Όπου υπάρχει ζευγάρι, υπάρχει και πρόβλημα στην επικοινωνία. Σχεδόν νόμος. Και ποιος από εμάς δεν έχει βιώσει έστω και μια φορά στη ζωή του ένα γράψιμο, μια σύνδεση με Κάιρο, μια ασυνεννοησία γενικότερα.
Όσοι δεν το ζουν στη σχέση τους είναι τυχεροί και την έχουν καταβρεί εξαρχής. Αυτό βέβαια θα έπρεπε να είναι ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση, όπως δυστυχώς συμβαίνει. Πήξαμε στους κανόνες, το σεβασμό στο χώρο και το χρόνο του άλλου, χάσαμε τον αυθορμητισμό και κατά συνέπεια την ουσία.
Πήξαμε στις απορρίψεις, τα αθόρυβα και την προώθηση στους τηλεφωνητές. Και δε συμβαίνει μόνο στις περιπτώσεις που κανείς εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να απαντήσει, γιατί βρίσκεται στη δουλειά ή σε άλλου είδους υποχρέωση. Το πρόβλημα αρχίζει όταν τα παραπάνω γίνονται εσκεμμένα.
Συνέβη κάτι επείγον, όμορφο ή αστείο; Δεν μπορείς να πάρεις τηλέφωνο, είναι η ώρα του αράγματος με την παρέα. Θέλεις απλά να σαχλαμαρίσεις, βρε αδερφέ; Να πεις κάτι άσχετο, μια βλακεία που σου ‘ρθε στο μυαλό για να γελάσετε; Όχι! Να περιμένεις να συναντηθείτε, από κοντά και μόνο, απόψε ή το επόμενο βράδυ. Άσχετα αν θα το ‘χεις ξεχάσει μέχρι τότε. Ας πρόσεχες. Περνάμε χρόνο χωριστά για κάποιο λόγο, για να λείψουμε ο ένας στον άλλο, όχι για να μιλάμε και τότε.
Εξαιτίας αυτού του ιερού χρόνου έχει χαθεί η πραγματική επικοινωνία. Κάθε πηγαίο συναίσθημα χάνεται, θυσία της πολύτιμης μοναξιάς του καθενός. Οποιοσδήποτε σπάει αυτό το φράγμα γίνεται αυτόματα πρήξας, πιεστικός, ζηλιάρης και τα καθέκαστα.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει νιώσει έστω και μια φορά να τρέμει το φυλλοκάρδι του πριν σχηματίσει τον αριθμό με το φόβο του επανειλημμένου «ο συνδρομητής που καλέσατε δεν είναι διαθέσιμος», του εκνευρισμένου «τι θες πάλι» ή του καταιγισμού μονολεκτικών απαντήσεων που κραυγάζουν «κλείσε το επιτέλους». Στις πιο extreme περιπτώσεις, τα προηγούμενα μεταφράζονται και σε απλό κι απέριττο κλείσιμο στα μούτρα.
Που, αν δεν υπήρχαν, δε θα γέμιζαν τα θύματά τους με ανασφάλεια. Κι αν ξεκινήσει το τρένο του «φοβάμαι τι να πω», το παιχνίδι είναι χαμένο. Είτε μιλήσεις φυσιολογικά, είτε πεις το πιο αστείο πράγμα του κόσμου, πάλι μαλακία θα ακουστεί. Από ‘κει και πέρα, την ξέρουμε όλοι τη συνέχεια. Πόσα και πόσα καλαμπούρια πέθαναν μετά από ένα «Πάλι εσύ; Με πνίγεις!»;
Γι’ αυτό το λόγο, μη σε νοιάζει. Μίλα όποτε σου καπνίσει. Κοίτα μόνο μην το παρακάνεις όταν ο άλλος όντως δεν μπορεί να επικοινωνήσει, γιατί τότε, τα θες και τα παθαίνεις και δε σου φταίει κανείς. Στις περισσότερες πιθανότητες, ανταπόκριση θα βρεις. Αν πάλι τα «θέλω το χρόνο μου, μην παίρνεις» πέφτουν βροχή, μάλλον είναι καιρός να αναθεωρήσεις.
Επιμέλεια Κειμένου Τίνας Μπαρμπάτσαλου: Πωλίνα Πανέρη