Ήρθε το καλοκαιράκι λοιπόν κι αντί να σε βρίσκει σε καμία παραλία, να αγναντεύεις το πέλαγος πίνοντας τα μοχίτο σου κι άλλα τέτοια δροσιστικά, εσύ ψήνεσαι μέσα στα τσιμέντα.

Αφού ξεπεράσεις το στάδιο «εγώ πότε θα πάω διακοπές;» κι αν είσαι φυσικά τυχερός, βρίσκεις την κατάλληλη παρέα, τον πιο βολικό προορισμό ανάλογα με το budget σου κι αναχωρείς. Όταν όμως βρίσκεις τα σκούρα, το μυαλουδάκι αυθόρμητα κι αβίαστα περιπλανιέται σ’ εκείνες τις πρώτες διακοπές με τους γονείς.

Όμορφα χρόνια και ξέγνοιαστα, καθώς η μόνη σου ανησυχία ήταν τι δώρο θα τύχεις με το κυπελάκι του παγωτού. Άλλος τα κανόνιζε, άλλος πλήρωνε, άλλος ετοίμαζε πράγματα. Εσένα απλώς σε φορτώνανε σε κάποιο μεταφορικό μέσο και βίβα τις άγκυρες. Αν γινόταν σωστή συνεννόηση, η παρέα μεγάλωνε για να συμπληρωθεί με μία ακόμη φιλική οικογένεια, που τύχαινε να έχει κι άλλα κουτσούβελα στην ηλικία σου για να συνεργάζεστε στις ζαβολιές.

Η θάλασσα για τους γονείς ήταν μία αποστολή ανεύρεσης σκιάς και του καλύτερου μέρους για να στήσουν την ομπρέλα. Βέβαια, ο εξοπλισμός περιελάμβανε ταπεράκια με πλούσια εδέσματα, συνήθως πιτοειδή και κεφτεδάκια, αντηλιακά με σούπερ-ντούπερ δείκτη προστασίας, ψάθες και φυσικά τα κουβαδάκια σου.

Η ιστορία έχει ως εξής. Όταν συνειδητοποίησες ότι η άμμος δεν τρώγεται , αποφάσισες ν’ αρχίζεις να χτίζεις πάσης φύσης οικοδομήματα των οποίων η μορφή τελειοποιούνταν σε βάθος χρόνου. Το αποτέλεσμα ήταν ένα μαγιό γεμάτο άμμο και πολλές λακούβες στη σκαμμένη αμμουδιά.

Το καλοκαίρι των παιδικών χρόνων μυρίζει ανεμελιά κι αυτό φρόντιζαν οι γονείς να το αποτυπώνουν διαρκώς. Έτσι, ξεφυλλίζοντας τα παλιά άλμπουμ φωτογραφιών θα βρεις τον εαυτό σου με τη μούρη χωμένη σ’ ένα καρπούζι και τα ζουμιά να στάζουν απ’ το πιγούνι σου.

Επίσης, μπορεί ν’ ανακαλύψεις ότι μικρός είχες έφεση στο γυμνισμό και κυκλοφορούσες χαρωπά και τσίτσιδος σ’ όλη την παραλία με τη μαμά από πίσω να σε κυνηγάει για να σε ντύσει. Το καλύτερο σ’ αυτήν την περίπτωση είναι να  εξαφανίσετε τις φωτογραφίες μία προς μία, γιατί όλο και καμιά θεία θα σας επισκεφθεί, θα βρεθούν στο προσκήνιο και δε θέλετε, μάλλον, να ξανακούσετε πόσο χαριτωμένο ήσασταν.

Το tour για να είναι ολοκληρωμένο πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε και την επίσκεψη σε αρχαιολογικούς χώρους. Πώς τρέχεις τώρα από beach bar σε beach bar; Ε, κάπως έτσι!

Ό,τι ιστορία έμαθες ήταν χάρη στον μπαμπά σου, ο οποίος με σοβαρό ύφος παντογνώστη σου διάβαζε τις λεζάντες κάτω από κάθε έκθεμα και εσύ αναρωτιόσουν, πώς στην ευχή τα ήξερε όλα. Σε κάτι τέτοιους χώρους, βρισκόσουν σε στενή παρακολούθηση, μη βρεθούν στα καλά καθούμενα να χρωστάνε για κανένα σπασμένο άγαλμα.

Ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο των θερινών διακοπών με τους γονείς ήταν η ταβέρνα. Η παραγγελία θα έφτανε να καλύψει τις ανάγκες ολόκληρου λόχου, ενώ για την πάρτη σου και μόνο περιελάμβανε πάντα έξτρα τηγανητές πατάτες μήπως και φας τίποτα.

Μόνιμος καημός της μάνας σου, η οποία και πάλι σε κυνηγούσε δίπλα στη θάλασσα με το πιρούνι στο χέρι, μήπως και σε ξεγελάσει και βάλεις καμιά μπουκιά στο στόμα σου. Άντε τώρα βολέψου με τα πιτόγυρα και τις μπίρες απ’ το περίπτερο.

Δε θυμάσαι ακριβώς πότε σταμάτησες να θέλεις να πηγαίνεις διακοπές με τους γονείς σου. Κάποιες φορές ακολουθούσες με μόνη συνθήκη ότι θα κουβαλούσες μαζί τον κολλητό ή την κολλητή. Μπορεί απ’ την άλλη ακόμη να γουστάρεις τη φάση, αλλά να ντρέπεσαι να το ομολογήσεις.

Η ουσία είναι ότι κάθε φορά που βλέπεις παιδάκι να παίζει με τα κουβαδάκια του σου έρχεται μία μεγάλη λαχτάρα να πας να κυλιστείς στην άμμο και να χτίσεις ένα μεγάλο κάστρο για να στεγάσεις τα όνειρα σου, μια που ο μισθός δε φτάνει με τίποτα για το ενοίκιο.

 

Επιμέλεια κειμένου Θεοδώρας Μαρίας Βένου: Νάννου Αναστασία.

Συντάκτης: Θεοδώρα Μαρία Βένου