Ήρθε η ώρα για λίγη μοναξιά. Θες να μη μιλάς, να μην εξηγείς, να μην ακούς και κυρίως να μη νιώθεις. Έχεις πιεστεί παραπάνω απ’ όσο αντέχεις, έχεις πληγωθεί τόσο που ακόμα και το να νιώθεις κρύο ή ζέστη ή πείνα σε πονάει. Κάθε κουβέντα βγαίνει και δυσκολότερα, κάθε συναναστροφή είναι και πιο πληγωτική. Η μοναδική λύση είναι ν’ απομονωθείς, να ξαναβρείς το κέντρο σου.

Σ’ έχει κουράσει η βαβούρα, αυτός ο ενοχλητικός ήχος του κόσμου. Χρειάζεσαι χρόνο με τον εαυτό και μόνο. Κι όσο παράδοξο κι αν το αισθάνεσαι, όσες ενοχές κι αν σου γεννάει, είναι απολύτως φυσιολογική ανάγκη που δεν είναι καθόλου χρήσιμο να αγνοήσεις. Όταν μονίμως τρέχεις και συνωστίζεσαι ανάμεσα σε σχέσεις που σου ρουφούν ενέργεια, δεν προλαβαίνεις να καταλάβεις για πού τρέχεις με τόση βιασύνη και τι προσπαθείς να κερδίσεις, χάνοντας στον δρόμο κομμάτια του εαυτού σου. Κι έτσι, ανοίγουν τραύματα που θέλουν χρόνο για να γιατρευτούν κι ηρεμία που έχεις χάσει από χέρι προσπαθώντας μονίμως να είσαι εκείνος που κλείνει τα τραύματα των άλλων.

 

 

Κατέβασε λοιπόν τα ρολά σου, κλείσε τα παντζούρια του σπιτιού και του νου σου για λίγο ή περισσότερο, αν χρειαστεί. Δώσε τον χρόνο που σου χρειάζεται να σ’ ακούσεις, να σε καταλάβεις και να κατανοήσεις και τους άλλους. Να δεις ποιοι είναι εκείνοι που αξίζουν στη ζωή σου και ποιοι εκείνοι που πρέπει να δουν την πόρτα της εξόδου. Ποιες προθέσεις αντιλαμβάνεσαι και ποιες σου μοιάζουν με φθηνές δικαιολογίες. Χρησιμοποίησε το σκοτάδι που θα σου προσφέρει ηρεμία αλλά και τη σιωπή που έχει το ταλέντο να φέρνει τις περισσότερες απαντήσεις, που τόσο καιρό ο θόρυβος και το θολό τοπίο δε σε άφηναν να βρεις.

Απλώς πρόσεξε, μη συνηθίσεις στη μοναξιά και βολευτείς στο σκοτάδι και στη σιωπή. Διότι κάποια στιγμή, όταν θα έχει πάψει η φασαρία εντελώς και το κουδούνι ή το τηλέφωνο σταματήσει να χτυπάει, ίσως τα ρολά κολλήσουν στο κατέβασμα και δε σ’ αφήσουν να δεις τον ήλιο. Είναι καλό να τα βρεις με το μέσα σου, μα αν απομονωθείς περισσότερο από ό,τι χρειάζεσαι, θα ξεχάσεις να νιώθεις, να ζεις, να μοιράζεσαι. Κάθε σκοτάδι μας χρειάζεται και φως για να έχει αξία κι υπόσταση, όπως εσύ έχεις ανάγκη από συναίσθημα, ανθρώπινη επαφή, σύνδεση, ερεθίσματα και νέες αρχές. Γιατί όσο κι αν χρειάζεσαι αυτό το μούδιασμα, όσο βολικό κι αν είναι το να μη νιώθεις τον πόνο που σε πνίγει, όσο λυτρωτική και να μοιάζει η ολοκληρωτική παύση ενός άβολου συναισθήματος, δεν είναι παρά αναλγητικά κι όχι η αντιβίωσή σου.

Τα ρολά είναι για να κατεβαίνουν πού και πού σίγουρα, μα είναι και για ν’ ανεβαίνουν κιόλας. Ν’ αφήνεις το φως και τους ανθρώπους να μπαίνουν στο σπίτι και στην ψυχή σου, γιατί έτσι ανθίζουν κι ομορφαίνουν. Μόνο που αυτή τη φορά, θα έχεις καλύτερα κριτήρια, πιο ουσιαστικά θέλω, πιο ξεκάθαρα όρια. Η παύση αυτή, θα σε κάνει να καταλάβεις τι θες από εσένα πρώτα και μετά απ’ όποιον θέλει να σε πλησιάσει. Κι αν θες μπορείς να επιτρέψεις την είσοδο στη ζωή σου στο φως ή και στο σκοτάδι. Διαφορετικά από εκεί είναι η έξοδος κι ας πάρουν και τα σκουπίδια φεύγοντας. Τόσο απλά.

Συντάκτης: Άννα Αντωνίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου