Όταν η φίλη μου η Στεφανία χώρισε, αποφάσισε να κάνει κάτι δραστικό. Στα 37 της, με δύο παιδιά, 4 και 6 ετών, αποφάσισε ότι δεν μπορεί να μείνει στη μικρή επαρχιακή πόλη με τη στάμπα της χωρισμένης και με περιορισμένη επαγγελματική δραστηριότητα. Μέσα σε ένα μήνα, Ιούλιος ήταν, ήρθε στην Αθήνα, βρήκε δουλειά, βρήκε σπίτι, δανείστηκε χρήματα από την αδερφή της για να το επιπλώσει και μετακόμισε με τα παιδιά της αρχίζοντας μια καινούρια ζωή από το μηδέν.
Στο μυαλό μου έρχεται και η Κωνσταντίνα. Γέννημα θρέμμα Σαλονικιά, αποφάσισε στα 33 της να φύγει από το πατρικό της, από τη δουλειά της και από τη Θεσσαλονίκη και να έρθει στην Αθήνα κόβοντας τον ομφάλιο λώρο και όλες τις άρρωστες σχέσεις που μπορεί να δημιουργηθούν στον κλοιό μιας μικρότερης πόλης που μένεις όλη σου τη ζωή, έστω τόσο όμορφης όσο η Θεσσαλονίκη. Έφτασε στην Αθήνα με 1.200 ευρώ αποζημίωση από την δουλειά της, έμεινε δύο εβδομάδες φιλοξενούμενη σε μια φίλη της και μέσα σε ένα μήνα βρήκε σπίτι, δουλειά και δημιούργησε έναν εντελώς καινούριο, εκπληκτικό κόσμο.
Καμιά τους δεν το ‘χει μετανιώσει. Και οι δυο ζουν υπέροχες, ενδιαφέρουσες, γεμάτες εμπειρίες ζωές.
Κάθε φορά που με ρωτούν αν μπορεί κανείς να αλλάξει τη ζωή του μετά τα 30, ρωτώ με τη σειρά μου εντελώς αυθόρμητα «γιατί όχι;». Εκατομμύρια άνθρωποι αλλάζουν τη ζωή τους ριζικά κάθε μέρα σε όλον τον κόσμο, συχνά σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Το σωστό ερώτημα δεν είναι αν μπορεί κανείς να αλλάξει τη ζωή του. Το σωστό ερώτημα είναι αν όντως το θέλει πραγματικά. Γιατί αν όντως το θέλει, υπάρχουν μόνο ευκαιρίες και όχι εμπόδια.
Βεβαίως, δε θα υποτιμήσω σε καμία περίπτωση τις δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος. Και όχι, δεν εννοώ σε καμία περίπτωση τα χρήματα, τον χρόνο, την ανεργία, τα υψηλά ενοίκια, τα «δεν ξέρω τη γλώσσα». Αυτά είναι οι δικαιολογίες. Οι δυσκολίες είναι άλλες.
Πρώτη και σημαντικότερη, η συνήθεια.
Η συνήθεια αποτελεί μια δυνατή αλυσίδα που μας κρατά δέσμιους σε ζωές που μπορεί ακόμα και να μισούμε. Τυχαία βγήκε το «καλύτερα με έναν διάολο που τον ξέρεις…»;
Υπάρχουν άνθρωποι που ξυπνάνε το πρωί και κατεβάζουν καντήλια γιατί θα ζήσουν άλλη μια μέρα πανομοιότυπη με την προηγούμενη. Υπάρχουν άλλοι που μισούν τη δουλειά τους, βλέπουν τον εργοδότη τους και θέλουν να ξεράσουν ή δεν αντέχουν πια να ζούνε με τη μάνα τους και να ακούνε τη γκρίνια της μέρα νύχτα. Παρ’ όλ’ αυτά, η συνήθεια είναι τόσο ισχυρή που κάθε φορά που τολμούν να κάνουν μια σκέψη αλλαγής, βρίσκουν πενήντα δικαιολογίες για να πείσουν τον εαυτό τους ότι δεν μπορούν.
Ποιος αξίζει όμως να ζει μια ζωή που δεν τον ικανοποιεί ούτε στο ελάχιστο; Ποιο είναι εκείνο το σημείο που μας κάνει να καταλάβουμε ότι κάτι δεν πάει καλά και χρειάζεται να προχωρήσουμε σε μια αλλαγή;
Μια χρήσιμη, αν και μακάβρια, τακτική που ακολουθώ πάντα όταν η ζωή μου αρχίζει να με πιέζει, σε οποιοδήποτε τομέα κι αν γίνει αυτό, είτε επαγγελματικό, είτε προσωπικό, είτε αισθηματικό, είναι να κάνω την εξής σκέψη: «αν αύριο αρρώσταινες βαριά και νοσηλευόσουν για μήνες στο νοσοκομείο, ποια πράγματα θα ήθελες να είχες κάνει και τι θα ήθελες να είχες αλλάξει στη ζωή σου;».
Κλείστε τα μάτια σας και προσπαθήστε να μπείτε σε αυτήν την κατάσταση. Δείτε το νοσοκομείο κι εσάς στο κρεβάτι του πόνου, χωρίς καμία από τις δυνατότητες που έχετε τώρα. Στη συνέχεια επιστρέψτε στην πραγματικότητά σας. Σας διαβεβαιώνω ότι είστε έτοιμοι να πάρετε όλες τις σωστές αποφάσεις, να αναθεωρήσετε τις συνήθειες που δε σας βοηθούν να εξελιχθείτε, να βάλετε τη ζωή σας σε άλλη βάση.
Μια δεύτερη, αλλά εξίσου σημαντική, δυσκολία είναι η γνώμη του κόσμου. Όπου κόσμος βάλτε τους γονείς, του κολλητούς, τους συναδέλφους, τους γείτονες. Η γνώμη του κόσμου έχει μεγάλη βαρύτητα για μας. Πατάει κυρίως πάνω στην ανάγκη μας να είμαστε αποδεκτοί και αγαπητοί, γι’ αυτό είναι δύσκολο να την αγνοήσουμε.
Επίσης, πατάει στην ανασφάλειά μας που φωνάζει «κι αν αποτύχεις και γυρίσεις πίσω με την ουρά στα σκέλια, θα σε χλευάσουν που ήθελες αλλαγές και μεγαλεία». Περισσότερο και από το φόβο της αλλαγής φοβόμαστε την αποτυχία και τον χλευασμό των άλλων.
Δύσκολα βρίσκουμε ανθρώπους να μας στηρίξουν συναισθηματικά. Σε κάθε αλλαγή που πήγαινα να κάνω, άκουγα «μια χαρά είσαι, γιατί δε βολεύεσαι; Είσαι τώρα εσύ για αλλαγές; Το σκέφτηκες καλά;» Η αντίδρασή μου στα λόγια τους αποτελούσε πάντα για μένα τη ζυγαριά για το αν είμαι όντως αποφασισμένη για την αλλαγή. Πιστέψτε με, όταν ήμουν, δεν υπήρχε κανείς να μου αλλάξει γνώμη. Μόνο εμείς μπορούμε να στηρίξουμε τον εαυτό μας. Δε μπορώ να αναγκάσω κανέναν να δείξει σεβασμό στην απόφασή μου. Άλλωστε συχνά η δική μας απόφαση για αλλαγή ζωής κλονίζει και αποτελεί απειλή για την καλοστεριωμένη ζωή του άλλου, συνεπώς η γνώμη του κόσμου δεν είναι ποτέ τόσο αθώα όσο νομίζουμε.
Η τρίτη δυσκολία είναι το Χόλιγουντ. Ναι, καλά διαβάσατε. Αυτές οι καταραμένες αμερικανιές που δείχνουν τον πρωταγωνιστή να παίρνει την απόφαση της αλλαγής στο ένα καρέ και στο άλλο να την έχει πετύχει. Μας έχει δημιουργήσει μια αντίληψη ότι όλα θα γίνουν με ένα κούνημα του μαγικού ραβδιού. Ευτυχώς μαγικά ραβδιά δεν υπάρχουν κι εμείς παίρνουμε την ευθύνη της ζωής μας και αγωνιζόμαστε για να φτιάξουμε μια νέα ζωή την οποία θα απολαμβάνουμε.
Όσοι από σας λοιπόν επιθυμείτε να κάνετε ένα restart, σας λέω κάντε το! Με συνειδητή απόφαση, σκληρή δουλειά, επιμονή, υπομονή, λίγη τρέλα και πίστη στο όνειρο και στη δύναμή σας. Σε αυτή τη δύναμη που όλοι έχουμε μέσα μας αλλά λίγοι έχουμε ανακαλύψει.
Η ζωή θα σας ανταμείψει, γιατί γουστάρει πάντα να ανταμείβει τους τολμηρούς και τους θαρραλέους.