, ο οποίος χρόνος δυστυχώς είναι λιγοστός και πολύτιμος για όλους μας. Αλλά από την άλλη, σκεφτείτε το εξής: H μεγαλύτερη ηθική ικανοποίηση για έναν γονιό, ειδικά όταν αντιμετωπίζει το παιδί του μια μαθησιακή δυσκολία, δεν είναι αποκλειστικά να δει γραμμένο το μπράβο στο τετράδιό του ή το εικοσάρι στον έλεγχο του γυμνασίου-λυκείου, αλλά να βλέπει το παιδί του χαρούμενο. Ότι έχει μάθει να προσπαθεί για τα όνειρά του ανακαλύπτοντας παράλληλα από μόνο του αυτό που θα το κάνει ευτυχισμένο.
Πρέπει να μας γίνει κατανοητό ότι “σχολική εκπαίδευση” δεν είναι γεμίζω το μυαλό μου μόνο με γνώσεις από τα βιβλία. Σχολική εκπαίδευση, είναι η καλλιέργεια του μυαλού μας, η ανάπτυξη της κριτικής μας δεξιότητας, να μπορείς να δεις πίσω από το προφανές, να μάθεις τον τρόπο να πηγαίνεις ένα βήμα παραπέρα την σκέψη σου κι όχι να μένεις αποκλειστικά σ’ αυτό που υπάρχει γραμμένο στα βιβλία. Άλλωστε, τα πιο ανήσυχα μυαλά έκαναν και τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις στον κόσμο μας.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου