Πότε το σκοτάδι επισκιάζει το φως σε μια ερωτική σχέση; Πότε χάνεται ο έλεγχος ανάμεσα στα άτομα και πότε καταστρέφεται τελικά το δέσιμο ανάμεσα στους ανθρώπους; Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιες σχέσεις χαρακτηρίζονται ως «προβληματικές» και το ένα εκ των ατόμων θεωρεί ότι χάνει τον έλεγχο και τον εαυτό του, ενώ νιώθει παγιδευμένο θύμα του έρωτά του. Πότε όμως είναι αυτό πραγματικότητα; Και πώς, όταν δεν ισχύει κι είναι κατασκεύασμα του μυαλού, εμποδίζει την απελευθέρωση του ατόμου;
Ένας εκ των συντρόφων κάποιες φορές νιώθει ως το θύμα στη σχέση. Φτάνει τελικά σε ένα σημείο που δεν μπορεί να εκφράσει τα συναισθήματά του, καθώς νιώθει ότι βρίσκεται σε ένα αδιέξοδο γεμάτο ένταση, θυμό και καβγάδες με το ταίρι του, το οποίο αδιέξοδο και προκαλεί συναισθηματική παράλυση και την αίσθηση ότι δε δύναται να ανακάμψει και να πάρει τον έλεγχο. Ορισμένες φορές το «θύμα» παραμένει στη σχέση λόγω των συναισθημάτων που ίσως έχει αναπτύξει για τον σύντροφό του, διατηρώντας τη λογική του μάρτυρα, που όλα τα υπομένει για την αγάπη του. Αντίστοιχα πολλές είναι οι φορές που το άλλο άτομο αγνοεί πλήρως την κατάσταση αυτή, ζώντας παράλληλες ζωές με το ταίρι του.
Κατά τη διάρκεια της σχέσης κι όσο το άτομο είναι προσκολλημένο στην ιδέα ότι είναι «θύμα» των συναισθημάτων του, εγκλωβίζεται και φτάνει σε σημείο που φοβάται να εκφράσει τις σκέψεις του αφού κρατά τη βεβαιότητα ότι με τον τρόπο αυτό ίσως χάσει τον σύντροφό του και καταλήξει μόνος του. Χωρίς οι εντάσεις και οι τσακωμοί να σταματούν, το ένα μέλος διεκδικεί όλο και πιο έντονα το ξεκαθάρισμα, ενώ το άλλο όλο και περισσότερο νιώθει πως αδικείται, αφού θεωρεί πως υπομένει τόσα που δεν αναγνωρίζονται. Ακόμα κι αν τελικά η σχέση φτάσει στο σημείο όπου διαλυθεί, το άτομο που πιστεύει ότι έχει ηττηθεί από τον συναισθηματικό αυτό πόλεμο με τον πρώην σύντροφό του, είναι δυσκολότερο να προχωρήσει.
Ο θυμός για το πώς τελικά συμπεριφέρθηκε ο φαινομενικά θύτης, οδηγεί στην ενοχή και το κόμπλεξ κατωτερότητας, καθώς έχοντας βάλει η πλευρά που συζητάμε την ταμπέλα της μονομερούς ευθύνης, νιώθει ακόμη πιο έντονα πως υπήρξε ο μόνος που ενδιαφέρθηκε, δημιουργώντας έτσι στο μυαλό του την εντύπωση και τη φοβία πως κάθε επόμενη σχέση, θα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά- τα οποία εν τέλει βέβαια έχει γιατί τα φέρει ο ίδιος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις τα άτομα που θυματοποιούνται σε μια σχέση, χάνονται και τείνουν να αποφεύγουν να μιλήσουν στα κοντινά τους άτομα για τις εμπειρίες και τα γεγονότα που οδήγησαν τη σχέση στο να καταστραφεί, παραμένοντας έτσι προσκολλημένοι στο ίδιο τους το μυαλό, κρατώντας εκτός παιχνιδιού μια αντικειμενική άποψη κι εμποδίζοντας την απελευθέρωση και την εξέλιξή τους. Και σαφώς οι περιπτώσεις που κάποιος υποφέρει από την κακή μεταχείριση του συντρόφου του είναι δυσοίωνα πολλές και πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν, παραμένουν πολλές κι εκείνες οι σχέσεις που χρησιμοποιείται η αγάπη ως μέσο αρπαγής του ενδιαφέροντος και της ζωής του άλλου. Με δυο λόγια, δίνουμε επίτηδες πολλά, για να ζητήσουμε μετά περισσότερα.
Ας μην ξεχνάμε πως η ζωή είναι μικρή και κάποτε δύσκολη, όμως μπορεί να είναι πανέμορφη και λιγότερο περίπλοκη όταν ο καθένας αποδεχθεί τα φωτεινά αλλά και σκοτεινά κομμάτια της προσωπικότητας και του χαρακτήρα του. Αν αναπτύξει την ικανότητα της αυτοκριτικής και της αναγνώρισης του πότε είναι πραγματικά λάθος και ποτέ όχι, του πότε αδικείται όντως και του πότε θυματοποιείται για μια ευκολία που εν τέλει δεν έχει, θα καλλιεργήσει μια υγιέστερη σχέση με τους γύρω του, αλλά κυρίως και με τον ίδιο του τον εαυτό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου