Ποτέ δεν κατάλαβα, όταν ως μοναχοπαίδι άκουγα μεγαλώνοντας τους γύρω μου να λένε: «Δεν ξέρεις πόσο τυχερή είσαι που δεν έχεις αδλερφια να σου βγάλουν στο μέλλον την ψυχή!», ενώ ταυτόχρονα παρακαλούσα εναγωνίως τον… πελαργό, μπας και αποκτήσω αδερφάκι για να παίζω.

Δε χρειάζονται και πολλά χρόνια για να βγει κανείς από την ατμόσφαιρα του «Ανθολογίου» του δημοτικού σχολείου, όπου η πολυμελής οικογένεια που απαρτίζεται μέχρι και από συγγενείς τρίτου βαθμού μαζεύεται σε ένα σπίτι, οι μεγάλοι λένε αστεία και πίνουν κρασί, ενώ τα παιδιά παίζουν κρυφτό στην παραδίπλα αλάνα.

Στην καθημερινή ζωή, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά.

Ίσως να έχεις την τύχη να προλάβεις κανένα οικογενειακό δείπνο, αλλά, αντί για ανταλλαγή αστείων ή φιλοφρονήσεων, να βλέπεις το θείο Θωμά και τον πατέρα σου να είναι έτοιμοι να ανταλλάξουν γροθιές όταν ακούστηκε η λέξη «χωράφι». Τη μαμά να σε τραβάει άρον-άρον για να φύγετε, και όταν εσύ ξαναζητήσεις να πάτε για παιχνίδι στη Λίτσα και τον Άγγελο, να ακούς ότι δεν έχετε σχέσεις πλέον με την οικογένεια του θείου.

Οι οικογενειακές σχέσεις είναι μια παράσταση θεάτρου του παραλόγου, που θα ζήλευε και ο Ευγένιος Ιονέσκο.

Πόσο μάλλον δε, όταν σε αυτές εμπλέκονται περιουσιακά στοιχεία. Όποιος πει πως δε θυμάται αδέρφια που έχουν σχεδόν σφαχτεί για την κληρονομιά ενός οικοπέδου στο –κανείς δε θυμάται πώς το λένε– χωριό πάνω από τη Δημητσάνα, είναι είτε μεγάλος ψεύτης, είτε πολύ τυχερός.

Κλασικό εικονογραφημένο αυτή η περίπτωση, με τους συνήθεις υπόπτους. Τον πάντα απόντα θύτη που εν τέλει κληρονόμησε την περιουσία, το θύμα που έμεινε στην ψάθα αν και αναγκάστηκε να υπομείνει τις παραξενιές των εκλιπόντων παππούδων και τους τελευταίους να περιμένουν μια ζωή το μαύρο πρόβατο. Μάλλον η τεχνική του γραμματοσήμου υπάρχει και στις οικογένειες τελικά.

Μετά από τέτοια περιστατικά, οι σχέσεις αμφότερων των πλευρών παύουν να υπάρχουν και επηρεάζουν ολόκληρο το γενεαλογικό δέντρο. Αδέρφια που μισιούνται, ξαδέρφια που δε μιλάνε μεταξύ τους ή ακόμη και που δε γνωρίζονται καν.

Όπως και να ‘χει, το χρήμα είναι ισχυρό κίνητρο και το συμφέρον δε γνωρίζει οικογενειακές σχέσεις. Οι καβγάδες πάνω από δανεικά –και ενίοτε αγύριστα– είναι πάντοτε απρόβλεπτοι και άνετα μπορούν να φτάσουν σε ακρότητες, καθόλου περίεργες όμως για το οικογενειακό οικοσύστημα.

Πιο πιθανό είναι να συναντήσεις ευεργετηθέντα που κάνει την πάπια ή δανειοδότη που φτάνει σε σημείο να κάνει κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ακόμη και από τον αδερφό του, παρά να γίνεις μάρτυρας μιας υγιούς συναλλαγής.

Δυστυχώς, τέτοιες συμπεριφορές τροφοδοτούνται και από διακρίσεις σε μικρότερες ηλικίες, όταν για παράδειγμα το αγόρι θα πάρει περισσότερο χαρτζηλίκι από το κορίτσι ή η μία αδερφή θα ευνοηθεί περισσότερο επειδή έχει το όνομα της γιαγιάς. Δημιουργούνται πολύ εύκολα απωθημένα, οι σχέσεις μεταξύ των αδερφών διαστρεβλώνονται χωρίς κάποια λογική εξήγηση, πράγμα που λειτουργεί ως καταλύτης παρεξηγήσεων σε μελλοντική αντιπαράθεση.  

Βέβαια, δεν προκαλούν μόνο τα οικονομικά ζητήματα παρεξηγήσεις. Ο αέναος αγώνας που τιτλοφορείται «νύφη εναντίον πεθεράς» μπορεί ανετα να προκαλέσει εμφύλια οικογενειακή σύρραξη.

Από τις πιο αστείες αφορμές, όπως το ποια από τις δύο μαγειρεύει καλύτερα τα γεμιστά, μέχρι τις πιο παρεμβατικές συμπεριφορές, όπου η θανάσιμη πεθερά παρελαύνει στο σπίτι του ζευγαριού με δικά της κλεδιά και ιδρύει τη δική της αποικία.

Η γιαγιά που στουπώνει τα παιδιά με γλυκά, η διαμάχη για το «ποιανής αδερφής το παιδί είναι εξυπνότερο», η ξαδέρφη με το piercing για το οποίο ευθύνεται πάντα η «ξετσίπωτη» μάνα από το «άλλο σόι», είναι μερικά μόνο από τα συνήθη παραδείγματα που οδηγούν σε ομηρικούς καβγάδες με υπερβολικά αποτελέσματα.

Κακή θέληση και καχυποψία να υπάρχουν, και το παραμικρό μπορεί να προκαλέσει εντάσεις. Και από αυτά, δυστυχώς, έχουμε σε πλεόνασμα.

 

Συντάκτης: Τίνα Μπαρμπάτσαλου