Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία που συζητήθηκαν μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου και την εκλογή του κου Τσίπρα ως πρωθυπουργού ήταν ότι ο τελευταίος δεν είχε ποτέ παντρευτεί, με θρησκευτικό ή πολιτικό γάμο, με τη γυναίκα του παρότι έχουν δυο παιδιά.

Υπάρχουν οι συντηρητικοί που αναφώνησαν «Αυτά δεν είναι πράγματα του Θεού, με κάτι τέτοια καταστρέφεται η κοινωνία μας και ο θεσμός της οικογένειας»  ενώ υπάρχουν και οι πιο προοδευτικοί που βλέπουν σε αυτό έναν συμβολισμό εξέλιξης, προόδου και ανατροπής ενός θεσμού που καταπιέζει τους ανθρώπους.

Αν εξετάσουμε λίγο τα ποσοστά των διαζυγίων παγκοσμίως, θα δούμε ότι τείνουν να φτάσουν το ένα στους δύο γάμους. Αυτό αναμφισβήτητα λέει πολλά για τον θεσμό.

Φαίνεται ότι ο γάμος έχει αποτύχει στο βασικό του στόχο: να συντηρεί μέσα του ευτυχισμένους, ασφαλείς και ικανοποιημένους ανθρώπους που αναπτύσσονται ταυτόχρονα, προοδεύουν και εξελίσσονται. Οι άνθρωποι πια δεν είναι διατεθειμένοι να θυσιάζουν τις ζωές τους για χάρη μιας κοινωνικής σύμβασης, επιλέγοντας έτσι την οδό του διαζυγίου.

Τι είναι αυτό όμως που καθιστά έναν θεσμό κοινωνική σύμβαση;

Συχνά, οι ανύπαντροι κυρίως, αναρωτιούνται: «Τι αλλάζει με το γάμο; Αφού είμαστε τόσα χρόνια μαζί, συζούμε. Ένα τυπικό είναι». Αχ, αθώα παιδιά!

Δυστυχώς, η αλήθεια είναι πολύ μακριά από αυτό και κάθε παντρεμένος το γνωρίζει. Με την τέλεση του γάμου δεν ενώνονται απλώς δυο άνθρωποι. Ενώνονται δυο οικογένειες, συχνά δυο σόγια και φυσικά ενώνονται όλες οι πεποιθήσεις και οι παγιωμένες αντιλήψεις που φέρουν μαζί τους.

Έτσι, από εκεί που το ζευγάρι, ως γκόμενοι, μπορούσαν να ξυπνήσουν την Κυριακή στις 12.00 το μεσημέρι, να κάνουν έρωτα, να πάνε για φαγητό κοντά στη θάλασσα, να δούνε φίλους, να αλητέψουν και να γυρίσουν όποτε θέλουν στο σπίτι, αρχίζουν να πρέπει να πάνε στο σπίτι των πεθερικών για φαγητό που τους καλούν, περνώντας ατέλειωτες, βαρετές ώρες. Στην αρχή μπορεί αυτό να μοιάζει ενδιαφέρον αλλά πολύ γρήγορα αλλάζει και γίνεται καταπιεστικό, ειδικά με την έλευση των παιδιών.

Με δυο λόγια, η αυτονομία του ζευγαριού περιορίζεται αρκετά και μπαίνει σε κοινωνικά καλούπια και πρέπει. Το χειρότερο είναι ότι κανείς από τους δυο δεν το καταλαβαίνει εγκαίρως.

Επίσης, ξαφνικά όλοι αποκτούν λόγο σε όλα: από το αν θα τηγανίσεις ή θα ψήσεις στο φούρνο τις μελιτζάνες στο μουσακά μέχρι τι ώρα θα κοιμηθεί το παιδί σας, αν είναι καλό που αφήνεις τον άνδρα σου να βγει με τους φίλους του και γιατί πήγες γυμναστήριο και άφησες το παιδί στον πατέρα του.

Συχνά αυτές οι φιτιλιές μπαίνουν με τρόπο εκπληκτικά ύπουλο. Για παράδειγμα, η μάνα σε ρωτάει στο τηλέφωνο που πήρε, από ενδιαφέρον φυσικά και με ανάλογο τονισμό κάθε συλλαβής: «ακόμη να γυρίσει ο άντρας σου από τη δουλειά; Και είσαι μόνη σου; Να πώ ότι φέρνει και κανένα φράγκο σπίτι…». Τέτοιες αθώες παρατηρήσεις είναι ικανές να πυροδοτήσουν μεγάλους καυγάδες και θυμούς σε βάθος χρόνου στη ζωή του ζευγαριού.

Αν, δε, αναφέρουμε και το φαινόμενο του κλειδιού που είναι μοιρασμένο στα πεθερικά και μπαινοβγαίνουν όποτε θέλουν, καταλαβαίνετε το είδος της καταπίεσης. Κάπου εκεί είναι που αρχίζουν τα «πες στη μάνα σου» και τα «η μάνα μου ρε;» αλλά και η αρνητική επίδραση στο σεξ του ζευγαριού που είναι πολύ διαφορετικό πια.

Ένα από τα ισχυρά διαλυτικά της σχέσης του ζευγαριού μέσα στο γάμο είναι το χαρακτηριστικό της μονιμότητας. «Φίλε, τώρα παντρευτήκαμε, πάει, τέλειωσε, τον/την κερδίσαμε, κάναμε το κοινωνικό μας καθήκον, ας χαλαρώσουμε.»

Έτσι η πλειοψηφία των ζευγαριών αφήνεται, παχαίνει, δε φροντίζει τον εαυτό τους. Πάνε οι εποχές που έκανες τα αφρόλουτρά σου, βαφόσουν, έβαζες τα αρώματά σου και πήγαινες ραντεβού μαζί του. Τώρα το ραντεβού είναι πιτόγυρα μπροστά στην τηλεόραση να βλέπετε The Voice, με τα μαλλιά αλογοουρά και πιτζάμα που μπορεί να ‘χει και καμιά τρύπα, δε βαριέσαι. Αντίστοιχα κι εκείνος, ξυρίζεται μόνο για να πάει στο γραφείο κι εσύ τον τρως στη μάπα τα σαββατοκύριακα με γένια, φόρμες και ένα κινητό στο χέρι.

Όσο γοητευτική κι αν μοιάζει αυτή η οικειότητα, στο τέλος γίνεται θηλιά και σε πνίγει.

Επίσης, ο γάμος στερεί, στην πλειοψηφία του, την ελευθερία κίνησης και πρωτοβουλιών στα μέλη του. Όταν τον γνώρισες είχε τα χόμπι του, τα ενδιαφέροντά του, συζητούσατε για ώρες, αναλύατε ατέλειωτα θέματα. Αντίστοιχα κι εσύ είχες τον κόσμο σου που σε είχε διαμορφώσει ως αυτό που είσαι. Για όλα αυτά ερωτεύτηκε ο ένας τον άλλον. Ξαφνικά, όλα αυτά μοιάζουν απειλητικά. Γιατί να κλειστεί δυο ώρες στο δωμάτιο και να ζωγραφίζει; Ποιός θα πάει σουπερ μάρκετ; Γιατί να πάει κάθε μέρα γυμναστήριο; Αφού εμένα μ’αρέσει το σώμα της κι έτσι. Γιατί να πάει εκδρομή με την ομάδα της ορειβασίας; Μαλάκας είμαι εγώ να τραβήξω μόνη μου κουπί με τα παιδιά όλο το Σαββατοκύριακο; Γιατί να βγει με τις φίλες της που είναι ελεύθερες; Θα πάρουν τα μυαλά της αέρα.

Αντί ο γάμος να ενώσει τις ζωές, μοιάζει να τις διαχωρίζει εντελώς. Παύουμε να αναγνωρίζουμε στον σύντροφό μας το δικαίωμα να διατηρεί την αυτονομία του και στρεφόμαστε προς τον εαυτό μας. Να μη μπει σε πειρασμούς και τον χάσουμε. Να μείνει στο σπίτι κι ας βαριόμαστε. Να μη χαλάσει το σπίτι μας.

Πράγματι έτσι δε χαλάει. Όμως μουχλιάζει, γίνεται βάλτος και βρωμάει. Αλλά τουλάχιστον δε διαλύεται, προς Θεού. Τι θα πει ο κόσμος;

Τι θα μπορούσε να γίνει άραγε για να μπορέσει αυτός ο θεσμός να λειτουργήσει με επιτυχία;

Καταρχάς, το ζευγάρι να επιθυμεί να παντρευτεί για τους σωστούς λόγους.

Και όχι παιδια, σωστός λόγος δεν είναι ότι πέρασες τα 35, ούτε ότι καίγεσαι να κάνεις παιδί, ούτε ότι όλοι έχουν παντρευτεί κι εγώ είμαι μπακούρι, ούτε ότι με πιέζει η μάνα μου να με δει νυφούλα. Είναι η αγάπη και η συναισθηματική ωριμότητα. Δυο αυτάρκεις και αυτόνομοι άνθρωποι που αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές τους, να δημιουργήσουν ένα ασφαλές πλαίσιο μέσα στο οποίο με σεβασμό ο ένας στον άλλο και με εμπιστοσύνη θα μεγαλώσουν υγιείς ανθρώπους, έχοντας δίπλα τις πατρικές τους οικογένειες. Δίπλα όχι μέσα. Άλλωστε το λέει και το Ευαγγέλιο στο μυστήριο του γάμου.

Τέλος, μια εξαιρετική πρόταση θα ήταν ο γάμος να πάψει να έχει το χαρακτηριστικό της μονιμότητας. Να είναι σαν ένα συμβόλαιο με συγκεκριμένη διάρκεια. Ας πούμε, πενταετίας. Και οι συμβαλλόμενοι να γνωρίζουν ότι μετά από πέντε χρόνια ο άλλος μπορεί να μη θελήσει να υπογράψει την ανανέωσή του αλλά να βγει σε έρευνα αγοράς.

Εκεί να σε δω! Θα χαλαρώσεις ή θα ‘σαι σε εγρήγορση για να μη χάσεις το ταίρι σου;

 

Συντάκτης: Χαρά Ντάτση