Θυμάσαι τη μέρα που σου ζήτησε βοήθεια με τη μετακόμιση. Θα χάλαγες χατίρι; Θα το χάλαγες αν γνώριζες πόσο θα σου κόστιζε να αντικρίσεις το σπίτι που στέγασε τόσα χρόνια το φοιτητικό σου έρωτα φύλλο και φτερό. Όταν ερωτεύτηκες δε σκέφτηκες ούτε στιγμή τον αποχαιρετισμό. Με την τρέλα του πρωτοετή, πίστευες ότι τα τέσσερα χρόνια θα άγγιζαν την αιωνιότητα.
Έλα όμως που αυτή η αιωνιότητα τελείωσε νωρίς. Όταν σου ανακοίνωσε ότι πέρασε το τελευταίο μάθημα, εσύ πέταξες από τη χαρά σου. Απότομη κι ανώμαλη η προσγείωση. «Δευτέρα πρωί ξενοικιάζω» φώναζε καθώς επιστρέφατε από το πάρτι της ορκωμοσίας μεθυσμένοι, από τη μία να κρατάει εσένα σφιχτά κι από την άλλη τον κολλητό.
Ξαπλώσατε για μια τελευταία φορά στο μονό κρεβάτι πριν φτάσει η μεταφορική και το φορτώσει κι αυτό μαζί με τα υπόλοιπα. Κούτες δεξιά, κούτες αριστερά. Μικροπράγματα που το καθένα είχε τη δική του μοναδική θέση την οποία εσύ ήξερες απ’ έξω κι ανακατωτά. Μόλις πήραν και το ψυγείο. Τι ψυχή έχει ένα ψυγείο; Πίσω από τις πόρτες του συγκεκριμένου όμως δόθηκαν τα πιο νυσταγμένα φιλιά στα πεταχτά, με το γάλα και το ψωμί του τοστ στο χέρι για πρωινό.
Το σπίτι τώρα άδειο. Προσπαθείς κι εσύ να αδειάσεις το κεφάλι σου από τη σκέψη ότι τίποτα δε θα είναι ξανά το ίδιο. Γνωρίζεις πολύ καλά τι άτιμος μπελάς είναι η απόσταση αλλά κάθε φορά που όλοι σου λένε ότι δε θα αντέξετε για πολύ καιρό μαζί εσύ πεισμώνεις ακόμα πιο πολύ. Το τελευταίο διάστημα είχατε αρχίσει μάλιστα να συζητάτε για τις πιθανότητες μελλοντικής κοινής πορείας.
Αυτή τη στιγμή όμως, σε αυτό το άδειο σπίτι, τίποτα δεν έχει σημασία πέρα από τη σφιχτή αγκαλιά στο σημείο όπου βρισκόταν ο καναπές που σας έπαιρνε ο ύπνος τα βράδια χαζεύοντας σειρές. Λίγο πριν η πόρτα κλείσει στο πέρασμά σας, λίγο πριν παραδώσετε τα κλειδιά στη σπιτονοικοκυρά και πείτε το τελευταίο αντίο στο σπαστικό γείτονα και στο σκύλο του διπλανού. Ελπίζεις ότι ο επόμενος ενοικιαστής θα σεβαστεί το χώρο για να ζήσει με ευλάβεια μια ιστορία ισάξια με τη δική σας.
Δεν ήξερες ποιον να λυπηθείς από τους δύο σας. Εσένα που θα ήσουν εκείνη που θα έμενε πίσω σε μία πόλη που η κάθε γωνιά της θα τον θύμιζε; Ή εκείνον που εκτός από ‘σένα και την ξέφρενη φοιτητική ζωή καλείται να αποχαιρετήσει την πόλη που φιλοξένησε τα ανώριμα όνειρα των δεκαοχτώ, άπειρες μεθυσμένες βραδιές μα κυρίως την ανεμελιά των φοιτητικών χρόνων;
Επιστρέφει αισίως στο φιλόξενο αλλά αποστειρωμένο πατρικό σπίτι. Ακόμη κι αν οι ζωές σας συναντηθούν ξανά στο μέλλον, η επανένωσή σας δε θα έχει να θυμίζει τίποτα τη χύμα φύση των φοιτητικών σας εαυτών με τη στοίβα των πιάτων στο νεροχύτη και το μόνιμα άστρωτο κρεβάτι.
Τίποτα. Κλείστε τα μάτια, πάρτε μία βαθιά ανάσα και μην κοιτάξετε πίσω. Απλά χαμογελάστε κι αισθανθείτε για μια στιγμή τυχεροί που γνωριστήκατε έγκαιρα και προλάβατε να το ζήσετε.
Κι αν είστε αλλεργικοί στους αποχαιρετισμούς, υποσχεθείτε ο ένας στον άλλον ότι θα έρθει η στιγμή που η πόρτα ενός άλλου σπιτιού θα ανοίξει για τους δύο σας. Μπορεί να μη συμβεί ποτέ αυτό αλλά ποιος ξέρει;
Επιμέλεια Κειμένου Θεοδώρας Μαρίας Βένου: Πωλίνα Πανέρη