«Φτερό στον άνεμο», «αιώνιος ταξιδιώτης» κι άλλες πολλές είναι από τις εκφράσεις που γράφτηκαν κι ειπώθηκαν για εκείνες τις ψυχές που δεν μπορούν είτε δε θέλουν τη σταθερότητα στη ζωή τους, το ρίζωμα σε έναν τόπο. Οι λόγοι πολλοί. Είτε δε βρέθηκε στο δρόμο τους μια βάση για να την κάνουν δική τους, είτε γιατί βαρέθηκαν πολλές φορές και πολύ εύκολα, είτε γιατί είχαν ανάγκη μια περιπέτεια που έγινε εθισμός να την κυνηγούν. Από την άλλη, μπορεί πολύ απλά αυτό τελικά να διάλεξαν στη ζωή τους και σαν απαραίτητη προδιαγραφή, να είχε πάντα μια βαλίτσα έτοιμη.
Βαλίτσα ή βαλίτσες, ο αριθμός μικρή σημασία έχει για να λέμε την αλήθεια. Εκείνες που προσπαθούμε να χωρέσουμε τα υπάρχοντά μας και τα όνειρά μας για τις περιπέτειες που επιλέγουμε να ζήσουμε ή τις ευκαιρίες που βρίσκουμε μπροστά μας και τις αρπάζουμε χωρίς δεύτερες σκέψεις. Για να είσαι με μια βαλίτσα στο χέρι λοιπόν, δύο είναι οι βασικοί λόγοι: η εργασία ή ο έρωτας. Αν ανήκεις στη δεύτερη κατηγορία, κάπως γλυκαίνει το πράγμα γιατί τουλάχιστον έχεις με κάποιον να μοιραστείς το δράμα του ξεπακεταρίσματος. Αν πάλι ανήκεις και πας όπου σε πάει η δουλειά σου, μαθαίνεις να ζεις σαν νομάς, χωρίς να δένεσαι πολύ, γιατί πάντα κάτι πρέπει να αφήνεις πίσω εκεί από όπου φεύγεις.
Αλλάζεις περιβάλλον, αλλάζεις ταχύτητες- σίγουρα δε βαριέσαι γιατί πολύ απλά δεν προλαβαίνεις να συνηθίσεις και πολύ. Δε σε ρουφάει η ρουτίνα και η ασπρόμαυρη καθημερινότητα γιατί εκεί που πας να συνηθίσεις, το ρολόι γυρνάει στο μηδέν και το εισιτήριο επιστροφής εκτυπώνεται ξανά στον εκτυπωτή της ρεσεψιόν που σε φιλοξενεί.
Αν έχεις δημιουργήσει κάπου μια βάση με φίλους, οικογένεια και οποίο άλλο είδος σχέσης θες να έχεις στη ζωή σου, έχεις μονίμως μια τρύπα στο στομάχι, γιατί μαθαίνεις να ζεις με μια νοσταλγία καρφωμένη μέσα σου. Κι έχεις τον φόβο, που ίσως να προέρχεται από καθαρά δική σου ανασφάλεια, πως κανένας έρωτας, κανένας σύντροφος δε θα σε περιμένει κάθε φορά να γυρνάς. Όταν θα θες εσύ να παίξεις το ρόλο του Οδυσσέα δε θα υπάρχει κάποιος να παίξει το ρόλο της Πηνελόπης. Κι έτσι, είτε σαμποτάρεις τη βάση σου αυτή γκρεμίζοντάς τη χωρίς να το καταλαβαίνεις, είτε επιλέγεις τη μοναχικότητα, για να μην ψάχνεις μετά μια άδεια Ιθάκη.
Δράμα να είσαι με μια βαλίτσα στο χέρι λοιπόν, γιατί βάλε βγάλε τα αντικείμενα, βάζεις-βγάζεις κι ανθρώπους από τη ζωή σου, μέχρι να μείνουν τα απολύτως βασικά για ένα ταξίδι. Γιατί μπορεί, μέσα σε όλους αυτούς τους σταθμούς που θα βρεις στην πορεία σου, είτε πρόκειται για ανθρώπους, είτε για μέρη, να μη διαχωρίσεις σωστά ποιος ήταν για να μείνει και ποιος όχι, βγάζοντας εσύ πρώτος τα πολλά-πολλά, μήπως και σου βαρύνουν το χέρι στο ταξίδι, ή την καρδιά.
Έξι μήνες εδώ λοιπόν, έξι μήνες εκεί, με σένα να ορέγεσαι πού και πού τη σταθερότητα, αλλά ποτέ να μην την τολμάς. Οι τάσεις φυγής σου είναι μεγαλύτερες από τις λιγούρες που έχεις -αν έχεις- για όποια σταθερότητα. Κι αν έρθει η ώρα να μπει η βαλίτσα στην ντουλάπα και να ζήσεις τις περιπέτειές σου σε μια βάση, ας είναι εκείνη που θα σε κάνει να μη θες ποτέ να φύγεις. Μέχρι τότε, πάμε γι’ άλλα και γι’ άλλα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου