Θα έλεγε κανείς πως γενικότερα ο Μάρτης είναι ο πιο παρεξηγημένος από τους δώδεκα μήνες. Μάρτης-γδάρτης, που λέει κι ο σοφός λαός κι αν το γκουγκλάρεις θα βρεις ένα σωρό ακόμη παροιμίες προς τιμήν του, όχι ιδιαίτερα κολακευτικές. Κυκλοθυμικός κι αναποφάσιστος, μια κρύο και μια ζέστη, το πρωί γυαλιά ηλίου και το βράδυ αντιανεμικό, πώς να μην του βγει τ’ όνομα μετά;
Παρ’ όλα αυτά για μένα ο Μάρτης σηματοδοτεί ένα πράγμα: τον ερχομό της άνοιξης. Και τι σημαίνει αυτό; Ότι το καλοκαίρι είναι κοντά. Πολύ κοντά. Κι η άνοιξη δεν είναι παρά η εποχή προετοιμασίας για το καλοκαίρι. Όλα εκείνα που το χειμώνα καρτερούσες στωικά κι αντιμετώπιζες σαν κάτι πολύ μακρινό, τώρα ξέρεις ότι πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο. Τι είναι τρεις μήνες ακόμα; Τίποτα δεν έμεινε, σου λέω!
Δεν ξέρω για σένα, πάντως εγώ μόλις δω λίγο τον ήλιο να ξεμυτίζει και τη θερμοκρασία να σκαρφαλώνει μερικούς βαθμούς παραπάνω, το πρώτο πράγμα που σκέφτομαι είναι ότι πρέπει επειγόντως να φάω παγωτό. Φυσικά και δεν έχει ζέστη και προφανώς δεν έχω ανάγκη για κάτι δροσιστικό, θέλω όμως κολασμένα ένα χωνάκι με τουλάχιστον τρεις μπάλες και σιρόπι σοκολάτας, γιατί το πρώτο παγωτό της σεζόν πρέπει να είναι και κιμπάρικο. Αδυναμία στο παγωτό είχα ανέκαθεν, από πιτσιρίκι, νομίζω όμως ότι όσο και να μεγαλώνω, ο ενθουσιασμός παραμένει αμείωτος. Το πρώτο παγωτό είναι αξία σταθερή, γιατί μας φέρνει λίγο πιο κοντά στο καλοκαίρι. Κι ας πονάει την άλλη μέρα ο λαιμός και το γυρνάμε σε τσαγάκι.
Κάτι άλλο στο οποίο δεν μπορώ με τίποτα ν’ αντισταθώ, κι αν είσαι κι εσύ λάτρης της θάλασσας τότε σίγουρα με νιώθεις, είναι η έντονη επιθυμία μου να βουτάω τα πόδια μου στη θάλασσα. Κάθε φορά που κάνω βόλτα στην παραλία, το κύμα που σκάει στην ακτή σε συνδυασμό με τον ήλιο που με βαράει κατακούτελα με προκαλούν να βγάλω τα παπούτσια μου, να διπλώσω το ρεβέρ του τζιν μου και να βουτήξω τα πόδια μου μέχρι τον αστράγαλο.
Και κάπου εκεί, όπως και προηγουμένως με το παγωτό, βγαίνει το παιδί από μέσα μου και απ’ το πλατσούρισμα, το τσαλαβούτημα και το πιτσίλισμα, καταλήγω μπουγελωμένη από την κορυφή ως τα νύχια. Η πνευμονία μου χτυπά την πόρτα, αλλά δε μ’ απασχολεί ιδιαίτερα, γιατί ήδη σκέφτομαι το πρώτο μπάνιο στη θάλασσα σε μερικούς μήνες από τώρα.
Και μιας που μιλάμε για πνευμονία, εμείς που απ’ το Μάρτη κυκλοφορούμε με τα κοντομάνικα, όσο πάμε κάθε χρόνο αυξανόμαστε. Συνήθως τέτοια εποχή χωριζόμαστε σε δύο στρατόπεδα: εμείς με τα κοντομάνικα κι οι άλλοι με τα μπουφάν και τις μπότες. Ο ανταγωνισμός, που λες, είναι φοβερός. Κυκλοφορούμε στο δρόμο, κόβουμε ο ένας τον άλλο από πάνω μέχρι κάτω κι ανταλλάσσουμε βλέμματα υποτιμητικά. Γι’ αυτούς είμαστε τρελοί, για μας είναι ξενέρωτοι.
Είμαστε εμείς που μόλις ανέβει λίγο η θερμοκρασία δεν κρατιόμαστε και τρέχουμε να κατεβάσουμε τα καλοκαιρινά απ’ το πατάρι. Τα φοράμε και βγαίνουμε έξω πανευτυχείς και δεν καταδεχόμαστε να γυρίσουμε στο μακρυμάνικο, ούτε καν το βράδυ που βγάζει ψύχρα κι ας μας σηκώνεται η τρίχα κάγκελο.
Και φυσικά το βασικότερο και πιο πολυσυζητημένο θέμα της σεζόν: «Πού θα πάμε φέτος διακοπές;». Το πιο πιθανό σενάριο είναι πως μάλλον δε θα πάμε πουθενά γιατί δεν παίζει μία, αλλά δεν έχει σημασία, όλοι έχουμε δικαίωμα στα όνειρα. Και δωσ’ του προτάσεις για νησιά κι όλο και κάνα καβγαδάκι θα στηθεί, γιατί ο ένας θέλει κάμπινγκ ενώ ο άλλος κλάμπινγκ, ο ένας Κυκλάδες κι ο άλλος Δωδεκάνησα. Και κάπου εκεί κάποιος θα πετάξει την ιδέα για Χαλκιδική και θ’ αρχίσει ν’ απαριθμεί μπιτσόμπαρα αντί επιχειρημάτων.
Είμαστε πολλοί εμείς οι ανυπόμονοι που έχουμε κάνει το Μάρτη, καλοκαίρι. Εμείς που έχουμε ήδη αποδιώξει το χειμώνα από πάνω μας και φορέσαμε τα κοντομάνικα. Είμαστε με το ένα πόδι στη ρουτίνα και με το άλλο βουτηγμένο ως τον αστράγαλο στη θάλασσα. Αφού αν το καλοσκεφτείς, ούτε τρεις μήνες δεν έμειναν!
Επιμέλεια Κειμένου Δάφνης Μαυρίδου: Πωλίνα Πανέρη