Κιθάρα, καστανιέτες, βεντάλια, τραγούδι, κόκκινο φόρεμα, ισπανική κουλτούρα, ένταση, ερωτισμός, δυναμισμός, συναίσθημα. Όλα αυτά απαρτίζουν το γνωστό, εκρηκτικό και φλογερό χορό, ονόματι φλαμένκο. Η ιστορία του είναι πλούσια και βαθιά και οι ρίζες του προέρχονται από την αυθεντική Ανδαλουσία, τη «μητέρα» του φλαμένκο. Έχει αποκτήσει θαυμαστές και οπαδούς κάθε ηλικίας, μικρούς και μεγάλους ανά τον κόσμο.
Η ιστορία του ξεκινάει από τις τσιγγάνικες, νομαδικές φυλές της Ισπανίας που πιθανό να προήλθαν από την Ινδία τον 9ο αιώνα μ.Χ. Μιλούσαν μια διαφορετική γλώσσα, συμπεριφέρονταν και ντύνονταν αλλιώτικα από τους ανθρώπους της Δύσης. Στην αρχή οι Ινδοί μετανάστες ήταν περιθωριοποιημένοι, με σκληρά μέτρα εναντίον τους. Αργότερα η συγχώνευση τους με τους Εβραίους, τους Μουσουλμάνους και τους Ανδαλουσιανούς οδήγησε -μετά από 350 χρόνια- στην πρώιμη εκδήλωση του φλαμένκο.
Το παράδοξο με το φλαμένκο είναι ότι ο χορός αυτός δεν ήταν αποδεκτός από τα ανώτερα στρώματα, καθώς στην αρχή αποτελούσε έκφραση των χαμηλότερων καταπιεσμένων στρωμάτων, των φτωχών και των εξορισμένων. Οι στίχοι του αφορούσαν θέματα όπως την εκμετάλλευση, το θάνατο, τον έρωτα, τη φυλακή. Θα λέγαμε ότι τα τραγούδια του φλαμένκο πιο πολύ θυμίζουν φωνές και κραυγές πόνου κι αγωνίας ή ακόμη ότι ακούγονται ως ένα μοιρολόι παρά τραγούδι. Στην ουσία ήταν μία τέχνη λαϊκής έκφρασης. Η κιθάρα, τα κρουστά και ο χορός ήταν προνόμιο των τσιγγάνων καλλιτεχνών.
Στην αρχή ξεκίνησε ως μουσικό είδος και μετά προστέθηκαν και οι χορευτές. Βασικό συστατικό του αποτελεί ο χαρακτηριστικός ήχος από τα πόδια των χορευτών (soniquete) και ο κοφτός βηματισμός (zapateado). Χαρακτηριστικό του είναι επίσης το κούνημα των χεριών που τραβάει το βλέμμα με τις κοφτές κινήσεις.
Στα τέλη του 18ου αιώνα ξεκίνησε να κάνει την εμφάνισή του σε ταβέρνες της περιοχής. Έπειτα από τα μέσα του 19ου αιώνα η διάδοση του ήταν ραγδαία και ο κόσμος ξεκίνησε να έρχεται σε επαφή με το φλαμένκο. Ακόμη και οι μορφωμένοι, πλούσιοι της εποχής το αποδέχτηκαν και να έγιναν οπαδοί του.
Στην περίοδο της δικτατορίας του Φράνκο (1939-1975) αντιλήφθηκαν τη δυνατότητα που είχε το φλαμένκο για να προωθήσουν τη προπαγάνδα της κυβέρνησης. Άρχισε να εισάγεται σε ταινίες (όπως το Los Tarantos) και έτσι σιγά- σιγά συνδέθηκε με την νέα ισπανική κουλτούρα με απώτερο σκοπό να ενώσει τους Ισπανούς. Επίσης ήταν μία καλή ευκαιρία να προσελκύσουν τους τουρίστες μέσω της διαμόρφωσης και εδραίωσης της ισπανικής κουλτούρας.
Αυτό που ξεχωρίζει το φλαμένκο από τους άλλους χορούς είναι ότι δεν είναι απλώς μια μουσική όπου ο χορευτής καλείται να αναδείξει τις χορευτικές του ικανότητες, αλλά είναι μια γλώσσα, μια μορφή επικοινωνίας μεταξύ χορευτή και μουσικού, ένας διάλογος όπου ο ένας ακολουθεί και αλληλοσυμπληρώνει τον άλλον. Επίσης δεν είναι μόνο ένα είδος χορού, αλλά και ένα είδος έκφρασης, που προβάλλεται είτε μέσω του χορού, είτε μέσω της μουσικής και του τραγουδιού.
Το 2010, το φλαμένκο, συμπεριλαμβάνεται στον Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της UNESCO, εφόσον το αιτήθηκε η ίδια η Ισπανία. Σήμερα, το φλαμένκο είναι μια τέχνη υψηλών απαιτήσεων, όπως και στο τραγούδι όπου ακολουθείται αυστηροί μουσικοί κανόνες, η μορφή του έχει εδραιωθεί όλα αυτά τα χρόνια και δύσκολα μπορεί να χάσει την ταυτότητά του. Πέραν του ότι είναι συνώνυμο της ισπανικής κουλτούρας, καθιερώθηκε και στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό στερέωμα κερδίζοντας τις καρδιές όλων, καταφέρνοντας να ξεπεράσει τις δυσκολίες της γέννησης του, να αναπτυχθεί και να ταξιδέψει σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.